Κώδικα Δεοντολογίας και Καλής Πρακτικής του Παν. Κρήτης, εξέδωσε το Πανεπιστήμιο Κρήτης, στον οποίο μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής:
Οι φοιτητές/φοιτήτριες είναι ηθικά και δεοντολογικά απαράδεκτο να ασκούν πίεση, ατομικά ή συλλογικά, επί των διδασκόντων/διδασκουσών όσον αφορά την αξιολόγησή τους γενικά, και ειδικότερα όσον αφορά ευνοϊκή μεταχείριση σε βαθμούς ή/και χρόνο απόκτησης του πτυχίου. Σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι η αξιολόγηση εκ μέρους των διδασκόντων/διδασκουσών επανειλημμένως δεν αντιστοιχεί στην επίδοση του φοιτητή/φοιτήτριας, τότε ο/η ενδιαφερόμενος/η μπορεί να κάνει χρήση των δυνατοτήτων που παρέχει η παρ. 10 του άρθρου 33 του ν. 4009/2011.
Η εκδήλωση κάθε μορφής έμφυλης βίας, εκφοβιστικής ή παρενοχλητικής πράξης, λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής, η οποία παραβιάζει την προσωπική σεξουαλική ελευθερία και θίγει τη γενετήσια αξιοπρέπεια είναι ηθικά απαράδεκτη και πρέπει να αντιμετωπίζεται με μηδενική ανοχή από τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Καθηγητές/καθηγήτριες και κάθε κατηγορία διδασκόντων, καθώς και το διοικητικό προσωπικό του Ιδρύματος, οφείλουν στις σχέσεις μεταξύ τους, όπως και στις σχέσεις με φοιτητές/φοιτήτριες, να απέχουν από κάθε πράξη που συνιστά έμφυλη βία κάθε είδους, σεξουαλική παρενόχληση, εκφοβιστική συμπεριφορά και θυματοποίηση, ιδίως σε περιπτώσεις κατοχής άνισης δύναμης. Οι παραπάνω πράξεις, που συνιστούν βαρύτατες παρα- βιάσεις της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας και της ακαδημαϊκής δεοντολογίας, αφορούν τόσο την κατά πρόσωπο άμεση πράξη, όσο και εκείνες που διενεργούνται μέσω κοινωνικών δικτύων διαδικτυακά.
Οποιαδήποτε ευνοϊκή διάκριση απορρέει από δεσμούς συγγένειας ή προσωπικές σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας πρέπει να αποφεύγεται. Κάθε μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλει κατά την άσκηση των καθηκόντων του να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια δύναται να εξυπηρετεί εν γνώσει του, αμέσως ή εμμέσως, οποιοδήποτε ιδιωτικό ή ίδιο συμφέρον, οικονομικό, οικογενειακό ή επαγγελματικό συμφέρον, που θίγει την αμεροληψία, την αντικειμενικότητα και την ανεξαρτησία του. Εάν υφίσταται κάποιος από τους παραπάνω δεσμούς ή σχέσεις, το μέλος οφείλει να απέχει από κάθε διαδικασία συμμετοχής σε λήψη απόφασης και διατύπωση γνώμης, πρότασης ή εισήγησης.
Τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλουν να μην αποδέχονται δώρα ή παροχές ή άλλα ωφελήματα, που συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με την άσκηση των καθηκόντων τους των οποίων η φύση ή η χρηματική αξία εγείρουν ζητήματα μεροληπτικής άσκησης των καθηκόντων τους. Εφόσον προκύψουν τα παραπάνω, το μέλος οφείλει να το δηλώνει στη Σύγκλητο, με ειδική αιτιολογία ως προς την αποδοχή τους. Οποιοδήποτε δώρο ή ωφέλημα γίνεται δεκτό καταχωρίζεται σε ειδικό κατάλογο που τηρείται από τις πανεπιστημιακές αρχές.
Η αξιολόγηση και η πρόσληψη νέων ερευνητών/ ερευνητριών θα πρέπει να γίνεται με πρακτικές ουδετερότητας ως προς το φύλο, τις ταυτότητες φύλου και τον σεξουαλικό προσανατολισμό των ατόμων. Στις ερευνητικές δραστηριότητες οι ερευνητές οφείλουν να μην παραγνωρίζουν τη διάσταση του φύλου και να διασφαλίζουν ότι δεν ακολουθούνται ούτε ενισχύονται στερεότυπα του φύλου.
Οι καθηγητές/καθηγήτριες καθώς και όλες οι κατηγορίες διδασκόντων/διδασκουσών οφείλουν στους φοιτητές και τις φοιτήτριες σεβασμό και μέριμνα. Δεν επιτρέπεται να υποχρεώνονται φοιτητές να ασκούν έργο που συνδέεται με τον προσπορισμό οποιασδήποτε ατομικής ωφέλειας εκ μέρους των διδασκόντων/ διδασκουσών.
Δεν επιτρέπεται η αξιοποίηση των εργαστηρίων, πληροφοριακών τεχνολογιών και πόρων του Ιδρύματος για παράνομες δραστηριότητες και τυχερά παιχνίδια.(ii) Δεν επιτρέπεται η αξιοποίηση των εργαστηριακών υποδομών του Ιδρύματος για την παραγωγή προσωπικού έργου με όφελος.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
Κώδικας Δεοντολογίας και Καλής Πρακτικής του Πανεπιστημίου Κρήτη
Άρθρο 1 Βασικές αρχές
1. Κάθε δραστηριότητα των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας πρέπει να διέπεται από τον σεβασμό στις αρχές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της βιολογικής και πνευματικής ακεραιότητας του ανθρώπου, της ιδιωτικότητας και της διανοητικής ιδιοκτησίας.
2. Κάθε μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλει να εκτελεί το έργο που του έχει ανατεθεί και να φέρει σε πέρας την αποστολή που έχει αναλάβει με σοβαρότητα, επιμέλεια και αφοσίωση.
3. Κατά την επιτέλεση του ακαδημαϊκού έργου πρέπει να αποφεύγεται οποιαδήποτε μορφή διάκρισης που επιφέρει άνιση μεταχείριση, στη βάση της εθνικότητας, της φυλής, της καταγωγής, της γλώσσας, του φύλου, της θρησκείας, των πολιτικών και κοινωνικών πεποιθήσεων, των επιλογών της ιδιωτικής ζωής, του γενετήσιου προσανατολισμού, της σωματικής ικανότητας και της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης.
4. Η εκδήλωση κάθε μορφής έμφυλης βίας, εκφοβιστικής ή παρενοχλητικής πράξης, λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής, η οποία παραβιάζει την προσωπική σεξουαλική ελευθερία και θίγει τη γενετήσια αξιοπρέπεια είναι ηθικά απαράδεκτη και πρέπει να αντιμετωπίζεται με μηδενική ανοχή από τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας.
5. Οποιαδήποτε ευνοϊκή διάκριση απορρέει από δεσμούς συγγένειας ή προσωπικές σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας πρέπει να αποφεύγεται. Κάθε μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλει κατά την άσκηση των καθηκόντων του να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια δύναται να εξυπηρετεί εν γνώσει του, αμέσως ή εμμέσως, οποιοδήποτε ιδιωτικό ή ίδιο συμφέρον, οικονομικό, οικογενειακό ή επαγγελματικό συμφέρον, που θίγει την αμεροληψία, την αντικειμενικότητα και την ανεξαρτησία του. Εάν υφίσταται κάποιος από τους παραπάνω δεσμούς ή σχέσεις, το μέλος οφείλει να απέχει από κάθε διαδικασία συμμετοχής σε λήψη απόφασης και διατύπωση γνώμης, πρότασης ή εισήγησης.
6. Απαγορεύεται η χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών και εγγράφων που περιέρχονται σε γνώση μέλους της πανεπιστημιακής κοινότητας κατά την άσκηση των καθηκόντων του, χωρίς τη συναίνεση του ενδιαφερόμενου, εκτός εάν αυτό ζητηθεί από δικαστική ή ανακριτική αρχή. Ιδιαιτέρως απαγορεύεται η χρήση αυτών προς ίδιον όφελος ή προς όφελος τρίτου προσώπου.
7. Τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλουν να μην αποδέχονται δώρα ή παροχές ή άλλα ωφελήματα, που συνδέονται, άμεσα ή έμμεσα, με την άσκηση των καθηκόντων τους των οποίων η φύση ή η χρηματική αξία εγείρουν ζητήματα μεροληπτικής άσκησης των καθηκόντων τους. Εφόσον προκύψουν τα παραπάνω, το μέλος οφείλει να το δηλώνει στη Σύγκλητο, με ειδική αιτιολογία ως προς την αποδοχή τους. Οποιοδήποτε δώρο ή ωφέλημα γίνεται δεκτό καταχωρίζεται σε ειδικό κατάλογο που τηρείται από τις πανεπιστημιακές αρχές.
8. Οι καθηγητές/καθηγήτριες και όλες οι κατηγορίες διδασκόντων οφείλουν κατά την εκτός Πανεπιστημίου δημόσια ζωή τους να επιδεικνύουν αξιοπρεπή συμπεριφορά, αρμόζουσα σε δημόσιο λειτουργό ή μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας και να μην χρησιμοποιούν την πανεπιστημιακή ιδιότητά τους κατά τρόπο ο οποίος εκθέτει δυνητικά το Πανεπιστήμιο ή προκειμένου να αποσπάσουν οφέλη κάθε είδους για λόγους που δεν σχετίζονται με την πανεπιστημιακή τους ιδιότητα.
9. Κατά τη συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα εφαρμόζονται από όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας οι διατάξεις της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) και της εθνικής νομοθεσίας με σκοπό την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας τους και την ασφαλή κυκλοφορία τους για την επίτευξη των σκοπών του πανεπιστημίου.
10. Η προστασία του φυσικού και πολιτισμικού περιβάλλοντος κατά την υλοποίηση οποιασδήποτε εκπαιδευτικής, ερευνητικής ή διοικητικής διαδικασίας, καθώς και κατά την καθημερινή ζωή στις δύο πανεπιστημιουπόλεις, αποτελεί σημαντική προτεραιότητα. Τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας οφείλουν να τηρούν τη σχετική νομοθεσία, καθώς και να υιοθετούν καλές πρακτικές, προάγοντας την περιβαλλοντική και πολιτισμική ευαισθησία.
11. Απαγορεύεται ρητά η χρήση και η διακίνηση εξαρτησιογόνων ουσιών (ναρκωτικών).
Άρθρο 2
Σχέσεις μεταξύ των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας
1. Οι σχέσεις μεταξύ των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας πρέπει να βασίζονται σε αμοιβαία εμπιστοσύνη και σεβασμό και να διέπονται από ευπρέπεια και κοσμιότητα σε κάθε δραστηριότητα, είτε με φυσική παρουσία είτε διαδικτυακά, εντός και εκτός του Ιδρύματος.
2. Οι καθηγητές/καθηγήτριες και όλες οι κατηγορίες διδασκόντων/διδασκουσών έχουν την υποχρέωση να μην εκμεταλλεύονται με οποιονδήποτε τρόπο την ιδιότητά τους, και ιδίως τη βαθμίδα στην οποία ανήκουν, καθώς και τον θεσμικό τους ρόλο, προκειμένου να υπαγορεύσουν ή να επιβάλουν συγκεκριμένη συμπεριφορά, πράξη, παράλειψη, κρίση ή ψήφο.
3. Στο πλαίσιο της ιεραρχικής δομής και σχέσης μεταξύ των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας, κάθε μέλος αυτής οφείλει να μην παραβαίνει την αρχή του σεβασμού της προσωπικότητας των υφισταμένων του.
4. Όλοι ανεξαιρέτως οι καθηγητές/καθηγήτριες και όλες οι κατηγορίες διδασκόντων/διδασκουσών, ανεξάρτητα από τη βαθμίδα, το φύλο ή άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, οφείλουν να μην αποποιούνται την ανάληψη ευθύνης κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και να συμμετέχουν στα συλλογικά όργανα του Ιδρύματος, όταν και, όπως ο νόμος ορίζει. Οφείλουν επίσης να μην αρνούνται τη συμμετοχή τους σε κατά περίπτωση συνιστώμενες επιτροπές χωρίς να υπάρχει σοβαρό κώλυμα.
5. Οι προσωπικές πεποιθήσεις οφείλουν να μην επηρεάζουν την εκτέλεση των καθηκόντων που απορρέουν από την επαγγελματική ιδιότητα κάθε μέλους της πανεπιστημιακής κοινότητας.
6. Τα δίκτυα ενημέρωσης και επικοινωνίας του Πανεπιστημίου δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται για την προβολή προσωπικών απόψεων των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας.
7. Οι καθηγητές/καθηγήτριες καθώς και όλες οι κατηγορίες διδασκόντων/διδασκουσών οφείλουν στους φοιτητές και τις φοιτήτριες σεβασμό και μέριμνα. Δεν επιτρέπεται να υποχρεώνονται φοιτητές να ασκούν έργο που συνδέεται με τον προσπορισμό οποιασδήποτε ατομικής ωφέλειας εκ μέρους των διδασκόντων/ διδασκουσών.
8. Οι καθηγητές/καθηγήτριες καθώς και όλες οι κατηγορίες διδασκόντων/διδασκουσών οφείλουν να συμπεριφέρονται προς το διοικητικό προσωπικό του Ιδρύματος με τον πρέποντα σεβασμό. Ειδικότερα, οφείλουν να μην απαιτούν από αυτούς/ές την εκτέλεση εργασιών που κείνται εκτός των αρμοδιοτήτων τους, ούτε την ικανοποίηση προσωπικών τους αιτημάτων. Επίσης δεν είναι θεμιτό να απαιτείται από αυτούς/ές εργασία πέραν του ωραρίου τους, αν δεν συντρέχουν σοβαροί λόγοι που συνδέονται με την ιδιότητά τους και την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Η επιπλέον απασχόληση πρέπει να συνυπολογίζεται στον συνολικό αριθμό ωρών εργασίας του υπαλλήλου.
9. Καθηγητές/καθηγήτριες και κάθε κατηγορία διδασκόντων, καθώς και το διοικητικό προσωπικό του Ιδρύματος, οφείλουν στις σχέσεις μεταξύ τους, όπως και στις σχέσεις με φοιτητές/φοιτήτριες, να απέχουν από κάθε πράξη που συνιστά έμφυλη βία κάθε είδους, σεξουαλική παρενόχληση, εκφοβιστική συμπεριφορά και θυματοποίηση, ιδίως σε περιπτώσεις κατοχής άνισης δύναμης. Οι παραπάνω πράξεις, που συνιστούν βαρύτατες παρα- βιάσεις της ανθρώπινης ελευθερίας και αξιοπρέπειας και της ακαδημαϊκής δεοντολογίας, αφορούν τόσο την κατά πρόσωπο άμεση πράξη, όσο και εκείνες που διενεργούνται μέσω κοινωνικών δικτύων διαδικτυακά.
10. Σε περίπτωση που κάποιο μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας γίνει αποδέκτης περιστατικού που περιγράφεται παραπάνω, οφείλει να το αναφέρει σε αρμόδιο όργανο ή επιτροπή του Πανεπιστημίου που έχει οριστεί για τον χειρισμό τέτοιων περιστατικών.
11. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης αποθαρρύνει αισθηματικές σχέσεις ανάμεσα σε διδάσκοντες/διδάσκουσες και σε μέλη της φοιτητικής κοινότητας, οι οποίες μπορεί να συνιστούν σχέσεις εκμετάλλευσης ή/και αθέμιτων ευνοϊκών διακρίσεων.
Άρθρο 3
Ακαδημαϊκή συμπεριφορά φοιτητών και φοιτητριών Χρήση των υποδομών
Οι φοιτητές/φοιτήτριες [προπτυχιακοί, μεταπτυχιακοί, υποψήφιοι διδάκτορες και μεταδιδάκτορες (στο εξής, φοιτητές/φοιτήτριες)] αποκτούν τη φοιτητική ιδιότητα με την εγγραφή τους στον προπτυχιακό/μεταπτυχιακό/διδακτορικό κύκλο σπουδών και αποτελούν ισότιμα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Οι παρακάτω προβλέψεις εξειδικεύουν καθήκοντα φοιτητών/φοιτητριών, στο πλαίσιο άλλωστε των υποχρεώσεων που έχουν όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας με βάση την ιδιότητά τους.
1. Οι φοιτητές/φοιτήτριες έχουν υποχρέωση να επιδεικνύουν επιμέλεια, συνέπεια και υπευθυνότητα σε όλες τις δραστηριότητές τους που σχετίζονται με τη φοιτητική τους ιδιότητα και τη συνεργασία τους με όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας.
2. Οι φοιτητές/φοιτήτριες πρέπει να υποστηρίζουν τις απόψεις τους αξιοπρεπώς, χωρίς αντιδικία ή απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, με σύνεση και σοβαρότητα, σε κάθε μορφή επικοινωνίας, γραπτή ή προφορική.
3. Οι φοιτητές/φοιτήτριες οφείλουν να απέχουν από την πρόκληση, συμμετοχή ή υπόθαλψη πράξεων βίας, συμπεριλαμβανομένης και της λεκτικής βίας.
4. Οι φοιτητές/φοιτήτριες οφείλουν να απέχουν από κάθε πράξη που συνιστά έμφυλη βία κάθε είδους, σεξουαλική παρενόχληση, εκφοβιστική συμπεριφορά και θυματοποίηση, ιδίως σε περιπτώσεις κατοχής άνισης δύναμης.
5. Οι φοιτητές/φοιτήτριες οφείλουν να μη συμμετέχουν σε πράξεις που παρεμποδίζουν την εύρυθμη λειτουργία των οργάνων και των υπηρεσιών του Ιδρύματος, την ακαδημαϊκή ελευθερία στην έρευνα και τη διδασκαλία, καθώς και στην ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών.
6. Οι φοιτητές/φοιτήτριες οφείλουν να προστατεύουν τα κτίρια, τους χώρους, τις εγκαταστάσεις και τον εξοπλισμό του Ιδρύματος, να μεριμνούν για τη διαφύλαξη της καθαριότητας αυτών, να αποφεύγουν οποιαδήποτε ρύπανση, συμπεριλαμβανομένης και της ηχορύπανσης, και να τηρούν τους κανόνες ασφαλείας, απέχοντας από οτιδήποτε μπορεί να προκαλέσει ζημιά στα κτίρια, τις εγκαταστάσεις και την περιουσία του Ιδρύματος.
7. Οι φοιτητές/φοιτήτριες οφείλουν να μη χρησιμοποιούν τα κτίρια, τους χώρους και τις εγκαταστάσεις του Ιδρύματος για πράξεις που προσβάλλουν το κύρος, την εικόνα ή την καλή φήμη του Ιδρύματος.
8. Η χρήση των πανεπιστημιακών χώρων, ανοικτών ή στεγασμένων, των εγκαταστάσεων, των υποδομών και του εξοπλισμού του Ιδρύματος, χωρίς την άδεια των αρμοδίων οργάνων, καθώς και η χρήση των χώρων για την εξυπηρέτηση σκοπών που δεν συνάδουν με την αποστολή του Ιδρύματος, είτε η διευκόλυνση τρίτων για την τέλεση των πράξεων αυτών, απαγορεύεται.
9. Οι εργαστηριακές υποδομές (υπολογιστές, υλικοτεχνικές υποδομές, εξοπλισμός) πρέπει να αξιοποιούνται από τους φοιτητές/τις φοιτήτριες αποκλειστικά για την παραγωγή έργου του Ιδρύματος. Είναι υποχρέωση των φοιτητών/φοιτητριών που κάνουν χρήση των εργαστηρίων να συμπεριφέρονται με σεβασμό και υπευθυνότητα και να αναφέρουν κάθε φθορά ή καταστροφή των υποδομών στα αρμόδια όργανα.
10. Για τη διαχείριση της ασφάλειας των εργαστηρ ακών υποδομών είναι απαραίτητη η συμμόρφωση των φοιτητών/φοιτητριών με τα παρακάτω:
(i) Δεν επιτρέπεται η αξιοποίηση των εργαστηρίων, πληροφοριακών τεχνολογιών και πόρων του Ιδρύματος για παράνομες δραστηριότητες και τυχερά παιχνίδια.
(ii) Δεν επιτρέπεται η αξιοποίηση των εργαστηριακών υποδομών του Ιδρύματος για την παραγωγή προσωπικού έργου με όφελος.
(iii) Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές χωρίς προηγούμενη άδεια και εξουσιοδότηση.
(iv) Τα γραφεία των διδακτορικών και μεταπτυχιακών φοιτητών πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για τη διεξαγωγή έρευνας και τη συμμετοχή αυτών στην εκπαιδευτική διαδικασία του Τμήματος.
11. Οι φοιτητές/φοιτήτριες σε κάθε δραστηριότητά τους οφείλουν να συμπεριφέρονται με κοσμιότητα, αποφεύγοντας τις συμπεριφορές που δεν ταιριάζουν σε ακαδημαϊκό ίδρυμα και μειώνουν το κύρος του Πανεπιστημίου στην κοινωνία. Κατά την τελετή αποφοίτησης ειδικά, οι αποφοιτούντες/αποφοιτούσες, καθώς και όσοι φοιτητές/φοιτήτριες παρευρίσκονται σε αυτήν, οφείλουν να δείχνουν με κάθε τρόπο και συμπεριφορά ότι αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της τελετής.
12. Οι φοιτητές/φοιτήτριες της Ιατρικής, της Ψυχολογίας, και εν γένει όσοι φοιτητές/φοιτήτριες έρχονται σε επαφή με πρόσωπα από ευάλωτες ομάδες υποχρεούνται, κατά τις κλινικές ασκήσεις ή την πρακτική τους άσκηση και γενικά κατά την επαφή τους με ασθενείς ή συνοδούς στο πλαίσιο της εκπαίδευσής τους, να δείχνουν σεβασμό στην προσωπικότητα αυτών και κατανόηση στο πρόβλημα υγείας του ασθενούς.
Άρθρο 4
Διδασκαλία και εξετάσεις
Α. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΩΝ/ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΩΝ
1. Οι διδάσκοντες/διδάσκουσες του Ιδρύματος οφείλουν να τηρούν τις υποχρεώσεις τους με συνέπεια και να τις εκπληρώνουν αυτοπροσώπως. Ενδεχόμενη ανάθεση διδακτικού έργου σε τρίτα πρόσωπα κατ’ αρχήν απαγορεύεται. Μπορεί να γίνεται κατ’ εξαίρεση για ειδικούς μόνο λόγους και μετά από απόφαση του αρμοδίου οργάνου του Τμήματος/Σχολής όπου ανήκει ο διδάσκων/η διδάσκουσα.
2. Οι διδάσκοντες/διδάσκουσες κατά τη διδασκαλία και κατά τις εξετάσεις οφείλουν να συμπεριφέρονται με ευγένεια, αποφεύγοντας κάθε συμπεριφορά που ενδεχομένως προσβάλλει την προσωπικότητα των διδασκομένων.
3. Οι διδάσκοντες/διδάσκουσες οφείλουν να τηρούν με ακρίβεια την ώρα προσέλευσης και αποχώρησης από το μάθημά τους.
4. Τυχόν απουσία των διδασκόντων/διδασκουσών από τα μαθήματά τους για λόγους ανωτέρας βίας πρέπει να δηλώνεται εγκαίρως στον ιστότοπο του Τμήματός τους.
5. Οι διδάσκοντες/διδάσκουσες οφείλουν να ενημερώνουν τους φοιτητές/φοιτήτριες για τις ώρες συνεργασίας μαζί τους και να είναι διαθέσιμοι/ες για συζήτηση θεμάτων σχετικών με τις σπουδές τους ή την ακαδημαϊκή τους ζωή.
6. Οι γραπτές εξετάσεις διενεργούνται με ευθύνη του διδάσκοντος/της διδάσκουσας του μαθήματος, που συνεπικουρείται από επιτηρητές, οι οποίοι ανήκουν στις κατηγορίες μελών Δ.Ε.Π., έκτακτου διδακτικού προσων διδακτόρων και, εφόσον χρειάζεται, μεταπτυχιακών φοιτητών του κάθε Τμήματος. Οι επιτηρητές, μεριμνώντας για την ομαλή διεξαγωγή των εξετάσεων, έχουν δικαίωμα να ζητούν τα στοιχεία ταυτότητας των φοιτητών και να προβαίνουν σε οποιαδήποτε ενέργεια διασφαλίζει την ίση μεταχείριση των εξεταζομένων.
7. Στην περίπτωση φοιτητών/φοιτητριών με αποδεδειγμένη μαθησιακή δυσκολία, που παραπέμπονται στο οικείο Τμήμα από το Συμβουλευτικό Κέντρο Φοιτητών, πρέπει να καθορίζεται ειδική εξέταση από τον διδάσκοντα/ουσα, μετά από σχετική ενημέρωση, και να ορίζεται συγκεκριμένη ημερομηνία και ώρα εξέτασης.
8. Σε περίπτωση που διενεργούνται προφορικές εξετάσεις, αυτές πρέπει να διεξάγονται υπό συνθήκες διαφάνειας, δηλαδή σε ημερομηνία και ώρα που ανακοινώνεται εκ των προτέρων, με την παρουσία δύο τουλάχιστον εξεταζόμενων φοιτητών/φοιτητριών ή, σε περίπτωση απουσίας δεύτερου φοιτητή, με την παρουσία άλλου διδάσκοντος.
9. Η βαθμολογία των φοιτητών από τους διδάσκοντες τίθεται με τρόπο αμερόληπτο και διαφανή. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων ανακοινώνονται σε εύλογο χρονικό διάστημα, που δεν παρεμποδίζει τις επιλογές των φοιτητών για τη συνέχιση των σπουδών τους.
10. Οι διδάσκοντες/διδάσκουσες παρέχουν ανατροφοδότηση στους φοιτητές για την επίδοσή τους στις εξετάσεις, όταν εκείνοι/ες το ζητούν. Η διαδικασία αυτή μπορεί να γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο.
Β. ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΦΟΙΤΗΤΩΝ/ΦΟΙΤΗΤΡΙΩΝ
1. Η διαδικασία της μάθησης, σημαντικό μέρος της οποίας είναι και η αξιολόγηση της επίδοσης, δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική παρά μόνο σε συνθήκες αξιοπιστίας, αξιοκρατίας και δικαιοσύνης, που διασφαλίζουν τη δίκαιη αντιμετώπιση των φοιτητών/φοιτητριών. Ως εκ τούτου οι φοιτητές/φοιτήτριες οφείλουν να απέχουν από κάθε αντιγραφή, πλαστογραφία ή πλαστοπροσωπία κατά τις εξετάσεις, καθώς και αλλοίωση βαθμολογίας μετά από αυτές. Συγκεκριμένα, δεν επιτρέπεται:
(i) Η απόπειρα απόκτησης ή η κατοχή μέρους ή ολόκληρου αντιγράφου των θεμάτων εξέτασης πριν αυτά δοθούν επίσημα στους φοιτητές προς απάντηση.
(ii) Η χρήση σημειώσεων, εγχειριδίων, κινητών τηλεφώνων ή άλλου μέσου πληροφόρησης στη διάρκεια εξετάσεων, εκτός εάν έχει δοθεί ρητή άδεια.
(iii) Η εξασφάλιση ή ανταλλαγή πληροφοριών κατά τη διάρκεια της εξέτασης.
(iv) Η παρουσία άλλου προσώπου στη θέση του φοιτητή.
(v) Η συνεργασία με άλλα πρόσωπα για την πραγματοποίηση μιας ή περισσότερων από αυτές τις παραβιάσεις. (vi) Κατόπιν των εξετάσεων, η αλλοίωση είτε η απόπειρα αλλοίωσης της βαθμολογίας με οποιοδήποτε μέσο
ή τρόπο.
2. Ο σεβασμός της πνευματικής ιδιοκτησίας και της επιστημονικής αλήθειας απαγορεύουν την οικειοποίηση εργασίας που έχει πραγματοποιηθεί από άλλους. Ως εκ τούτου οι φοιτητές/φοιτήτριες οφείλουν να απέχουν από κάθε πρακτική που συνιστά λογοκλοπή, εκούσια είτε ακούσια. Συγκεκριμένα δεν επιτρέπεται:
(i) Η χρήση παραθεμάτων από εργασίες άλλων, τα οποία δεν αναφέρουν ρητά τον συντάκτη- συγγραφέα και την προέλευση (πηγή) τους. Τα παραθέματα θα πρέπει να είναι απολύτως διακριτά με τη χρήση εισαγωγικών.
(ii) Η αντιγραφή-επικόλληση (copy-paste) από το διαδίκτυο. Καθώς η χρήση του υλικού που αντλείται από το διαδίκτυο ρυθμίζεται επίσης από κανόνες πνευματικών δικαιωμάτων, υπάρχει η υποχρέωση αναφοράς του συντάκτη, της ιστοσελίδας που χρησιμοποιήθηκε στη βιβλιογραφία και της ημερομηνίας προσπέλασής της.
(iii) Η παράφραση, δηλαδή η χρήση διατυπώσεων άλλων μελετητών ελαφρώς παραλλαγμένων (π.χ. με αλλαγή της σειράς των όρων μιας πρότασης ή την αντικατάσταση λέξεων), έτσι ώστε να δίνεται η ψευδής εντύπωση ότι το κείμενο είναι προϊόν προσωπικής εργασίας. Και σε αυτή την περίπτωση πρέπει να υπάρχουν παραπομπές στο μελέτημα που χρησιμοποιείται και να είναι ακριβείς.
(iv) Η ιδιοποίηση ιδεών ενός συγγραφέα. Όταν προβαίνει κανείς σε χρήση των ιδεών ενός συγγραφέα οφείλει να το αναφέρει ρητά, (“ακολουθώ τις ιδέες του Χ, προσαρμόζοντάς τις στο κείμενό μου”).
3. Απαγορεύεται η δίχως έγκριση συνεργασία φοιτητών για την σύνταξη γραπτής εργασίας ή η ανάθεση συγγραφής της σε τρίτα πρόσωπα.
4. Σε περίπτωση που κατά την έρευνά του ο φοιτητής/η φοιτήτρια έχει δεχθεί βοήθεια από τρίτους (και όχι από τον/την οικείο/α διδάσκοντα/ουσα), θα πρέπει να το αναφέρει ρητά στην εργασία του/της.
5. Η διπλή υποβολή εργασίας, δηλαδή η υποβολή της ίδιας εργασίας (ακόμη και αν πρόκειται για μικρό μέρος της), προκειμένου να καλυφθούν οι υποχρεώσεις ενός άλλου μαθήματος απαγορεύεται.
6. Οι μεταπτυχιακοί, οι διδακτορικοί φοιτητές/φοιτήτριες (όπως και οι μεταδιδάκτορες) απαγορεύεται να εκπονούν εργασίες άλλων φοιτητών/φοιτητριών επ’ αμοιβή ή και χωρίς. Ως εκ τούτου, απαγορεύεται η διαφήμιση παροχής των παραπάνω υπηρεσιών και η με κάθε τρόπο και μέσο ανακοίνωση αυτών.
7. Οι φοιτητές/φοιτήτριες είναι ηθικά και δεοντολογικά απαράδεκτο να ασκούν πίεση, ατομικά ή συλλογικά, επί των διδασκόντων/διδασκουσών όσον αφορά την αξιολόγησή τους γενικά, και ειδικότερα όσον αφορά ευνοϊκή μεταχείριση σε βαθμούς ή/και χρόνο απόκτησης του πτυχίου. Σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι η αξιολόγηση εκ μέρους των διδασκόντων/διδασκουσών επανειλημμένως δεν αντιστοιχεί στην επίδοση του φοιτητή/φοιτήτριας, τότε ο/η ενδιαφερόμενος/η μπορεί να κάνει χρήση των δυνατοτήτων που παρέχει η παρ. 10 του άρθρου 33 του ν. 4009/2011.
Άρθρο 5
Αρχές της ερευνητικής δραστηριότητας
Α. ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
1. Στο πεδίο της έρευνας ισχύει αντίστοιχη θεσμική αρχή με εκείνην της ακαδημαϊκής ελευθερίας, η οποία διέπει την ανώτατη εκπαίδευση. Στο Πανεπιστήμιο Κρήτης οι ερευνητές/ερευνήτριες απολαμβάνουν τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ακαδημαϊκή ελευθερία.
2. Όλα τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας που δι- ενεργούν ερευνητικό έργο πρέπει να είναι ενήμερα για τις αρχές της ερευνητικής ηθικής και τους ειδικότερους κανόνες δεοντολογίας που διέπουν το αντικείμενό τους, όπως αποτυπώνονται στον Κώδικα Ηθικής και Δεοντολογίας της Έρευνας του Πανεπιστημίου Κρήτης, και να συνεργάζονται, υπό συνθήκες αμοιβαίου σεβασμού, με την Επιτροπή Ηθικής και Δεοντολογίας.
3. Η έρευνα, βασική και εφαρμοσμένη, ατομική και συλλογική, πρέπει να προάγει την επιστημονική γνώση, να υποστηρίζει την εκπαιδευτική διαδικασία και να συνδέεται με την αξιοποίηση των επιστημονικών ευρημάτων προς όφελος του κοινωνικού συνόλου.
4. Η έρευνα πρέπει να διεξάγεται με προσήλωση στην επιστημονική αλήθεια, με σεβασμό στην αξιοπρέπεια του ανθρώπου, στην προσωπική αυτονομία, στη βιολ γική και πνευματική ακεραιότητα των προσώπων, στη διανοητική ιδιοκτησία και στα προσωπικά δεδομένα. Πρέπει να διεξάγεται επίσης με τη δέουσα μέριμνα για τη ζωή, τη φύση και το περιβάλλον.
5. Η προσωπικότητα κάθε ατόμου πρέπει να γίνεται σεβαστή στο ερευνητικό περιβάλλον ανεξαρτήτως φύλου, ταυτοτήτων φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού, εθνότητας ή εθνικότητας, θρησκείας, κοινωνικο - οικονομικής κατάστασης και ισχύος.
6. Το συμφέρον και η ευημερία των ατόμων που συμμετέχουν στην έρευνα υπερισχύουν πάντοτε έναντι του συμφέροντος της επιστήμης και της κοινωνίας. Στην περίπτωση που προκύψει σύγκρουση, προτεραιότητα πρέπει να δίνεται πάντοτε στο άτομο. Οι ερευνητές και οι ερευνήτριες του Πανεπιστημίου Κρήτης δεσμεύονται από τις οικουμενικά αναγνωρισμένες αρχές της προστασίας της δημόσιας υγείας, της προστασίας του παιδιού και των ευάλωτων ομάδων.
7. Η αξιολόγηση και η πρόσληψη νέων ερευνητών/ ερευνητριών θα πρέπει να γίνεται με πρακτικές ουδετερότητας ως προς το φύλο, τις ταυτότητες φύλου και τον σεξουαλικό προσανατολισμό των ατόμων. Στις ερευνητικές δραστηριότητες οι ερευνητές οφείλουν να μην παραγνωρίζουν τη διάσταση του φύλου και να διασφαλίζουν ότι δεν ακολουθούνται ούτε ενισχύονται στερεότυπα του φύλου.
8. Στη δημοσιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων (γραπτές αναφορές, προφορικές ανακοινώσεις, δημοσιεύσεις) συνιστάται η χρήση γλώσσας που συνάδει με την αρχή της ισότιμης και μη διακριτικής λόγω φύλου αντιμετώπισης όλων. Ο γλωσσικός σεξισμός οποιασδήποτε μορφής αποτελεί απαράδεκτη μορφή διακριτικής μεταχείρισης και πρέπει να αποφεύγεται.
9. Κάθε έρευνα που περιλαμβάνει ανθρώπους πρέπει να διεξάγεται σύμφωνα με τις θεμελιώδεις βιοηθικές αρχές: την αυτονομία των προσώπων, την ωφέλεια, τη μη βλάβη και τη δικαιοσύνη.
10. Η έρευνα σε ζώα εργαστηρίου πρέπει να διενεργείται μόνον εφόσον δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος έρευνας, στον απολύτως αναγκαίο αριθμό ζώων και με ιδιαίτερη μέριμνα των ερευνητών να αποφεύγονται η άσκοπη ταλαιπωρία και ο πόνος. Η μεταχείριση των ζώων πρέπει πάντοτε να υπάγεται στους κανόνες της ορθής κτηνιατρικής πρακτικής.
11. Κάθε έρευνα σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον οφείλει να διεξάγεται με βάση την αρχή της περιβαλλοντικής ευθύνης και να ενισχύει την ανάπτυξη περιβαλλοντικά φιλικών βιοτεχνολογιών.
12. Καμία έρευνα δεν δικαιολογεί αλλοίωση ή καταστροφή του πολιτισμικού περιβάλλοντος. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να τηρούνται οι παραδεδεγμένοι ηθικοί και δεοντολογικοί κανόνες και η κείμενη νομοθεσία που αφορούν την προστασία του.
Β. ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ
Οι ορθές ερευνητικές πρακτικές βασίζονται στις παρακάτω θεμελιώδεις αρχές της επιστημονικής ακεραιότητας:
1. Αξιοπιστία: Κάθε επιστημονική έρευνα πρέπει να διεξάγεται με τρόπο που να εγγυάται την αξιοπιστία της, η οποία αντανακλάται στον σχεδιασμό, στη μεθοδολογία, στην ανάλυση και τη χρήση των πόρων και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητά της.
2. Αμεροληψία/Εντιμότητα: Όλα τα μέλη της ερευνητικής κοινότητας πρέπει να δεσμεύονται από την αρχή της έντιμης μεταχείρισης όλων των προσώπων με τα οποία συνεργάζονται, όπως και την τήρηση των αρχών της δικαιοσύνης, της αξιοκρατίας και της αμεροληψίας. Η ανάπτυξη, η διεξαγωγή, ο έλεγχος, η υποβολή εκθέσεων και η παροχή πληροφοριών σχετικά με μια έρευνα πρέπει να διεξάγονται με διαφανή, δίκαιο, πλήρη και αμερόληπτο τρόπο.
3. Ίση μεταχείριση: Όλα τα μέλη της ερευνητικής κοινότητας του Πανεπιστημίου Κρήτης απολαμβάνουν το δικαίωμα στην ίση μεταχείριση, αλλά και υποχρεούνται να σέβονται το αντίστοιχο δικαίωμα των άλλων ερευνητών και των συνεργατών τους, χωρίς καμία μορφή άμεσης ή έμμεσης διάκρισης.
4. Σεβασμός: Κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε ερευνητικής δραστηριότητας όλα τα εμπλεκόμενα μέλη συμπεριφέρονται με τον προσήκοντα σεβασμό ως προς τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των προσώπων με τα οποία συνεργάζονται, απορρίπτοντας οποιασδήποτε μορφής εξαπάτηση, εξαναγκασμό ή παρενόχληση.
5. Λογοδοσία και διαφάνεια: Κάθε ερευνητής/τρια ή ερευνητική ομάδα έχει υποχρέωση να επιτρέπει την πρόσβαση στα πλήρη αποτελέσματα που προέκυψαν από συγκεκριμένο ερευνητικό έργο. Τα πρωτόκολλα της έρευνας, στις γνωστικές περιοχές όπου υπάρχουν, πρέπει να τηρούνται με οποιονδήποτε πρόσφορο και αποδείξιμο τρόπο, ώστε τα αποτελέσματα της έρευνας να είναι επαληθεύσιμα.
Άρθρο 6
Δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας
1. Η λογοκλοπή, η ιδιοποίηση ξένου πνευματικού έργου και η με κάθε τρόπο προσβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας είναι ανεπίτρεπτες και υπόκεινται σε κυρώσεις.
2. Κάθε μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας οφείλει να αναφέρεται στην πνευματική συνεισφορά τρίτων προσώπων σε οποιοδήποτε δημοσιευμένο έργο. Αντίθετα απαγορεύεται η συμπερίληψη προσώπου ως δημιουγού ή συνδημιουργού σε έργο στο οποίο δεν εισέφερε προσωπικό πνευματικό έργο.
3. Σε περίπτωση συλλογικού πνευματικού έργου, τα πρόσωπα που έχουν συνεισφέρει στη δημιουργία του πρέπει να αναφέρονται όλα ως συνδημιουργοί, λαμβανομένης υπόψιν της σειράς σπουδαιότητας της συμβολής τους.
4. Αν το πνευματικό δημιούργημα είναι το τελικό εξαγόμενο αμειβόμενου ερευνητικού έργου, που ανατέθηκε μέσω σύμβασης είτε από φορέα του δημόσιου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, είτε από ιδιωτικό φορέα, τότε πρέπει να λαμβάνεται ιδιαίτερη μέριμνα για την τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί μέσω των όρων της σύμβασης.
5. Τα περιουσιακά δικαιώματα του δημιουργού ή εφευρέτη, τα οποία προκύπτουν από την εκμετάλλευση διανοητικής ιδιοκτησίας έργων που παρήχθησαν με μέσα ή με τη χρηματοδότηση του Πανεπιστημίου Κρήτης, αποκλειστικά ή εν μέρει, ενδέχεται να υπόκεινται σε περιορισμούς οι οποίοι θα πρέπει να διερευνώνται κατά περίπτωση. Οι επιμέρους όροι και προϋποθέσεις για τα παραπάνω ρυθμίζονται στον Κανονισμό Διάθεσης Προϊόντων του Ιδρύματος.
6. Όταν τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας του Ιδρύματος προβαίνουν σε έντυπη ή ηλεκτρονική έκδοση των αποτελεσμάτων ερευνητικού έργου και κάθε επιστημονικής δημοσίευσης, υποχρεούνται να αναγράφουν το όνομα του Πανεπιστημίου. Επίσης οφείλουν να χρησιμοποιούν επακριβώς και πλήρως τον τίτλο και το γνωστικό αντικείμενο στο οποίο έχουν εκλεγεί.
7. Τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας των μεταπτυχιακών εργασιών και των διδακτορικών διατριβών, που αυτονοήτως συνιστούν πρωτότυπα έργα, ανήκουν αντίστοιχα στον μεταπτυχιακό και στον διδακτορικό φοιτητή/φοιτήτρια.
8. Εφόσον ο μεταπτυχιακός ή διδακτορικός φοιτητής/ φοιτήτρια εκδώσει σε οποιαδήποτε μορφή τη μεταπτυχιακή του εργασία ή τη διδακτορική διατριβή, είναι υποχρεωμένος να αναφέρει το όνομα του Ιδρύματος, της Σχολής και του Τμήματος στο οποίο εκπονήθηκε. Το ίδιο πρέπει να γίνεται και στην περίπτωση των κάθε είδους επιστημονικών δημοσιεύσεων.
9. Απαγορεύεται η αναπαραγωγή ολόκληρου ή μέ- ρους πνευματικών έργων τρίτων προσώπων (βιβλίων, άρθρων, εργασιών, κ.λπ.), καθώς και η μετάφραση, η διασκευή ή η απομίμησή τους, χωρίς την άδεια του δημιουργού τους. Η απαγόρευση αυτή ισχύει ανεξάρτητα από τη μορφή αναπαραγωγής (έντυπη, ψηφιακή κ.λπ.).
10. Από την παραπάνω απαγόρευση εξαιρείται η αναπαραγωγή άρθρων ή σύντομων αποσπασμάτων έργου ή έργου των καλών τεχνών, εφόσον γίνεται αποκλειστικά για τη διδασκαλία ή τις εξετάσεις και δεν εμποδίζει την κανονική εκμετάλλευση. Η αναπαραγωγή πρέπει να συνοδεύεται από την ένδειξη της πηγής και του ονόματος του δημιουργού.
11. Στην περίπτωση που χρησιμοποιούνται εκτενή αποσπάσματα από έργο τρίτου αυτή η χρήση πρέπει να δικαιολογείται από τον σκοπό της έρευνας, που μπορεί να συνίσταται σε επισκόπηση ή ανασκόπηση της βιβλιογραφίας.
Άρθρο 7
Προστασία των προσωπικών δεδομένων
1. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης, κατά την εκπλήρωση της συνταγματικής αποστολής του και του καθήκοντός του ως ΑΕΙ ενεργεί ως υπεύθυνος επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας, που συλλέγουν και επεξεργάζονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα δεσμεύονται από την νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εθνική νομοθεσία να λαμβάνουν υπόψη τις οδηγίες και αποφάσεις της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) και να ενεργούν με σκοπό την προστασία της ιδιωτικής ζωής των ενδιαφερόμενων προσώπων, καθώς και την προστασία της προσωπικότητάς τους.
2. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, και τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας δεσμεύονται να εφαρμόζουν τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν και να αποδεικνύουν ότι η συλλογή και η επεξεργασία των δεδομένων γίνεται σύμφωνα με τους πιο πάνω κανόνες. Τα κατάλληλα μέτρα περιλαμβάνουν ενδεικτικά τη χρήση ψευδωνύμων, κωδικών ή άλλων μεθόδων που αποκλείουν εντελώς την ταυτοποίηση των συμμετεχόντων προσώπων, στον βαθμό που η ταυτοποίηση δεν είναι αναγκαία για τους σκοπούς της συγκεκριμένης επεξεργασίας, καθώς και την πρόσβαση μη εξουσιοδοτημένων προσώπων.
3. Το προσωπικό του Πανεπιστημίου που εκτελεί την επεξεργασία για λογαριασμό του Ιδρύματος οφείλει να χειρίζεται τα προσωπικά δεδομένα αποκλειστικά για τους σκοπούς της επεξεργασίας και με τα μέσα επεξεργασίας που καθορίζει το Πανεπιστήμιο, τηρώντας τις ίδιες αρχές και διατάξεις, όπως αναφέρονται στην παρ. 1 του παρόντος. Οποιαδήποτε επεξεργασία των δεδομένων για άλλους σκοπούς, ακόμη και παρεμφερείς, απαγορεύεται.
4. Τα συστήματα φύλαξης και επεξεργασίας δεδομένων πρέπει να είναι ασφαλή και σύγχρονα. Οι βασικές αρχές που οφείλουν να ενσωματώνουν όλα τα ασφαλή συστήματα είναι η εμπιστευτικότητα, η ακεραιότητα και η διαθεσιμότητα:
(i) Εμπιστευτικότητα: Τα δεδομένα πρέπει να μπορεί να παραμένουν εμπιστευτικά και να μην διαρρέουν. Είναι απαραίτητο να ελέγχεται η πρόσβαση στα δεδομένα ώστε αυτή να γίνεται μόνον από εξουσιοδοτημένα άτομα, καθώς επίσης και να λειτουργούν μηχανισμοί οι οποίοι θα ελέγχουν τη δημιουργία αντιγράφων και θα καταγράφουν όλες τις προσπελάσεις στα δεδομένα.
(ii) Ακεραιότητα: Το σύστημα πρέπει να εγγυάται την ακεραιότητα των δεδομένων, δηλαδή θα πρέπει να βεβαιώνεται ότι τα δεδομένα δεν έχουν αλλάξει με παρέμβαση χωρίς εξουσιοδότηση. Εάν έχει γίνει κάποια αλλαγή, θα πρέπει αυτή να μπορεί να ανιχνευθεί.
(iii) Διαθεσιμότητα: Το σύστημα πρέπει να είναι διαθέσιμο στους χρήστες όταν το χρειάζονται. Εάν ένα σύστημα παύει να είναι διαθέσιμο, όπως στην περίπτωση βλάβης ή κακόβουλης ενέργειας, πρέπει να μπορεί να επανέλθει σε κανονική λειτουργία σε εύλογο χρονικό διάστημα, ή και να υποκατασταθεί όσο χρειάζεται, μέσω εναλλακτικού συστήματος διαθέσιμου λειτουργία.
5. Στην περίπτωση βιντεοσκόπησης των μαθημάτων, οι φοιτητές/φοιτήτριες πρέπει να γνωρίζουν αν οι κάμερες είναι ενεργές, είτε για απευθείας μετάδοση είτε για μαγνητοσκόπηση και ανάρτηση πανεπιστημιακών μαθημάτων/παραδόσεων στο διαδίκτυο.
Εφόσον φοιτητής/φοιτήτρια δεν επιθυμεί την επεξεργασία των δεδομένων εικόνας και φωνής του/της μέσω βιντεοσκόπησης και ηχογράφησης κατά τη συμμετοχή του/της στο μάθημα, θα πρέπει να παρέχεται εναλλακτικός τρόπος συμμετοχής και να υπάρχει μέριμνα ώστε να μη γίνει μετάδοση της φωνής του/της με οποιονδήποτε τρόπο.
Άρθρο 8
Παροχή υπηρεσιών προς τρίτους
1. Τα μέλη ΔΕΠ και όλες οι κατηγορίες προσωπικού δύνανται να παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες σε τρίτους επ’ αμοιβή (ιδιώτες και κάθε μορφής οργανισμούς) σύμφωνα με την εξειδικευμένη γνώση και εμπειρία τους, με σκοπό τη διάχυση της γνώσης και τη βοήθεια του κοινωνικού συνόλου. Η παροχή των συμβουλευτικών υπηρεσιών πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες και τις προϋποθέσεις που ορίζουν τα αρμόδια όργανα του Ιδρύματος.
2. Τα πανεπιστημιακά εργαστήρια δύνανται να παρέχουν υπηρεσίες προς τρίτους (ιδιώτες και κάθε μορφής οργανισμούς) σύμφωνα με το π.δ. 159/1984 (Α ́ 53) που ορίζει τις προϋποθέσεις παροχής υπηρεσιών.
3. Κατά την παροχή υπηρεσιών προς τρίτους τόσο από τα μέλη ΔΕΠ όσο και από τα πανεπιστημιακά εργαστήρια δεν πρέπει να παρακωλύονται ή να δυσχεραίνονται οι εκπαιδευτικές και ερευνητικές δραστηριότητες, η παρεχόμενη υπηρεσία πρέπει να παρουσιάζει επιστημονικό ενδιαφέρον και να προάγει την επιστήμη στην πράξη και την έρευνα, ενώ οφείλει να μην έχει ως αποκλειστικό σκοπό το κέρδος. Η παρεχόμενη υπηρεσία δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να θίγει το κύρος του Πανεπιστημίου, ενώ θα πρέπει πάντα να ακολουθείται η προβλεπόμενη διαδικασία και να προηγείται η σχετική έγκριση.
4. Στην περίπτωση που, κατά την παροχή υπηρεσίας, όπως εκπόνηση ειδικών μελετών, εκτέλεση δοκιμών/ ελέγχων, μετρήσεων, εργαστηριακών εξετάσεων, αναλύσεων, παροχή γνωμοδοτήσεων ή κάθε άλλη συναφή εργασία, γίνεται συλλογή και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα μέλη του εργαστηρίου που παρέχουν την υπηρεσία οφείλουν να τηρούν απαρέγκλιτα πριν, κατά και μετά την εκτέλεση αυτής, τις διατάξεις του άρθρου 7 του παρόντος.
5. Τα μέλη του εργαστηρίου οφείλουν να μεριμνούν για την ασφάλεια των συστημάτων που επεξεργάζονται και φυλάσσουν προσωπικά δεδομένα, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 4 του άρθρου 7 του παρόντος Κώδικα.
Άρθρο 9
Πολιτική αποφυγής αντιποίνων
1. Όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας έχουν δικαίωμα να υποβάλλουν έγγραφη αναφορά/καταγγελία/παράπονο στην Επιτροπή Δεοντολογίας του άρθρου 10 του παρόντος, όπου θα αναφέρεται το περιστατικό παράβασης των κανόνων δεοντολογίας, ο χρόνος και ο τόπος τέλεσής του, καθώς και τυχόν μάρτυρες ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία. Η διαδικασία έρευνας περιστατικού αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς κινείται μόνο βάσει μιας τέτοιας έγγραφης αναφοράς/καταγγελίας.
2. Οι Πανεπιστημιακές αρχές δεσμεύονται ότι θα προστατεύουν και δεν θα προβαίνουν σε οποιαδήποτε αρνητική ενέργεια σε βάρος μέλους της πανεπιστημια- κής κοινότητας που καταθέτει καταγγελία, αναφορά ή παράπονο, ή που συμμετέχει ή βοηθά στη διερεύνηση για την ενδεχόμενη παράβαση του παρόντος Κώδικα. Εάν οι ισχυρισμοί του εν λόγω μέλους ή οι πληροφορίες που έδωσε αποδειχθούν σκόπιμα ψευδείς, ακολουθείται η προβλεπόμενη από το Ίδρυμα διαδικασία, κατ’ εφαρμογή των κείμενων διατάξεων.
3. Όλοι οι αρμόδιοι φορείς του Πανεπιστημίου δεσμεύονται για την τήρηση της εμπιστευτικότητας των καταγγελιών που γίνονται για παράβαση του παρόντος Κώδικα, έτσι ώστε όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας να έχουν τη βεβαιότητα ότι το πρόβλημά τους θα αντιμετωπιστεί με διακριτικότητα και υπευθυνότητα από το Ίδρυμα.
Άρθρο 10
Επιτροπή δεοντολογίας: μέλη, αρμοδιότητες και λειτουργία
1. Η Επιτροπή Δεοντολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης συστήνεται με απόφαση της Συγκλήτου και απαρτίζεται από τους/τις Κοσμήτορες και τον/την Αντιπρύτανη Ακαδημαϊκών Υποθέσεων. Ο/Η Αντιπρύτανης προΐσταται της Επιτροπής, ενώ σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος αναπληρώνεται από τον/την αρχαιότερο/η Κοσμήτορα, με βάση την ημερομηνία δημοσίευσης της πράξης διορισμού του/της στη βαθμίδα του μέλους Δ.Ε.Π. πρώτης βαθμίδας. Τα μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας δεν λαμβάνουν αμοιβή ή άλλη αποζημίωση για τη συμμετοχή τους σε αυτή.
2. Η Επιτροπή Δεοντολογίας έχει ιδίως τις εξής αρμοδιότητες:
α) καταρτίζει «Κώδικα δεοντολογίας και καλής πρακτικής» για ακαδημαϊκά, διοικητικά και ερευνητικά θέματα (κανόνες βιοηθικής κ.λπ.), ο οποίος εγκρίνεται από τη Σύγκλητο και ενσωματώνεται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ιδρύματος
β) διασφαλίζει την τήρηση και εφαρμογή των κανόνων δεοντολογίας εκ μέρους όλων των μελών του Ιδρύματος και διαπιστώνει παραβάσεις των κανόνων δεοντολογίας
γ) συντάσσει γενική ετήσια έκθεσης ως προς την τήρηση και εφαρμογή ή την ανάγκη αναθεώρησης των κανόνων δεοντολογίας, η οποία υποβάλλεται στον Πρύτανη και κοινοποιείται στη Σύγκλητο του οικείου Ιδρύματος στην αρχή κάθε ακαδημαϊκού έτους
δ) εξετάζει αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από έγγραφη αναφορά-καταγγελία φοιτητών, μελών Δ.Ε.Π., μελών Ε.Ε.Π., Ε.ΔΙ.Π. και Ε.Τ.Ε.Π., ερευνητών, επισκεπτών διδασκόντων και διοικητικού προσωπικού σε θέματα της αρμοδιότητάς της, προκειμένου να διαπιστώσει την παρά- βαση των κανόνων του κώδικα δεοντολογίας ή διερευνά σχετικά περιστατικά ύστερα από εντολή του Πρύτανη. Αν διαπιστωθεί παράβαση των κανόνων δεοντολογίας ή κατά τη διερεύνηση διαπιστωθεί τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος, αποστέλλει το σχετικό πόρισμα στον Πρύτανη, προκειμένου αυτός να αξιολογήσει το περιστατικό και να διενεργήσει τα νόμιμα.
3. Κάθε άλλο θέμα σχετικό με τη συγκρότηση και λειτουργία της Επιτροπής Δεοντολογίας ρυθμίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό του Ιδρύματος.
ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ
Συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται και διαγράφονται. Επίσης δεν επιτρέπεται στα σχόλια να αναγράφονται links τα οποία διαγράφονται. Το esos δεν φέρει ευθύνη για τα επώνυμα ή ανώνυμα σχόλια που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.