Α. Το 60% των Ελλήνων πανεπιστημιακών καθηγητών απασχολούνται στο εξωτερικό, σε σχέση με έναν ευρωπαϊκό μέσο όρο της τάξης του 11%.
Β. Οι Έλληνες πανεπιστημιακοί δάσκαλοι που εργάζονται στο εξωτερικό χαρακτηρίζονται “υψηλής ποιότητας ερευνητές”.
Γ. Επίσης οι Έλληνες πανεπιστημιακοί έχουν πέντε φορές περισσότερες κορυφαίες δημοσιεύσεις από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις προέκυψαν μετά από μελέτη που έκανε η Εθνική Τράπεζα Ελλάδος.
0,7% ξένοι φοιτητές
Η χαμηλή θέση της Ελλάδας στο Δείκτη Ανώτατης Εκπαίδευσης (28/100) αντανακλάται στο μικρό μερίδιο της Ελλάδας στην προσέλκυση των διεθνών ροών φοιτητών (0,7%) – με την πλειοψηφία των ξένων φοιτητών να προσελκύονται είτε βάσει διμερών συμφωνιών (π.χ. από Κύπρο) είτε να είναι παιδιά μεταναστών (π.χ. από Αλβανία).
Ωστόσο, ενώ η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας σε αυτόν τον τομέα είναι στην παρούσα φάση χαμηλή, η διεθνής θέση της χώρας θα μπορούσε να ενισχυθεί σημαντικά , τονίζεται στην έκθεση , αξιοποιώντας και το συγκριτικό πλεονέκτημα της μεγάλης ακαδημαϊκής Διασποράς (με το 60% των Ελλήνων πανεπιστημιακών καθηγητών να απασχολούνται στο εξωτερικό, σε σχέση με έναν ευρωπαϊκό μέσο όρο της τάξης του 11%).
Η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει 110,000 ξένους φοιτητές
Βάσει των εκτιμήσεών της μελέτης της Εθνικής Τράπεζας, η Ελλάδα θα μπορούσε να προσελκύσει 110,000 ξένους φοιτητές και παράλληλα να περιορίσει τις εκροές Ελλήνων φοιτητών στο εξωτερικό, εφαρμόζοντας τις παρακάτω πολιτικές:
- Εγκαθίδρυση συνεπούς και σταθερής εθνικής στρατηγικής για την ανώτατη εκπαίδευση με έμφαση στην αυτονομία των πανεπιστημίων
- Νομοθέτηση πολιτικών και κινήτρων για προσέλκυση της ακαδημαϊκής Διασποράς, όπως έχει εφαρμόσει με επιτυχία η Κίνα.
- Στήριξη της δημιουργίας Κέντρων Αριστείας γύρω από τα ελληνικά πανεπιστήμια για ενδυνάμωση της σύνδεσής τους με τον επιχειρηματικό τομέα.
Η ανάδειξη της Ελλάδας σε διεθνές κέντρο ανώτατης εκπαίδευσης η μελέτη της ΕΤΕ εκτιμά ότι θα έχει πολλαπλά οφέλη για την ελληνική οικονομία.
Σε πρώτο επίπεδο, η άμεση επίδραση από την προσέλκυση των ξένων φοιτητών (σε συνδυασμό με τον περιορισμό των εκροών Ελλήνων φοιτητών) θα προσελκύσει πόρους της τάξης των €1,8 δις ετησίως (κυρίως μέσω υψηλότερων εξαγωγών και χαμηλότερων εισαγωγών υπηρεσιών εκπαίδευσης).
Παράλληλα, η αναβάθμιση του τομέα ανώτατης εκπαίδευσης θα μετασχηματίσει την Ελλάδα σε οικονομία έντασης γνώσης, αυξάνοντας σημαντικά το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξής της (κατά 1-2 ποσοστιαίες μονάδες ετησίως την πρώτη δεκαετία έντονων μεταρρυθμίσεων και κατά περίπου ½ ποσοστιαίας μονάδας ετησίως μεσοπρόθεσμα). Συνεκτιμώντας τις συνέργειες αυτής της μεταρρύθμισης με ένα δεκτικό στην καινοτομία επιχειρηματικό τομέα, η συνολική επίδραση στο ΑΕΠ μπορεί να φτάσει τα €50 δις ετησίως σε ορίζοντα δεκαετίας.
Μια στατιστική έρευνα δεν αρκεί για να στηρίξει αυθαίρετα συμπεράσματα όπως δυστυχώς συχνα πυκνά επιχειρούν να κάνουν οι πολιτικοί.
Εκτός πλαισίου αναφοράς καμία έρευνα δεν μπορεί να λειτουργήσει ούτε υπερ της ίδρυσης ιδιωτικών ΑΕΙ ούτε υπερ της επέκτασης των δημοσίων ΑΕΙ.
Ας μην ξεχνάμε πού μας οδήγησε το μονοπάτι του πληθωρισμού σε τμήματα και σχολές, με 25+ ΑΕΙ διασκορπισμένα σε κάθε γωνιά της Ελλάδας.