Η τηλεκπαίδευση δεν είναι παίξε γέλασε

Οι εκπαιδευτικοί είναι ίσως ο μόνος κλάδος του δημοσίου που αφιερώνει άφθονο χρόνο, πέραν του υπηρεσιακού, για διδακτική προετοιμασία, επιμορφώσεις και άλλες εκπαιδευτικού τύπου υποχρεώσεις, σε ώρες και ημέρες που άλλοι κλάδοι έχουν αργία

29/03/2020

Άκουσε το άρθρο

Γιάννης Κασκαμανίδης
Δάσκαλος, Φλώρινα

Στη δύσκολη και δραματική συγκυρία που διαμορφώνεται από την εμφάνιση και εξάπλωση του κορονοϊού, η τηλεκπαίδευση μπήκε στη ζωή μας ορμητικά και απροσδόκητα και παρουσιάστηκε ως η εκπαιδευτική διαδικασία που μπορεί να λύσει όλα τα προβλήματα που ανακύπτουν από το κλείσιμο των σχολείων. Η είδηση για την τηλεκπαίδευση διαδόθηκε αστραπιαία και με εκκωφαντικό θόρυβο παντού, οπότε κανένας δεν μπορεί να πει εκ των υστέρων ότι δεν το γνώριζε. Στο κείμενο αυτό θα προσπαθήσω να προσεγγίσω μερικές μόνο πλευρές του ζητήματος.
Ισότιμη πρόσβαση στα δημόσια αγαθά

Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η τηλεκπαίδευση έχει, ή μπορεί να έχει, καθολική ισχύ, καθώς ούτε οι εκπαιδευτικοί ούτε οι μαθητές έχουν ισότιμη πρόσβαση στα μέσα και στις υπηρεσίες. Δεν έχουν όλοι ηλεκτρονικούς υπολογιστές ή φορητές συσκευές και πρόσβαση στο διαδίκτυο, αλλά και αυτοί που έχουν δεν σημαίνει ότι ο εξοπλισμός τους ή η ταχύτητα του διαδικτύου πληρούν τις ελάχιστες προϋποθέσεις προκειμένου να οργανώσουν ή να παρακολουθήσουν σύγχρονη ή ασύγχρονη τηλεκπαίδευση. Και βέβαια, δεν μπορεί κανείς να τους υποχρεώσει να προβούν στα αναγκαία έξοδα, προκειμένου να αγοράσουν, ή να αναβαθμίσουν, εξοπλισμό και πρόσβαση στο διαδίκτυο, προκειμένου να απολαμβάνουν ένα αγαθό που είναι δημόσιο και δωρεάν: την παιδεία. Υπάρχει βέβαια και ένα μεγάλο ποσοστό εκπαιδευτικών και μαθητών που έχουν εξοπλισμό και γρήγορη πρόσβαση στο διαδίκτυο και επομένως μπορούν να ανταποκριθούν με επάρκεια στην πρόκληση της τηλεκπαίδευσης.

Όμως, δεν έχουν όλοι ισότιμη πρόσβαση στα μέσα και αυτό από μόνο του δημιουργεί ανισότητα πρόσβασης στο δημόσιο αγαθό της παιδείας, ενώ παράλληλα εργαλειοποιείται σε μια προσπάθεια ιδιωτικοποίησής της και, επίσης, καθιστά την τηλεκπαίδευση στην παρούσα φάση μη υποχρεωτική για τους συντελεστές της. Επομένως, η ενοχοποίηση και στοχοποίηση εκπαιδευτικών, γονέων και μαθητών δεν νομιμοποιείται.

Η διαρκής κρίση του Π.Σ.Δ.

Το Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο απολαμβάνει κι αυτό, χάρη στην ενσκήψασα τηλεκπαίδευση, απρόσμενη δημοσιότητα και προσελκύει το ενδιαφέρον εκπαιδευτικών, μαθητών και γονιών. Όλοι θέλουν να αξιοποιήσουν τις, παντελώς άγνωστες μέχρι πρότινος, υπηρεσίες του, που τώρα φαίνονται ελκυστικές. Αυτή η πολυκοσμία, όμως, ανέδειξε και τα δομικά προβλήματα του Π.Σ.Δ., γνωστά εδώ και καιρό στους ανθρώπους του και στους χρήστες του: την ένδεια ανθρώπινου δυναμικού και υποδομών.

Βέβαια, δεν μπορεί να απαιτήσει κανείς μέσα σε ελάχιστες ημέρες να λυθούν όλα τα προβλήματα του Π.Σ.Δ. και μάλιστα κάτω από τις συνθήκες που επικρατούν. Πρέπει, όμως, να γίνει κατανοητό – και απαιτητό – ότι η μοναδική αυτή υποδομή που διασυνδέει εκατοντάδες χιλιάδες εκπαιδευτικούς, μαθητές και υπηρεσίες, θα πρέπει, σε εύλογο για τη συγκυρία χρόνο, να στελεχωθεί και να εξοπλιστεί με όσους και όσα θα την καταστήσουν λειτουργική στην εκπαιδευτική καθημερινότητα, αλλά ακόμα και υπό την πίεση ραγδαίων και δυσμενών εξελίξεων.

Με αυτά τα δεδομένα και μέχρι να υπάρξει ένα Π.Σ.Δ. στιβαρό και λειτουργικό, είναι μάλλον επιβεβλημένη η προσφυγή σε εμπορικές εφαρμογές, είτε δωρεάν είτε με πληρωμή, τόσο από το Υ.ΠΑΙ.Θ., που φαίνεται να ανακουφίζεται προσωρινά από την πίεση, όσο και από τους εκπαιδευτικούς γιατί έτσι μπορούν να παρέχουν λειτουργική τηλεκπαίδευση. Και αυτό γιατί τηλεκπαίδευση πρέπει να κάνουμε τώρα. Εκτός από την οικονομική διάσταση αυτής της επιλογής, που μπορεί να εξασφαλίζει δωρεάν και απρόσκοπτη πρόσβαση, υπάρχει το ζήτημα των προσωπικών δεδομένων: ακόμη και αν δεν «πάθει» κανείς κάτι, οι εταιρείες με μηδενικό κόστος συλλέγουν δεδομένα και κερδοσκοπούν. Εγείρονται λοιπόν ζητήματα ασφάλειας των χρηστών, αλλά και ηθικά, των οποίων η πραγμάτευση και οι συνακόλουθες επιλογές φαίνεται πως εγκλωβίζονται στη μέγγενη των αδιέξοδων επιλογών: μη λειτουργικές, αλλά ασφαλείς για τους χρήστες, υπηρεσίες του Π.Σ.Δ. ή λειτουργικές εμπορικές υπηρεσίες με κόστος τα προσωπικά δεδομένα;

Αν το δοκιμαζόμενο Εθνικό Σύστημα Υγείας είναι αυτό που προσπαθεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες που ανακύπτουν από τον κορονοϊό και τα καταφέρνει, σε αντίθεση με τον ιδιωτικό τομέα της υγείας που φαίνεται πως παραχωρεί, πρόθυμα, έδαφος στο Ε.Σ.Υ., στην εκπαίδευση ισχύει το αντίστροφο: δεν είναι το δημόσιο Π.Σ.Δ. αυτό που ικανοποιεί τις ανάγκες της τηλεκπαίδευσης, αλλά οι υπηρεσίες του ιδιωτικού τομέα. Αρκεί να έχει κανείς τον απαραίτητο εξοπλισμό.

Σύγχρονη ή ασύγχρονη;

Ενώ για το τεχνικό και πληροφορικό σκέλος της τηλεκπαίδευσης ταλαιπωρούνται χιλιάδες πληκτρολόγια και ποντίκια, μόλις και μετά βίας διακρίνει κανείς νύξεις, έστω, για το παιδαγωγικό και διδακτικό κομμάτι αυτής της υπόθεσης. Ενώ, για παράδειγμα, έγιναν ξαφνικά γνωστές πλατφόρμες σύγχρονης και ασύγχρονης τηλεκπαίδευσης, τόσο του Π.Σ.Δ. όσο και εμπορικές, και όλοι σπεύδουν να κάνουν σεμινάρια, να παρακολουθούν επαΐοντες σε βίντεο για το how to και να δημιουργούν υλικό, δεν φαίνεται να απασχολεί και πολύ η παιδαγωγική και διδακτική μεθόδευση που πρέπει να προηγηθεί. Είναι βέβαια από τη μια η ταχύτητα με την οποία συμβαίνουν τα πράγματα, που δημιουργεί άγχος στους εκπαιδευτικούς, αλλά είναι επίσης – και κυρίως – η έλλειψη συναφούς γνώσης. Επομένως, όλοι προσπαθούν να λύσουν το πρόβλημα που αντιλαμβάνονται: τι κάνω και πώς το κάνω με αυτή την εφαρμογή. Δεν είναι καθόλου αυτονόητο ότι όποιος έχει επιμορφωθεί, ακόμη και στο Β’ Επίπεδο, μπορεί να κάνει, χωρίς προϋποθέσεις, τηλεκπαίδευση και μάλιστα με τον πιο πρόσφορο, από παιδαγωγική και διδακτική άποψη, τρόπο. Δεν επιμορφώθηκε γι’ αυτό. Να λοιπόν τι πρέπει να συμπεριλάβουν τα αμέσως επόμενα προγράμματα επιμόρφωσης στις Τ.Π.Ε.: την τηλεκπαίδευση. Αλλά και τα παιδαγωγικά τμήματα και οι άλλες σχολές παιδαγωγικής εκπαίδευσης θα πρέπει να ανανεώσουν τα προγράμματα σπουδών τους προς αυτή την κατεύθυνση.

Για τον τομέα της σύγχρονης τηλεκπαίδευσης, όσο και όπως εφαρμόζεται τον τελευταίο καιρό, δεν είναι πολλά τα τεκμήρια που να μας επιτρέπουν να σχηματίσουμε μια εικόνα για το είδος και την ποιότητα της διδακτικής και παιδαγωγικής μεθόδευσης που ακολουθούν οι εκπαιδευτικοί στις μέχρι τώρα προσπάθειές τους. Οπότε δεν μπορούμε να αξιολογήσουμε, Ωστόσο, στη σύγχρονη τηλεκπαίδευση, το γεγονός ότι ο εκπαιδευτικός έχει τη δυνατότητα να αποκαταστήσει την επικοινωνία με τους μαθητές του σε πραγματικό χρόνο, παράγει παιδαγωγικά οφέλη, καθώς συνεχίζεται και ανανεώνεται η παιδαγωγική σχέση που έχει συναφθεί μεταξύ τους και, επίσης, εμπλουτίζεται από τα ψηφιακά περιβάλλοντα εντός των οποίων πραγματοποιείται. Στην τηλεδιάσκεψη ο εκπαιδευτικός μπορεί σε πραγματικό χρόνο να αναθέσει εργασίες, να καθοδηγήσει – διευκολύνει τους μαθητές του στη διεκπεραίωσή τους, είτε αυτές γίνονται με συμβατικά είτε με ψηφιακά μέσα και, αξιοποιώντας την κοινή χρήση οθόνης, να αξιολογήσει τις εργασίες τους. Μέσω της συνομιλίας μπορεί να κοινοποιήσει συνδέσμους για πρόσβαση σε διαδικτυακό υλικό και αρχεία για ανάθεση ασύγχρονων εργασιών, οι οποίες θα συζητηθούν στην επόμενη διαδικτυακή συνάντηση. Αυτά όσον αφορά τις δημοφιλείς πλατφόρμες τηλεδιάσκεψης Skype, Viber, Messenger. Αν πρόκειται για πιο εξελιγμένες πλατφόρμες (Webex, Zoom, Blackboard) που έχουν αναπτυχθεί με σκοπό την τηλεκπαίδευση, τότε τα πράγματα είναι ακόμη καλύτερα, καθώς είναι ευκολότερη η διαχείριση της ψηφιακής τάξης με τις δυνατότητες που προσφέρονται. Σε κάθε περίπτωση, τόσο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων όσο και για την εστίαση στη διδακτική πράξη και όχι στα πρόσωπα, οι κάμερες θα πρέπει να παραμένουν κλειστές. Επιπρόσθετα, είναι και θέμα εξοικονόμησης πόρων.

Στην ασύγχρονη τηλεκπαίδευση, με βάση όσα μπορεί κανείς να παρατηρήσει στα μαθήματα ανοιχτής πρόσβασης που έχουν δημιουργηθεί στο eclass του Π.Σ.Δ., αλλά και στις συζητήσεις στα social media, η κυρίαρχη τάση είναι η ανάρτηση φύλλων εργασίας, συνδέσμων και πολυμεσικού υλικού. Πρόκειται για μια πράξη στο πλαίσιο του εφικτού, αυτό μπορώ αυτό κάνω, αλλά σίγουρα απέχει από το να θεωρηθεί πράξη με παιδαγωγικό και διδακτικό πλαίσιο. Ακόμη και αν αυτό το βήμα είναι δειλό και ατελέσφορο, δεν παύει να δηλώνει την επιθυμία και την προθυμία των εκπαιδευτικών να δοκιμάσουν κάτι καινούριο, ακόμη και αν ξεκινούν από το μηδέν. Πάντως, αν τα «μαθήματα» στο eclass παραμείνουν σε αυτή την κατάσταση δεν έχουν να προσφέρουν στους μαθητές παρά ελάχιστα πράγματα.

Αυτό που εκκρεμεί είναι η περαιτέρω εξοικείωση με το σύνολο των δυνατοτήτων που δίνει το eclass, πέρα από αυτές της ανάρτησης εκπαιδευτικού υλικού: τα εργαλεία επικοινωνίας, τις δραστηριότητες/εργασίες, την αξιολόγηση και την οργάνωση της τάξης. Αυτό όμως που δίνει τη δυνατότητα να οργανώσουμε όλα τα παραπάνω, ώστε να είναι δυνατός ο διδακτικός σχεδιασμός, είναι η δημιουργία ενοτήτων, ο χαρακτήρας των οποίων μπορεί να είναι θεματικός (εστίαση σε θέματα), χρονικός (κατανομή σε εβδομάδες), ή κοινωνικός (οργάνωση τάξης). Επειδή στην ασύγχρονη τηλεκπαίδευση απουσιάζει η ζωντανή επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητών, θα πρέπει αυτή να συνοδεύεται από τηλεδιασκέψεις με όποια εφαρμογή κρίνει κάθε εκπαιδευτικός προσφορότερη.
Μαζί με το eclass απρόσμενη δημοσιότητα απολαμβάνει τον τελευταίο καιρό και η ψηφιακή εκπαιδευτική πλατφόρμα e-me, που έχει στο επίκεντρό της, ως παιδαγωγικό εργαλείο, την κυψέλη. Και εδώ, όπως και στο eclass ή το elearning (το Moodle του Π.Σ.Δ.), η ανάρτηση φυλλαδίων εργασίας, ανάθεσης εργασιών ας πούμε, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι πρόκειται για παιδαγωγική πρακτική με διδακτικό σχεδιασμό. Θα πρέπει να αναζητηθούν οι συνδυασμοί και οι τρόποι αξιοποίησης των εργαλείων που προσφέρει η e-me, με γνώμονα τη δημιουργία κυψελών όπου θα συντελείται, στα όρια του εφικτού, παιδαγωγικό και διδακτικό έργο. Το επίδικο ζήτημα σε αυτή την περίπτωση δεν είναι τι θα κάνει ο εκπαιδευτικός ή τι υλικό θα ανεβάσει, αλλά τι θα κάνουν οι μαθητές με το υλικό αυτό χρησιμοποιώντας τις ΤΠΕ, το οποίο δεν θα μπορούσαν να κάνουν χωρίς αυτές. Με αυτόν τον τρόπο τα ψηφιακά μέσα καθίστανται γνωστικά εργαλεία και αξιοποιείται η προστιθέμενη αξία τους.

Επιστρέφοντας στην e-me, μπορούμε να κάνουμε μια αδρή κατηγοριοποίηση των δυνατοτήτων που προσφέρει, με κριτήριο την ένταξή τους σε στάδια της διδασκαλίας προκειμένου να εξυπηρετήσουν τη διδακτική διαδικασία. Μια πρώτη κατηγορία, αυτή της οργάνωσης και προετοιμασίας των μελών της κυψέλης, απαρτίζουν οι δυνατότητες της προσθήκης μελών, της δημιουργίας πλάνου της τάξης και οι δημοσκοπήσεις. Για το εκπαιδευτικό υλικό και τις δραστηριότητες, μαθησιακής διαδικασίας και αξιολόγησης, η e-me μας δίνει πολλές δυνατότητες: να αναρτήσουμε υλικό· με την εφαρμογή my photodentro να φτιάξουμε μια συλλογή μαθησιακών αντικειμένων και άλλου εκπαιδευτικού υλικού από το Φωτόδεντρο, τον Εθνικό Συσσωρευτή Εκπαιδευτικού Περιεχομένου· να δημιουργήσουμε blogs στα οποία θα ενσωματώσουμε υλικό (e-me blogs)· να δημιουργήσουμε πολυμεσικές διαδραστικές δραστηριότητες ανοιχτού αλλά και κλειστού τύπου με την εφαρμογή e-me content (η οποία πολύ εύκολα μπορεί να υποβιβαστεί σε εργαλείο δημιουργίας ασκήσεων μόνον κλειστού τύπου)· να οργανώσουμε φακέλους προσωπικών επιτευγμάτων, e-portfolio, που θα αναδεικνύουν τη δουλειά που έχει κάνει κάθε μέλος της κυψέλης πάνω σε ένα συγκεκριμένο θέμα ή έναν στόχο· με την εφαρμογή e-me assignments, μπορεί να γίνει ανάθεση εργασιών από τον εκπαιδευτικό σε μαθητές, αλλά και από μαθητές σε άλλους μαθητές, διεκπεραίωση ανατιθέμενης εργασίας, υποβολή και αξιολόγηση/ανατροφοδότηση. Στην e-me, όπως και στις άλλες υπηρεσίες του Π.Σ.Δ., η διασύνδεση εκπαιδευτικών, μαθητών και υπηρεσιών μπορεί να γίνει μόνο με το όνομα χρήστη του λογαριασμού στο Π.Σ.Δ., ή με το ονοματεπώνυμό του χρήστη.

Από τη στιγμή που είμαστε όλοι κλεισμένοι στα σπίτια μας, η δημιουργία ομάδων μαθητών και η συνεργατική δουλειά εντός τους, θα έλεγε κανείς ότι μόνο στο χώρο του φανταστικού μπορεί να έχει θέση. Όμως, το Π.Σ.Δ. διαθέτει μια σχετικά άγνωστη και παραμελημένη υπηρεσία, την γραφίς, που αφορά τη δημιουργία και επεξεργασία κοινόχρηστων αρχείων, αντίστοιχη των Google Docs. Με μια πολύ σημαντική διαφορά: στη γραφίς τα προσωπικά δεδομένα και το περιεχόμενο προστατεύονται από το Π.Σ.Δ. Και μια έλλειψη: η γραφίς δεν διαθέτει δυνατότητα δημιουργίας φορμών. Για όσους χρησιμοποιούν ήδη τα Google Docs, είναι γνωστή η αξία της εργασίας με κοινόχρηστα αρχεία επεξεργαστή κειμένου, υπολογιστικού φύλλου, εφαρμογής παρουσίασης και φόρμες. Με εξαίρεση τις τελευταίες, η γραφίς μπορεί να φιλοξενήσει όλες τις άλλες διδακτικές δραστηριότητες που σχετίζονται με κοινόχρηστα αρχεία.

Κοντολογίς, ένα σενάριο χρήσης: οι μαθητές οργανώνονται σε ομάδες· ο εκπαιδευτικός αναθέτει, με σύγχρονο ή ασύγχρονο τρόπο, εργασίες στις ομάδες· κάθε ομάδα δημιουργεί ένα κοινόχρηστο έγγραφο στο οποίο τα μέλη της εργάζονται από κοινού για να διεκπεραιώσουν την εργασία· ο εκπαιδευτικός βλέπει και αξιολογεί την κάθε εργασία σημειώνοντας πάνω στο κοινόχρηστο έγγραφο· τα έγγραφα όλων των ομάδων κοινοποιούνται σε όλα τα μέλη της τάξης.

Αυτά, θα πει κανείς, απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, εξοπλισμό και… και… Συμφωνώ. Δεν απευθύνομαι, όμως, αποκλειστικά στους εκπαιδευτικούς, αν και αρκετοί θα εκλάβουν τις παραπάνω αναφορές ως αρθρώματα στο ήδη πλούσιο ψηφιακό τους ρεπερτόριο. Απευθύνομαι και σε αυτούς που σχεδιάζουν την εκπαιδευτική πολιτική, τα προγράμματα μόρφωσης, κατάρτισης, επιμόρφωσης, σε κάθε φορέα της εκπαίδευσης. Είναι δική τους δουλειά, καταρχήν, να εκπαιδεύσουν, να χρηματοδοτήσουν, να υποστηρίξουν τον εκπαιδευτικό κόσμο σε ζητήματα που αφορούν την αποτελεσματική χρήση των Τ.Π.Ε. Πιο αναλυτικά, δεν είναι μόνο θέμα χρόνου η εξοικείωση των εκπαιδευτικών, όσων τουλάχιστον συνεχίσουν, με τα εργαλεία τηλεκπαίδευσης που αναφέρθηκαν παραπάνω. Υπάρχουν κι άλλες σοβαρές εκκρεμότητες: η αναβάθμιση των υποδομών του Π.Σ.Δ. και η στελέχωσή του με ανθρώπινο δυναμικό· η επαρκής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε ζητήματα διδακτικής αξιοποίησης των ΤΠΕ και η ουσιαστική στήριξή τους κατά την εφαρμογή· η συνεχής τεχνική υποστήριξή τους· η συνεχής αναβάθμιση του εξοπλισμού των σχολείων. Επειδή όμως αυτά είναι πάγια και διαχρονικά αιτήματα και στο μεγαλύτερο μέρος τους παραμένουν αιτήματα, άρα μοιάζει σαν ανούσια επανάληψη, θα πρέπει να γίνει γνωστό και να προβληθεί πως, παρά τις πάγιες ελλείψεις, ό,τι γίνεται, στο βαθμό και με τον τρόπο που γίνεται στα σχολεία μας, είναι κατόρθωμα των εκπαιδευτικών που βάζουν πλάτη σε όλες τις προσπάθειες ανανέωσης του εκπαιδευτικού έργου. Τα επιτεύγματα αυτών των προσπαθειών μπορεί να μην έχουν τη λάμψη των ολυμπιακών μεταλλίων και να μην αποδίδουν δόξα και δημοφιλία, είναι όμως παρατηρήσιμα και μετρήσιμα. Και ενίοτε, προκαλούν την έκπληξη και το ενδιαφέρον προσώπων, φορέων και θεσμών. Μέχρι να κλείσουν τα φώτα.

Κάτι ακόμα, σημαντικό κι αυτό. Οι υπηρεσίες που προσφέρει το Π.Σ.Δ. βασίζονται σε Ελεύθερο Λογισμικό/Λογισμικό Ανοιχτού Κώδικα (Ε.Λ./Λ.Α.Κ.). Αυτό, όμως, σε έναν κόσμο που έχει εθιστεί και βυθιστεί στο διαδικτυακό τζάμπα (εφαρμογές, ενημέρωση, ψυχαγωγία, επικοινωνία, σοσιαλμίντια, γουατέβερ), δεν λέει απολύτως τίποτε. Όπως, φυσικά, δεν λέει και πολλά στον εμπορικό ψηφιακό κόσμο. Για να δούμε. Η χρήση του Ε.Λ./Λ.Α.Κ., καταρχήν, δεν σημαίνει απαραίτητα την καταβολή χρημάτων, καθώς μπορεί να είναι και δωρεάν. Και αυτό απαλλάσσει ένα ήδη καχεκτικό και κακομαθημένο δημόσιο από το να ξοδέψει ένα σωρό χρήματα για ψηφιακές υποδομές και υπηρεσίες, αφού μπορεί να χρησιμοποιήσει εφαρμογές Ε.Λ./Λ.Α.Κ. Και στην περίπτωση του Π.Σ.Δ. το κάνει πολύ επιτυχημένα, μειώνοντας το κόστος. Την ίδια στιγμή, όμως, μειώνει ακόμη περισσότερο το κόστος αυτής της πελώριας ψηφιακής υποδομής, με την υποστελέχωση και την ένδεια του εξοπλισμού και στην πράξη φαλκιδεύει την λειτουργικότητά της – και τη δημοτικότητά της!

Το Ε.Λ./Λ.Α.Κ., γενικά μιλώντας για την Ελλάδα, δεν είναι ούτε άγνωστο ούτε στα σπάργανα. Υπάρχουν καταρχάς θεσμικοί φορείς που ασχολούνται με αυτό (οργανισμοί, πανεπιστήμια, εργαστήρια), αλλά και ένα πλήθος ανθρώπων που αναπτύσσουν, βελτιώνουν, δοκιμάζουν, υποστηρίζουν και μεταφράζουν εφαρμογές Ε.Λ./Λ.Α.Κ. Κάποιες από αυτές τις δραστηριότητες αμείβονται, κάποιες άλλες γίνονται εθελοντικά. Το Ε.Λ./Λ.Α.Κ., δηλαδή, δεν βρίσκεται στο περιθώριο της οικονομικής δραστηριότητας ούτε παρασιτεί εις βάρος της. Είναι κομμάτι της, που χρειάζεται, όμως, υποστήριξη. Είναι ένας τομέας, ο οποίος εκτός από τη χρηστικότητά του, αναδεικνύει αξίες, όπως ο εθελοντισμός και συμβάλλει ενεργά στη διαμόρφωση και βελτίωσης της συνεργατικής κουλτούρας του διαδικτύου.

Το υλικό και ο τρόπος

Μέχρι τώρα, παρατηρώντας κανείς τα ανοιχτά μαθήματα του eclass, τις αναρτήσεις στα social media και τις σχετικές με την τηλεκπαίδευση συζητήσεις, διαπιστώνει ότι σε αυτό το νέο τοπίο, στην ασύγχρονη τηλεκπαίδευση έχουν μεταφερθεί οι πάγιες διδακτικές πρακτικές των πραγματικών τάξεων και προτείνεται το ίδιο εκπαιδευτικό υλικό: άφθονη γραμματική, αριθμητικές πράξεις, ασκήσεις κλειστού τύπου, τα οποία διαμεσολαβούνται από δασκαλοκεντρικές μεθόδους. Με αυτόν τον τρόπο οι Τ.Π.Ε. υποτάσσονται σε διαδεδομένες – και κατά κοινή ομολογία αναποτελεσματικές – διδακτικές πρακτικές και υποβιβάζονται, στην καλύτερη περίπτωση, σε εποπτικά μέσα, τα οποία καθώς παραμένουν στα χέρια του εκπαιδευτικού, ενισχύουν ακόμη περισσότερο τον κυρίαρχο ρόλο που κατέχει στο δασκαλοκεντρικό μοντέλο. Σαφώς και δεν πρόκειται για συνειδητή επιλογή κατασυκοφάντησης του ψηφιακού κόσμου, αλλά για την αδράνεια που χαρακτηρίζει ένα μέρος του εκπαιδευτικού κόσμου: την παραμονή στα γνωστά και δοκιμασμένα. Την ίδια στιγμή αγνοούνται το Φωτόδεντρο, ο Αίσωπος, ο Πρωτέας, η Ιφιγένεια, αποθετήρια που, παρά το γεγονός ότι περιέχουν πάρα πολύ υλικό που δεν είναι χρήσιμο (ας είμαστε επιεικείς), ωστόσο έχουν πολύ περισσότερο αξιόλογο υλικό που μπορεί να συνεισφέρει σε διδακτικές πρακτικές που διαφοροποιούνται σημαντικά από αυτές που συνήθως ακολουθούνται.

Βέβαια, δεν περιμένει κανείς μέσα σε αυτόν τον τηλεκπαιδευτικό κυκλώνα να ενεργήσουν οι εκπαιδευτικοί με τρόπο που θα αναδεικνύει τις Τ.Π.Ε. ως γνωστικά εργαλεία, αξιοποιώντας προσομοιώσεις, οπτικοποιήσεις και μοντελοποιήσεις, με διερευνητικές, ανακαλυπτικές και εποικοδομητικές μεθόδους, εντός αυθεντικών καταστάσεων μάθησης. Όμως, αυτή η απρόσμενη προσέγγιση του εκπαιδευτικού κόσμου με τον κόσμο της τηλεκπαίδευσης δεν πρέπει να μείνει χωρίς αξιοποίηση. Πρέπει να κεφαλαιοποιηθεί άμεσα στα επόμενα προγράμματα επιμόρφωσης. Φυσικά, δεν μπορούμε παρά να είμαστε ελάχιστα αισιόδοξοι ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί και, πολύ περισσότερο, ότι θα αποδώσει. Όμως, είναι μια ευκαιρία.

Λανθάνει και μια τάση να τονίζεται η αποτελεσματική χρήση των Τ.Π.Ε. στα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και τα επιτεύγματά τους. Όσον αφορά τα επιτεύγματα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι τα δημόσια σχολεία καθόλου δεν υστερούν. Για την αποτελεσματική χρήση, όμως, των Τ.Π.Ε., ας μου επιτραπεί μια παρέκβαση. Προσωπική και απολύτως μερική. Σε ημερίδα για την ένταξη των Τ.Π.Ε. στη διδακτική διαδικασία κλήθηκε εκπαιδευτικός ιδιωτικού σχολείου να παρουσιάσει σε εκπαιδευτικούς δημόσιων σχολείων την πλατφόρμα Moodle για την ασύγχρονη τηλεκπαίδευση. Μετά από μια διεξοδική παρουσίαση των χαρακτηριστικών της εποικοδομητικής προσέγγισης και των δυνατοτήτων της πλατφόρμας, προχώρησε στην επίδειξη ενός μαθήματος που είχε δημιουργηθεί σε αυτήν, το οποίο αποτελείτο από αναρτημένο υλικό και ερωτήσεις κλειστού τύπου, με τελευταία την κρεμάλα, η οποία, σύμφωνα με τον εισηγητή, εντασσόταν στην ψυχαγωγική εκμάθηση. Δεν ισχυρίζομαι ότι το ίδιο μπορεί να συμβαίνει στα περισσότερα ή σε όλα τα ιδιωτικά σχολεία. Δεν ξέρω. Όμως, είμαι σίγουρος ότι οι ιθαγενείς έχουν λιγοστέψει επικίνδυνα.

Το μέγα ζήτημα της «κάλυψης»

Μέσα στη δίνη της τηλεκπαίδευσης, είτε από παραπληροφόρηση είτε ηθελημένα, αρκετοί εκπαιδευτικοί έχουν σχηματίσει την εντύπωση ότι είναι υποχρεωμένοι να κάνουν τηλεκπαίδευση. Για το λόγο αυτό, δημιουργούν ένα μάθημα στο eclass ή μια κυψέλη στην e-me, αναρτούν ένα ελάχιστο υλικό, π.χ. ένα φυλλάδιο με ασκήσεις και μπορούν έτσι να ισχυριστούν δύο πράγματα: πρώτον ότι κάνουν τηλεκπαίδευση και δεύτερον ότι είναι «καλυμμένοι δια παν ενδεχόμενον». Να ομολογήσουμε εδώ ότι δεν είναι λίγα αυτά που γίνονται στον εκπαιδευτικό χώρο «για να είμαστε καλυμμένοι». Μια τέτοια προσέγγιση της τηλεκπαίδευσης βάζει δύο θέματα στο τραπέζι: καλυμμένοι σε τι και από ποιον, ένα, και δεύτερον το ζήτημα των ψευδεπίγραφων πράξεων που γίνονται στο όνομα της «κάλυψης».

Καταρχήν δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε τηλεκπαίδευση επειδή προέκυψε τώρα αυτή η ανάγκη, ούτε και κανένας αρμόδιος φορέας έκανε σχετική αναφορά. Αρκετά σημεία που αναπτύχθηκαν παραπάνω συνηγορούν σε αυτό, ιδίως, όμως, η αναφορά στο ζήτημα της ανισομερούς πρόσβασης σε εξοπλισμό και διαδίκτυο. Ξανά: από τη στιγμή που δεν μπορούν όλοι, εκπαιδευτικοί και μαθητές, να συμμετέχουν ισότιμα στην τηλεκπαίδευση, δεν μπορεί αυτή να είναι υποχρεωτική για κανέναν. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα κάνουμε ή δεν θα προσπαθήσουμε να κάνουμε τηλεκπαίδευση. Και αυτό γίνεται με όλα τα προβλήματα και τις αδυναμίες που συνεπάγεται η πρώτη γνωριμία με τον χώρο της τηλεκπαίδευσης. Η επίκληση λοιπόν της «κάλυψης» και οι συνακόλουθες ψευδεπίγραφες πράξεις είναι αχρείαστες – και ανήθικες.

Έπεα πτερόεντα και κύμβαλα αλαλάζοντα

Σε όσα μέχρι στιγμής έχουν διαμειφθεί σε σχέση με την τηλεκπαίδευση, δεν υπάρχει νομίζω κάτι που να δικαιολογεί την έπαρση θεσμικών, εκλεγμένων ή μετακλητών, προσώπων και τους πανηγυρισμούς για την, συζητήσιμη, λειτουργικότητα και αποτελεσματικότητα της τηλεκπαίδευσης. Ούτε χρειάζεται να υπερθεματίζουμε και να κομπάζουμε, πλειοδοτώντας χωρίς στοιχεία και επιχειρήματα.

«Τα γραπτά μένουν, όπως και οι πράξεις», μπορούμε να πούμε αν θέλουμε να αντιτεθούμε στον τίτλο αυτής της παραγράφου. Η εστίαση σε αυτό που πραγματικά γίνεται – και είναι αυτό που θα μείνει, θα μας δώσει πολύτιμα στοιχεία, τόσο για την τηλεκπαιδευτική πραγματικότητα αυτή καθαυτή, όσο και για τον μελλοντικό σχεδιασμό. Επομένως, ο όποιος προβληματισμός αναπτυχθεί για την τηλεκπαίδευση, θα πρέπει να βασίζεται στα πραγματικά δεδομένα και στις ανάγκες που θα κληθεί να ικανοποιήσει, ή να αντιμετωπίσει σε έκτακτες καταστάσεις όπως τώρα. Η ορθολογική αντιμετώπιση του ζητήματος, η ορθή επικοινωνία και δημοσιοποίησή του, παίζουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην οργάνωση και τη λειτουργία των υποδομών, στην αποτελεσματική και ωφέλιμη μακροημέρευσή τους.

Last but not least

Στις δύσκολες συγκυρίες ενεργοποιείται ο κοινωνικός αυτοματισμός, μια εξουσιαστική πρακτική που επιχειρεί να κυριαρχήσει στο κοινωνικό σύνολο αποπροσανατολίζοντάς το από το πραγματικό πρόβλημα και στρέφοντας την προσοχή του σε κάποιο υποτιθέμενο ή κατασκευασμένο πρόβλημα, κατηγορώντας ταυτόχρονα μια συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού ως υπεύθυνη για το πρόβλημα.

Από ελάχιστους δημοσιογράφους τις τελευταίες ημέρες οι εκπαιδευτικοί παρουσιάστηκαν συλλήβδην ως τεμπέληδες, ενώ άλλοι δημοσιογράφοι, λειτουργώντας ως εντεταλμένοι προβοκάτορες, υπερασπιστές κατά τα άλλα των φτωχών και των αδυνάτων, ρώτησαν κυβερνητικά στελέχη για την περίπτωση μείωσης των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων. Τα οποία στελέχη, όπως είναι αναμενόμενο σε αυτές τις περιπτώσεις, άδραξαν την ευκαιρία για σιβυλλικές απαντήσεις. Και οι μεν και οι δε δημοσιογράφοι, επιχειρούν την ενεργοποίηση του κοινωνικού αυτοματισμού και της ενστικτώδους ανθρωποφαγικής συμπεριφοράς και, γιατί όχι, των αντανακλαστικών του κυβερνητικού προσωπικού που στη συγκυρία αυτή θα βρει μια καλή δικαιολογία για μια οικονομική πολιτική λιτότητας, ως επιτυχημένη συνέχεια της αυτής που επιβλήθηκε από το 2010. Στην αρένα λοιπόν και οι εκπαιδευτικοί, γιατί κάποιοι ισχυρίζονται ότι είναι υπεραμειβόμενοι τεμπέληδες, μαζί με πρόσφυγες, μετανάστες, κάθε κατατρεγμένο, ημεδαπούς, αλλοδαπούς, Έλληνες, ξένους, γείτονες, φίλους, γνωστούς, άγνωστους, γιατί, πού ξέρεις; μπορεί να είναι φορείς του ακατανόμαστου ιού. Όλοι αυτοί, λοιπόν, σαν κατάδικοι και άγρια ζώα, βορά στο φιλοθεάμον κοινό που ψάχνει λύτρωση. Βέβαια, το κοινό ποτέ δεν σκέφτεται, ούτε καν υποψιάζεται, ότι μπορεί κάποια στιγμή να έρθει η δική του σειρά να κατέβει ως θύμα στην αρένα.

Θα ήταν στρουθοκαμηλισμός αν ισχυριζόμασταν ότι δεν υπάρχουν ακαμάτηδες στον εκπαιδευτικό χώρο. Υπάρχουν, όπως παντού, σε όλο το φάσμα της κοινωνικής ζωής. Οι αργόσχολοι εκπαιδευτικοί καταλαμβάνουν στον κλάδο τους το ίδιο ποσοστό που καταλαμβάνουν και οι προαναφερόμενοι δημοσιογράφοι στον δικό τους. Αυτή, όμως, η υπερβολική εστίαση σε μια συγκεκριμένη κατηγορία εκπαιδευτικών αλλοιώνει τη μεγάλη εικόνα. Με αυτή την πρακτική είναι σαν να σπρώχνεις τον άλλον από το σβέρκο για να κολλήσεις τη μύτη του σε έναν ζωγραφικό πίνακα και μετά να τον ρωτάς αν απόλαυσε τον πίνακα. Σαν το δάσος και το δέντρο.

Οι εκπαιδευτικοί είναι ίσως ο μόνος κλάδος του δημοσίου που αφιερώνει άφθονο χρόνο, πέραν του υπηρεσιακού, για διδακτική προετοιμασία, επιμορφώσεις και άλλες εκπαιδευτικού τύπου υποχρεώσεις, σε ώρες και ημέρες που άλλοι κλάδοι έχουν αργία.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ:

Σχόλια (1)

Λένα Α.
|

Εύγε ! Πόσο συμφωνώ με όλα όσα γράφετε!

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται και διαγράφονται. Επίσης δεν επιτρέπεται στα σχόλια να αναγράφονται links τα οποία διαγράφονται. Το esos δεν φέρει ευθύνη για τα επώνυμα ή ανώνυμα σχόλια που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ