Παναγιώτης Τζιώνας
Νεοεκλεγείς Πρύτανης Αλεξάνδρειου ΤΕΙ-Θεσσαλονίκης
Ο χώρος της Ανώτατης Εκπαίδευσης της χώρας μετασχηματίζεται μέσω διεργασιών αναμόρφωσής του, στις οποίες οδηγήθηκε λόγω της αναζήτησης της ποιότητας στην παρεχόμενη παιδεία, των προσδοκιών για καινοτόμους και περισσότερο συμπεριληπτικούς τρόπους εκπαίδευσης, της αυξανόμενης βαρύτητας της έρευνας και καινοτομίας στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία, της αναπόφευκτης διεθνοποίησής του και των διεθνών κατατάξεων των ιδρυμάτων και φυσικά, του βεβαρημένου οικονομικού περιβάλλοντος που επιτάσσει την αποτελεσματικότητα στη χρήση των οικονομικών πόρων.
Δεδομένου ότι η συζήτηση αυτή είναι ιδιαίτερα επίκαιρη στη χώρα μας (αλλά και σχεδόν σε όλον τον ευρωπαϊκό χώρο κατά την τελευταία 15-ετία), δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί αποτελεσματικά παρά μόνον μέσα από μια συστηματική ανάλυση του φαινομένου. Διαφορετικά, η περιπτωσιολογία και η αναφορά σε ειδικά παραδείγματα, όσο ελκυστικές και αν παρουσιάζονται αφού συγκεντρώνουν τους προβολείς της δημοσιότητας, θα επισκίαζαν τις πραγματικές του διαστάσεις οδηγώντας σε πιθανές παρερμηνείες.
Οι βασικοί τύποι αλληλεπίδρασης και ώσμωσης στη διεπαφή μεταξύ ΑΕΙ, όπως υλοποιήθηκαν στην ευρωπαϊκή πρακτική, συνοψίζονται κυρίως σε διαδικασίες συγχωνεύσεων, συνενώσεων, συσσωματώσεων, απορροφήσεων, ομοσπονδοποιήσεων και προγραμματικών συνεργασιών. Συχνά επιστεγάζονται με ένα τελικό βήμα μετεξέλιξης του ιδρύματος που προκύπτει, και συνοδεύεται από αναβαθμισμένο status και αποδοχή από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, όπως π.χ. μετά τη συγχώνευση κολεγίων με πανεπιστήμια, ή ερευνητικών κέντρων με πανεπιστήμια, ή πανεπιστημίων εφαρμοσμένων επιστημών μεταξύ τους, στην ευρωπαϊκή πρακτική. Οι διαδικασίες αυτές μπορούν να διακριθούν μεταξύ τους με βάση συγκεκριμένα δομικά χαρακτηριστικά όπως:
i. Το μέγεθος και το προφίλ των ιδρυμάτων
Ισομεγέθη ιδρύματα συνήθως συνδυάζουν με οριζόντιο τρόπο τις υποδομές και τους διαθέσιμους πόρους τους οδηγώντας σε συνενώσεις, ενώ, αντίθετα, ο συνδυασμός ενός μεγάλου με ένα μικρό ίδρυμα οδηγεί συχνά στην απορρόφηση του μικρότερου από το μεγαλύτερο. Το ακαδημαϊκό προφίλ των ιδρυμάτων παίζει κομβικό ρόλο καθώς η συγχώνευση ιδρυμάτων με διαφορετικό και ιδιαίτερα συμπληρωματικό προφίλ ως προς τον προσανατολισμό τους (π.χ. τεχνολογικά πανεπιστήμια με πανεπιστήμια οικονομικών σπουδών) οδηγεί στο διπλασιασμό μόνον λίγων παρόμοιων προγραμμάτων σπουδών και, άρα, ο αντίκτυπος στο ακαδημαϊκό προσωπικό των ιδρυμάτων είναι περιορισμένος. Αντίστοιχα, διευρύνεται η ποικιλία των παρεχόμενων αντικειμένων, οι συνέργειες μεταξύ διαφορετικών τομέων και προωθείται έτσι το ιδανικό του πανεπιστημίου της ‘συνολικής γνώσης’.
ii. Ο βαθμός της συνένωσης
Μπορεί να ποικίλει, ξεκινώντας από απλές συνενώσεις αντί συγχωνεύσεων, με τα μέρη να διατηρούν τις νομικές οντότητές τους μέσα σε ένα μοντέλο ομοσπονδοποίησης. Οι διαδικασίες αυτές απαντώνται συχνά σε ιδρύματα που βρίσκονται σε γεωγραφική εγγύτητα και εδράζονται κυρίως στον αποτελεσματικό διαμοιρασμό των πόρων. Εάν καθοδηγηθούν από ένα κεντρικό κυβερνητικό επίπεδο μπορεί να οδηγήσουν σε ομαδικούς σχηματισμούς περισσότερων ιδρυμάτων (clusters) όπου μπορεί να γίνεται διαμοιρασμός πόρων, προσωπικού αλλά και φοιτητών. Στο άλλο άκρο φυσικά, βρίσκονται οι πλήρεις συγχωνεύσεις, με τα εμπλεκόμενα ιδρύματα να γίνονται μία ενιαία φυσική και νομική οντότητα.
Δε λείπουν βέβαια και ορισμένες υβριδικές προσεγγίσεις δομημένων συμμαχιών όπου τα ιδρύματα συνεργάζονται μέσω κοινών projects, κοινών επενδύσεων, κοινής έρευνας, διαμοιράζοντας ακόμη και το προσωπικό, ενώ η όλη διαδικασία συχνά βρίσκεται υπό τον έλεγχο ενός από κοινού ορισμένου Αντιπρύτανη.
Σε κάθε περίπτωση οφείλεται να λαμβάνεται υπόψη και το κόστος ευκαιρίας που σχετίζεται με εναλλακτικές λύσεις.
iii. Ένταξη σε ευρύτερο σχέδιο αναδόμησης
Τέτοια σχέδια συλλαμβάνονται και υλοποιούνται σε κυβερνητικό συνήθως επίπεδο και στοχεύουν στη βελτίωση δεικτών της ανώτατης εκπαίδευσης αλλά και άλλων μεγεθών απαραίτητων για την προώθηση της έρευνας, της σύνδεσης με την κοινωνία και τη δημιουργία δικτύων. Παρέχουν τη δυναμική για επίτευξη οικονομιών κλίμακας αλλά, ακόμη σπουδαιότερο, για τη βελτίωση της ποιότητας.
Σημαντικό είναι πως τέτοια σχέδια μπορούν να παρέχουν σημαντική βοήθεια από την Πολιτεία στα μεταβατικά κόστη και τα επαυξημένα κόστη λειτουργίας.
Δεδομένου του ακαδημαϊκού και ανθρωπιστικού χαρακτήρα των πανεπιστημίων, οι λόγοι πίσω από αυτές τις διεργασίες δεν μπορεί να είναι καθαρά οικονομικοί και βραχυπρόθεσμοι, λόγω και του υψηλού μεταβατικού κόστους αλλά και του τελικού κόστους υλοποίησης. Βασικοί τέτοιοι λόγοι μπορεί να είναι η άρση της πολυδιάσπασης, η επίτευξη κρίσιμων μαζών, η αποφυγή παροχής παρόμοιων προγραμμάτων σπουδών, η ανάπτυξη συνεργειών και η αντίδραση στη δημογραφική κρίση. Ακόμη, αυξάνεται η τοπική και διεθνής ανταγωνιστικότητα και η ακαδημαϊκή επιτυχία και φήμη ενώ γίνεται εφικτή και η ανάδυση νέων τομέων αιχμής που προκύπτουν από την εντατική συνεργασία διαφορετικών εξειδικεύσεων.
Μία συστηματική προσπάθεια καταγραφής των αναμενόμενων οφελών μπορεί να γίνει ανά τομέα λειτουργίας των ιδρυμάτων, ως ακολούθως:
Έρευνα: η συμπληρωματικότητα των αντικειμένων μπορεί να προωθήσει καινοτόμους τομείς, ενώ θα γίνει διάχυση των ‘καλών πρακτικών’. Αντίστοιχα, δημιουργούνται ομάδες κρίσιμου μεγέθους για τη διεκδίκηση πόρων, προγραμμάτων κλπ.
Διδασκαλία και μάθηση: δημιουργία κοινών προγραμμάτων σπουδών, διαμοιρασμός υποδομών, κινητικότητα φοιτητών καθηγητών, σφαιρικότητα στην παρεχόμενη παιδεία. Ένα μεγαλύτερο σώμα φοιτητών οδηγεί σε μεγαλύτερη σταθερότητα και διεκδίκηση στρατηγικών αλλαγών.
Υποστηρικτικές υπηρεσίες: καλύτερη και οικονομικά αποτελεσματικότερη υποστήριξη φοιτητών, μεταφορά τεχνογνωσίας μεταξύ ιδρυμάτων, αποτελεσματικότερη υποστήριξη της διεθνοποίησης, εξορθολογισμός της διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού. Προφανώς, αναμένεται ελάττωση των γενικών εξόδων.
Διασύνδεση με την κοινωνία: βελτίωση των κοινωνικών δράσεων, της σύνδεσης με την κοινωνία και την αγορά εργασίας σε πολλαπλά επίπεδα, βελτιωμένη δυνατότητα θετικών κοινωνικών και πολιτικών επιδράσεων με ουσιαστικό ακαδημαϊκό λόγο.
Διεθνοποίηση: Ισχυρότερη διεθνής παρουσία η οποία οδηγεί σε ενισχυμένη δυναμική καινοτόμου έρευνας και εκπαίδευσης και εισαγωγή βέλτιστων πρακτικών.
Μετεξέλιξη: Το ίδρυμα που προκύπτει συνοδεύεται από αναβαθμισμένο status και κοινωνική αποδοχή από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Συνήθως μετεξελίσσεται σε ένα νέο πανεπιστήμιο υψηλού κύρους.
Φυσικά, κάθε τέτοια προσπάθεια έχει να αντιμετωπίσει και κάποιες προκλήσεις όπως:
Οργάνωση: η πιθανή αύξηση της γραφειοκρατίας σε ένα μεγαλύτερο και πιο σύνθετο ίδρυμα το οποίο προέκυψε από συγχώνευση, αντιμετωπίζεται πιθανώς με μία επένδυση σε αποτελεσματικά πληροφοριακά συστήματα.
Διακυβέρνηση: Η διοίκηση του νέου ιδρύματος θα πρέπει να βρει το κατάλληλο σημείο ισορροπίας μεταξύ των αρχών της αυτονομίας και της συμπληρωματικότητας των αρχικών ιδρυμάτων, σεβόμενη τις όποιες τοπικές, πολιτιστικές ή άλλες ιδιαιτερότητές τους, τουλάχιστον σε μία μεταβατική περίοδο. Η δημιουργία νέας ιδρυματικής ‘ταυτότητας’ χρειάζεται καλλιέργεια και χρόνο. Η δε αποδοχή και υιοθέτηση της νέας ταυτότητας από όλους, αποτελεί κρίσιμο στόχο.
Υποβάθμιση λειτουργίας: Η αποκλειστική εστίαση και ανάλωση δυσανάλογης ενέργειας στην εσωτερική αναδιάρθρωση μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση των σημαντικών στρατηγικών ακαδημαϊκών λειτουργιών του νέου ιδρύματος.
Διασπορά: Πιθανή υπερβολική γεωγραφική διασπορά campuses, εξοπλισμού και πόρων των αρχικών ιδρυμάτων, απειλεί την ολοκλήρωση, την αποτελεσματικότητα της διοίκησης και της κινητικότητας του προσωπικού και των φοιτητών.
Φόβος για την αλλαγή: Είναι ο λόγος που ορισμένα ιδρύματα καταλήγουν να είναι εσωστρεφή και να προτείνουν αποκλειστικά εσωτερικές αναδιαρθρώσεις για να βελτιώσουν τη θέση τους. Αν και κάτι τέτοιο θα μπορούσε να αληθεύει για ιδρύματα ικανού μεγέθους, τα αναμενόμενα οφέλη της αλληλεπίδρασης και ώσμωσης με άλλα ιδρύματα ακόμη και στον ελάχιστο βαθμό των προγραμματικών συνεργασιών ή της χαλαρής ομοσπονδοποίησης, είναι τόσο σημαντικά που πρέπει να εξετάζονται με ειλικρίνεια και σύνεση.
Εάν προσπαθούσε κανείς να συνδέσει αυτά πλεονεκτήματα και τις προκλήσεις με τα δομικά χαρακτηριστικά των συγχωνεύσεων που παρουσιάστηκαν πιο πάνω, θα κατέληγε σε πολύ ενδιαφέροντες συνδυασμούς μεταξύ του μεγέθους, του προφίλ, του βαθμού συνένωσης και της ένταξης σε ευρύτερα σχέδια. Πιθανώς, ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα είχε ένας συνδυασμός συγκρίσιμων σε μέγεθος ιδρυμάτων, με μεγάλη συμπληρωματικότητα αντικειμένων, τα οποία να βρίσκονται σε γεωγραφική εγγύτητα και τα οποία θα επέλεγαν μία πλήρη συγχώνευση σε μία νομική οντότητα, φυσικά, με ενταγμένο το όλο σχέδιο σε ένα ευρύτερο στρατηγικό πλάνο της Πολιτείας που θα κληθεί να καλύψει τα κόστη μετάβασης και λειτουργίας. Ο συνδυασμός αυτός, χωρίς να είναι η μόνη λύση, θα μεγιστοποιούσε τα πλεονεκτήματα ενώ οι σχετικές προκλήσεις θα μπορούσαν να απαντηθούν εύκολα σε βάθος χρόνου.
Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση τέτοιων διεργασιών μπορεί να ανατεθεί σε ανθρώπους κλειδιά που εκπροσωπούν και τα δύο επί μέρους ιδρύματα, ενώ μπορεί να ζητηθεί βοήθεια και από εξωτερικούς εμπειρογνώμονες (π.χ. φορείς όπως η European University Association) και θεωρείται επιβεβλημένη η συμμετοχή της Πολιτείας. Ενώ είναι καίριο να γίνει σεβαστή η κληρονομιά κάθε ιδρύματος, είναι εξίσου σημαντικό να μπορέσει το προσωπικό να ταυτιστεί με το νέο ίδρυμα σε βάθος χρόνου, διαφορετικά ελλοχεύουν κίνδυνοι αποσταθεροποίησης της νέας δομής. Τελικά, η αξία του ιδρύματος το οποίο προκύπτει θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη από το απλό άθροισμα των αξιών των επί μέρους ιδρυμάτων, υιοθετώντας τις καλύτερες πρακτικές τους, καλλιεργώντας εμπιστοσύνη και αφοσίωση στο προσωπικό και τους φοιτητές και οδηγώντας σε ένα νέο brand, σε ένα νέο πανεπιστήμιο υψηλού κύρους.
Η Πολιτεία με τα δημοκρατικά εκλεγμένα όργανά της, επιφορτισμένη με την χάραξη μιας συνολικής εκπαιδευτικής στρατηγικής επ’ ωφελεία της χώρας, και με την αντίστοιχη κατανομή κονδυλίων, έχει εδώ τον πρώτο λόγο. Όμως μόνον με στενή συνεργασία με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα μπορούν να αντιμετωπίζονται τα λειτουργικά και άλλα προβλήματα τέτοιων διεργασιών αλληλεπίδρασης και ώσμωσης μεταξύ τους.
Η νεοεκλεγείσα Πρυτανική Αρχή του Αλεξάνδρειου ΤΕΙ Θεσσαλονίκης, ενός ιστορικού ιδρύματος στη χώρα και από τα μεγαλύτερα σε μέγεθος ΑΕΙ καθώς και από τα πληρέστερα ως προς το ακαδημαϊκό του προφίλ και με μεγάλο αριθμό διεθνών συνεργασιών, αφουγκραζόμενη τις επιθυμίες της κοινότητάς του επιδιώκει έναν ουσιαστικό και εποικοδομητικό διάλογο με την Πολιτεία, στην προσπάθειά της να βρει στρατηγικούς εταίρους που να εμφορούνται από το ίδιο όραμα και να μοιράζονται τις ίδιες ακαδημαϊκές αξίες ώστε να προχωρήσει σε αντίστοιχες διαδικασίες ώσμωσης και μετεξέλιξης του ιδρύματος σε ένα νέο Πανεπιστήμιο, μετά από προσεκτική μελέτη. Είμαστε σίγουροι ότι η Πολιτεία δια του Υπουργείου Παιδείας θα σταθεί ουσιαστικός καθοδηγητής, αρωγός και συνεργάτης σε αυτήν την δίκαιη προσπάθειά μας.
@St
Ως Αναπληρωτής Καθηγητής σε ΤΕΙ και με συνεργασίες με διάφορα Πανεπιστήμια, μπορώ να σου πω με σιγουριά ότι σχεδόν κανένας δεν
έχει χρησιμοποιήσει τις αξιολογήσεις για να κάνει οποιαδήποτε προσπάθεια για βελτίωση. Μακάρι οι Διοικήσεις να αξιοποιούσαν τις αξιολογήσεις. Πολύ δύσκολα θα γίνει αυτό γιατί δεν υπάρχει θέληση και ΟΛΟΙ κρύβονται πίσω από τα όποια θετικά που γράφουν οι αξιολογητές. Ο Υπουργός - ο εκάστοτε Υπουργός - δεν θα επιβάλλει τίποτα αν και σε ορισμένες περιπτώσεις θα έπρεπε να είναι πιο παρεμβατικός και αποφασιστικός.
@Σοφία
Μετά λόγου γνώσεως χρησιμοποίησα τη λέξη αυτή, η οποία ισχύει 100%. Δυστυχώς η εμπειρία μου ως μέλος ΔΕΠ ΤΕΙ από περισσότερα των 2 Πανεπιστημίων που συνεργάζομαι, δείχνει ότι αυτό ακριβώς το κλίμα πάει να διαμορφωθεί μεταξύ Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Μακάρι να μην συνεχίσει έτσι και τα κατά τόπους ΤΕΙ πράγματι να διεκδικήσουν αυτό που δικαιωματικά τους αξίζει....αλλά προς το παρόν είμαστε σε φάση ζητιανιάς.