Νικήτας Χιωτίνης,Διευθυντής ΣΓΤΚΣ
Σε παλαιότερο κείμενό μας («Ο ρόλος των Πανεπιστημίων», https://www.esos.gr/arthra/52645/o-rolos-ton-panepistimion), είχαμε επισημάνει πως είναι επιτακτική ανάγκη τα Πανεπιστήμια να προσφέρουν αρχικώς ένα ισχυρό γνωσιολογικό υπόβαθρο, ανοικτό στις εξελίξεις, που δεν είναι κρεμασμένες από τις πρακτικές της συγκυρίας. Μετά από αυτό το γνωσιολογικό υπόβαθρο, που θα πρέπει να δίνει τους φοιτητές γνώσεις εμπλουτισμένες με ισχυρό θεωρητικό υπόβαθρο και έτσι να τους δίνει τη δυνατότητα να παρακολουθούν αλλά και δημιουργούν τις εξελίξεις των επιστημών, ακολουθεί η εξειδίκευση της συγκυρίας, τα γνωστά masters. Τα οποία θα πρέπει γνωσιολογικώς να ανανεώνονται διαρκώς. Ένα σχήμα, αυτό που διεθνώς ισχύει σήμερα, είναι 3-4 χρόνια για το βασικό πτυχίο/γνωσιολογικό υπόβαθρο, 1-2 για μάστερ εξειδίκευσης σε συγκεκριμένη πρακτική, 2-3 χρόνια διδακτορικό, κ.λ.π…. Τα παραπάνω ισχύουν πλέον σε όλες τις προηγμένες, αλλά και μη προηγμένες, χώρες. Η Ελλάδα καταφανώς βρίσκεται πολλά χρόνια πίσω, ας δούμε γιατί.
Στα σημερινά Πανεπιστήμια της χώρας μας, αυτή η ανάγκη μιας σε βάθος γνωσιοθεωρίας, πνίγεται από την πίεση της εξ αρχής επιβολής εξειδίκευσης στους φοιτητές. Τούτο όμως δημιουργεί πρόβλημα και στην ποιότητα της όποιας μελλοντικής τους εξειδίκευσης. Προφανώς υπάρχουν εξαιρέσεις, όχι όμως όσο νομίζουμε. Τα Πανεπιστήμια του εξωτερικού - με εξαίρεση αυτά του πρώην ανατολικού μπλόκ μετά τον εκδυτικισμό του- εξακολουθούν να προτάσσονται στη χώρα μας ως ιδιαιτέρου κύρους. Το πρόβλημα ευρίσκεται, κατά τη γνώμη μας, στον τρόπο οργάνωσης των σπουδών, σε συνδυασμό πάντα με την αναντιστοιχία τους προς τις ανάγκες της χώρας και με τα διεθνώς τεκταινόμενα σε επίπεδο εξέλιξης των επιστημών, των κρατών και των κοινωνιών .
Θα είμαστε πολύ αυστηροί και άδικοι αν λέγαμε πως τα Ελληνικά Πανεπιστήμια επικεντρώνονται μόνο στην εξειδίκευση που υπηρετούν, εξειδίκευση που σε μερικά χρόνια θα έχει άλλες απαιτήσεις, προετοιμάζοντας δηλαδή αποφοίτους που σε λίγα χρόνια θα δυσκολευτούν να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις. Είναι όμως πολύ λανθασμένος ο τρόπος που αντιμετωπίζουν τα masters, δηλαδή αυτά που διεθνώς συνιστούν την εξειδίκευση. Τα masters σήμερα είναι αυτά που παλαιότερα ήσαν τα βασικά διπλώματα (γιατί αυτό που σπούδαζε κάποιος τη δεκαετία του -60, το εφάρμοζε για όλη του τη ζωή, κάτι που δεν συμβαίνει σήμερα) και τα ελληνικά Πανεπιστήμια έχουν μείνει στα παλιά δεδομένα. Τα ελληνικά Πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν τα masters σαν κάτι πρόσθετο, σαν μια επί πλέον σπουδή όχι και τόσο απαραίτητη. Δεν τα θεωρούν ως απαραίτητη συνέχεια των βασικών σπουδών, με τους ίδιους καθηγητές και τους ίδιους όρους φοίτησης, δεν τα θεωρούν δηλαδή εξ αρχής ως μέρος του όλου εκπαιδευτικού προγράμματός τους. Αυτό και μόνο μας κάνει να αμφιβάλουμε για το αν φροντίζουν σωστά να παράσχουν το αναγκαίο γνωσιολογικό υπόβαθρο στο οποίο αναφερθήκαμε προηγουμένως, φοβούμεθα δηλαδή πως έτσι υποτιμούν την ανάγκη εισαγωγής των φοιτητών σε γνωσιοθεωρία ευρύτερη των εξειδικεύσεων της συγκυρίας, κινδυνεύοντας να τους περιορίσουν και να τους εγκλωβίσουν εξ αρχής σε εξειδικεύσεις που γρήγορα θα ξεπεραστούν από τις εξελίξεις.
Σε αντίθεση με τα ελληνικά Πανεπιστήμια, διεθνώς οι κάτοχοι Bachelor , δηλαδή οι απόφοιτοι του κύκλου σπουδών που χαρακτηρίζεται από ευρύτερη γνωσιολογία, μπορούν να ακολουθήσουν διαφορετικές εξειδικεύσεις, δηλαδή διαφορετικά masters, είτε στο ίδιο το Πανεπιστημιακό τμήμα από το οποίο έλαβαν το Bachelor, είτε σε άλλο διαφορετικού ή έστω παρεμφερούς γνωσιολογικού περιεχομένου. Ενίοτε με κάποιες ειδικές προϋποθέσεις. Εδώ βρίσκεται και το άλλο πρόβλημα των ελληνικών Πανεπιστημίων: δεν μπορούν οι φοιτητές τους να μεταπηδήσουν σε άλλες ειδικότητες. Οι νέοι της χώρας μας οφείλουν, στην καλλίτερη περίπτωση, να παρακολουθήσουν μέχρι τέλους τις σπουδές που επέλεξαν στα 16 χρόνια τους –σε «συνεργασία» με τους γονείς τους. Δεδομένο όμως είναι πως στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι νέοι της χώρας μας δεν κατάφεραν να ενταχθούν στην πανεπιστημιακή σχολή που επιθυμούσαν, αλλά εντάχθηκαν σε σχολή λιγότερο ή και ουδόλως επιθυμητή, που όμως οφείλουν να παρακολουθήσουν μέχρι τέλους. Ιδού που οφείλεται ο μεγάλος χρόνος που απαιτείται για την αποφοίτησή τους, ιδού που οφείλεται το ότι μεγάλος αριθμός νέων εγκαταλείπει τις σπουδές του. Αλλά και ιδού που οφείλεται η έλλειψη στελεχών για την ανάπτυξη της χώρας, τούτο σε συνδυασμό με την κακώς εννοούμενη αυτονομία των Πανεπιστημίων, δηλαδή τη περιχαράκωσή τους στη δήθεν αυθεντία τους, αγνοώντας την υπόλοιπη κοινωνία, προς την οποίαν υποτίθεται πως απευθύνονται.
Οι καταλήψεις και λοιπές διαμαρτυρίες από διάφορες ομάδες φοιτητών, που εύκολα καταδικάζουμε χωρίς να αναλογιζόμαστε και τις δικές μας ευθύνες, δεν είναι η αιτία της απαξίωσης των Πανεπιστημίων, των χώρων τους, των εξοπλισμών τους και των καθηγητών τους. Είναι το αποτέλεσμα του κακού τρόπου οργάνωσής τους από την Πολιτεία και της ξεπερασμένης πλέον σχέσης τους με την κοινωνία. Μάλιστα η ελληνική Πολιτεία ενθουσιάζεται όταν κάποιοι απόφοιτοι ελληνικών Πανεπιστημίων διαπρέπουν στο εξωτερικό, αντί να θλίβεται γιατί δεν τους έδωσε την ευκαιρία να διαπρέψουν στο εσωτερικό της χώρας, εσωτερικό που δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί και εξελίξει.
Όλα τα παραπάνω είναι λυμένα παγκοσμίως. Σε Δύση και Ανατολή. Εκτός από την Ελλάδα, που δείχνει να έχει μείνει στη δεκαετία του -60. Έχουμε την άποψη πάντως πως ήδη κάτι κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και μάλιστα με γοργό ρυθμό. Όπερ έδει δείξαι…….
Δεν θα συμφωνήσω στο ότι το βασικό πτυχίο παρέχει απλώς ένα γνωστικό υπόβαθρο. Ούτε είναι έτσι ούτε θα έπρεπε να είναι έτσι.
Το αν οι μεταπτυχιακές σπουδές προσφέρουν έναν βατήρα επαγγελματικής ευελιξίας, εξαρτάται από τον νέο τομέα που αποσκοπεί ο σπουδαστής και επίδοξος επαγγελματίας να στραφεί. Υπάρχουν τομείς με ισχυρή θεσμική θωράκιση και ξέφραγα αμπέλια. Θεωρώ ότι η κρίση μας επηρεάζεται από τις προσλαμβάνουσες μας. Αν είστε στο πρώτο πτυχίο μηχανικός από πολυτεχνείο πχ θα απορείτε πιθανών που είναι το πρόβλημα. Αν είστε κάτι παρεμφερές θα ξέρεται όμως πού καλά που είναι.