Με "χαλαρούς" ρυθμούς θα ξεκινήσει η ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
Κι αυτό διότι η επιλογή των "λοχαγών" της Αξιολόγησης Συμβούλων Εκπαίδευσης και Διευθυντών Σχολείων κινείται με ρυθμούς "χελώνας".
Οι λοχαγοί της αξιολόγησης δεν πρόκειται να μπουν στις τάξεις για αξιολόγηση πριν τα Χριστούγεννα , εκτιμά υπηρεσιακός παράγοντας του υπουργείου Παιδείας.
Κι αυτό διότι:
Α. Οι Σύμβουλοι Εκπαίδευσης εκτιμάται ότι θα επιλεγούν Νοέμβριο με Δεκέμβριο.
Β. Οι προκηρύξεις γα την επιλογή των Διευθυντών Σχολείων θα εκδοθεί τον Σεπτέμβριο . Οι διαδικασίες , χωρίς χρονοκαθυστερήσεις, για να ολοκληρωθούν απαιτούν τουλάχιστον ένα τρίμηνο.
1. Οι εκπαιδευτικοί της δημόσιας εκπαίδευσης αξιολογούνται ως εξής:
α) Οι εκπαιδευτικοί Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή ή τον Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
β) Οι εκπαιδευτικοί Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
γ) Οι εκπαιδευτικοί των σχολικών μονάδων ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και των τμημάτων ένταξης και παράλληλης στήριξης της γενικής εκπαίδευσης, ανεξαρτήτως βαθμίδας, αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
δ) Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν με απόσπαση στα Κέντρα Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία (Κ.Ε.ΠΕ.Α.), αξιολογούνται από τον Περιφερειακό Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού, οργανωτικού και παιδαγωγικού έργου τους και από τον Προϊστάμενο του Κ.Ε.ΠΕ.Α., ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
ε) Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν στις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ως: εα) Υπεύθυνοι Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Αγωγής Υγείας, Πολιτιστικών Θεμάτων, Σχολικών Δραστηριοτήτων, Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού, Φυσικής Αγωγής και Σχολικού Αθλητισμού, εβ) Πληροφορικής και Νέων Τεχνολογιών και εγ) Ε.Κ.Φ.Ε., αξιολογούνται από τον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού, οργανωτικού και παιδαγωγικού έργου τους και από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Εκπαιδευτικών Θεμάτων της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, όσον αφορά στους εκπαιδευτικούς της υποπερ. εα’ ή τον Προϊστάμενο του Τμήματος Πληροφορικής και Νέων Τεχνολογιών της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, όσον αφορά στους εκπαιδευτικούς της υποπερ. εβ’ ή τον Διευθυντή Εκπαίδευσης, όσον αφορά στους εκπαιδευτικούς της υποπερ.εγ’,ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
στ) Τα μέλη του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) των σχολικών μονάδων ειδικής αγωγής και εκ- παίδευσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και τα μέλη του Ε.Ε.Π. που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες της γενικής εκπαίδευσης, ανεξαρτήτως βαθμίδας, αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας) του Ε.Ε.Π., ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού και παιδαγωγικού έργου τους και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης που έχει την παιδαγωγική ευθύνη της, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και την επάρκειά τους.
ζ) Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν στα Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υπο- στήριξης (ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.), αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του αξιολογικού, συμβουλευτικού, υποστηρικτικού - παιδαγωγικού έργου τους και από τον Προϊστάμενο του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ., ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
η) Τα μέλη του Ε.Ε.Π. που υπηρετούν στα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. και στις Επιτροπές Διεπιστημονικής Υποστήριξης (Ε.Δ.Υ.), αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας) του Ε.Ε.Π., ως προς την ποιότητα του αξιολογικού, συμβουλευτικού, υποστηρικτικού -παιδαγωγικού έργου τους και από τον Προϊστάμενο του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ., ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
θ) Τα μέλη του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και τα μέλη του Ε.Β.Π. που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες της γενικής εκπαίδευσης, ανεξαρτήτως βαθμίδας, αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού έργου τους και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας στην οποία υπηρετούν, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
2. Οι Διευθυντές ή οι Προϊστάμενοι σχολικών μονάδων και Εργαστηριακών Κέντρων (Ε.Κ.), οι υποδιευθυντές τους και οι Υπεύθυνοι τομέων Ε.Κ. αξιολογούνται και ως εκπαιδευτικοί πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κατά περίπτωση, από έναν Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από έναν Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης. Οι ως άνω αξιολογητές Σύμβουλοι Εκπαίδευσης ορίζονται με απόφαση του Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης της οικείας Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, μεταξύ των υπηρετούντων στη Διεύθυνση αυτήν Συμβούλων Επιστημονικής ή Παιδαγωγικής Ευθύνης και πρέπει να μην είναι οι Σύμβουλοι Εκπαίδευσης Επιστημονικής ή Παιδαγωγικής Ευθύνης, σε συνεργασία με τους οποίους, ο Διευθυντής ή ο Προϊστάμενος ασκεί το αξιολογικό έργο στους εκπαιδευτικούς της δομής, την οποία διευθύνει ή της οποίας προΐσταται. Εφόσον, δεν είναι δυνατός ο ορισμός αξιολογητών Συμβούλων Εκπαίδευσης σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, ο Επόπτης Ποιότητας της Εκπαίδευσης αιτείται τον ορισμό τους από τον Περιφερειακό Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, μεταξύ των Συμβούλων Εκπαίδευσης Επιστημονικής ή Παιδαγωγικής Ευθύνης πλησιόχωρης Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Σε όσες περιπτώσεις δεν είναι και πάλι δυνατός ο ορισμός αξιολογητών Συμβούλων Εκπαίδευσης, ο Περιφερειακός Επόπτης ορίζει ως αξιολογητές έναν Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και έναν Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας) πλησιόχωρης Περιφερειακής Δεύθυνσης Εκπαίδευσης, μετά από υπόδειξη του Περιφερειακού Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης αυτής της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης.
3. Οι εκπαιδευτικοί του ελληνόγλωσσου προγράμματος των μειονοτικών σχολικών μονάδων και τα μέλη Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π., που υπηρετούν σε αυτές, αξιολογούνται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας) ή από τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης, κατά περίπτωση, ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Υποδιευθυντή της σχολικής μονάδας ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον υποδιευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης που έχει την παιδαγωγική ευθύνη, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
4. Οι εκπαιδευτικοί του μειονοτικού προγράμματος των μειονοτικών σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης αξιολογούνται από τον οικείο Σύμβουλο Εκπαίδευσης Μειονοτικού Προγράμματος Μειονοτικών Σχολείων, ως προς τη γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης, καθώς και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον οικείο Σύμβουλο Εκπαίδευσης Μειονοτικού Προγράμματος Μειονοτικών Σχολείων, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους.
5. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και των μελών του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π., που υπηρετούν σε περισσότερες από μία σχολικές μονάδες, διενεργείται από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τους οικείους Συμβούλους Εκπαίδευσης (παιδαγωγικής ευθύνης, επιστημονικής ευθύνης/ειδικότητας) της μονάδας, στην οποία διδάσκουν τις περισσότερες ώρες ή που ορίζεται με απόφαση του Διευθυντή Εκπαίδευσης, εάν οι ώρες είναι ισοκατανεμημένες.
6. Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν με απόσπαση σε σχολεία του εξωτερικού, αξιολογούνται από τον Συντονιστή Εκπαίδευσης Εξωτερικού. Στις περιπτώσεις, όπου στη σχολική μονάδα προΐσταται Διευθυντής, ασκεί το έργο της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος.
7. Οι δόκιμοι εκπαιδευτικοί και τα μέλη του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. αξιολογούνται, όπως και οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί και μέλη.
8. Η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών των πρότυπων και πειραματικών σχολείων διενεργείται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος, για όσα θέματα δεν ρυθμίζονται διαφορετικά από το άρθρο 20 του ν. 4692/2020 (Α’ 111).
Πεδία και κριτήρια αξιολόγησης του έργου των εκπαιδευτικών
1. Το έργο των εκπαιδευτικών αξιολογείται τεκμηριωμένα σε τετράβαθμη περιγραφική κλίμακα, στην οποία το έργο τους διαβαθμίζεται από εξαιρετικό, σε πολύ καλό, σε ικανοποιητικό ή σε μη ικανοποιητικό, ως προς δύο (2) πεδία:
Α) το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, το οποίο εξειδικεύεται σε Α1) γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και Α2) παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης και Β) υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια του εκπαιδευτικού.
2. Όσον αφορά στο πεδίο Α1, το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο του εκπαιδευτικού, στο πλαίσιο της γενικής και ειδικής διδακτικής του γνωστικού αντικειμένου, αξιολογείται τεκμηριωμένα από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), με βάση τα εξής κριτήρια:
α) Προετοιμασία διδασκαλίας: αα) αξιολογούνται ο σχεδιασμός του μαθήματος, η προετοιμασία εκπαι- δευτικού υλικού ή δραστηριοτήτων, η σαφήνεια των διδακτικών στόχων, η επιλογή και η συνεκτικότητα των δραστηριοτήτων, η εφαρμογή πρακτικών διαφοροποιημένης μάθησης και εν γένει σύγχρονων τεχνικών διδασκαλίας σε εναρμόνιση με τα προγράμματα σπουδών, τις συνθήκες της τάξης, τις γνωστικές και τις άλλες ανάγκες των μαθητών, η αξιοποίηση και των ψηφιακών μέσων και η γενικότερη μεθοδολογία της διδασκαλίας και αβ) για τους εκπαιδευτικούς των σχολικών μονάδων ειδικής αγωγής, τμημάτων ένταξης και παράλληλης στήριξης, αξιολογούνται επιπλέον η εξειδίκευση των βασικών αξόνων του Εξατομικευμένου Προγράμματος Εκπαίδευσης (Ε.Π.Ε.), κατόπιν κατάλληλης διερεύνησης και αξιολόγησης των εκπαιδευτικών ή άλλων αναγκών των μαθητών με αναπηρία ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, η κατάρτιση κατάλληλα προσαρμοσμένων εξατομικευμένων ή ομαδικών προγραμμάτων εκπαιδευτικής υποστήριξης των μαθητών, η αποτίμηση και επαναξιολόγηση αυτών, καθώς και η αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης των μαθητών.
β) Ετοιμότητα ως προς το γνωστικό αντικείμενο: Αξιολογούνται η επιστημονική εγκυρότητα της διδασκαλίας, ο βαθμός επικαιροποίησης της γνώσης και ο επιτυχής μετασχηματισμός του γνωστικού αντικειμένου σε σχολική γνώση.
γ) Διδακτική μεθοδολογία και πρακτικές: Ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες των μαθητών, τη βαθμίδα εκ- παίδευσης και το γνωστικό αντικείμενο, αξιολογούνται η χρήση συμμετοχικών διδακτικών στρατηγικών και τεχνικών, η διαχείριση του χρόνου, η ενεργητική και ισότιμη συμμετοχή όλων των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, η σύνδεση του μαθήματος με την προϋπάρχουσα γνώση των μαθητών, η οργάνωση της εργασίας των μαθητών, η κατάλληλη αξιοποίηση εποπτικών μέσων και των Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών (Τ.Π.Ε.), η αντιμετώπιση λειτουργικών και οργανωτικών ζητημάτων και δυσκολιών, η επικοινωνιακή ικανότητα, η ενθάρρυνση για ομαδοσυνεργατικές δράσεις, ο ρυθμός του μαθήματος, η ακρίβεια και σαφήνεια των οδηγιών. Επιπλέον, αξιολογούνται η χρήση διαφοροποιημένων διδακτικών στρατηγικών και τεχνικών, η ανάπτυξη συνεργατικών και διεπιστημονικών πρακτικών για τον σχεδιασμό του περιεχομένου των διδακτικών δραστηριοτήτων, ανάλογα με τις εκπαιδευτικές ανάγκες, τις μαθησιακές δυνατότητες και την ηλικία των μαθητών, η αξιοποίηση εναλλακτικών μορφών αξιολόγησης και η ανατροφοδότηση των μαθητών.
δ) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης: Αξιολογούνται η συμβολή του εκπαιδευτικού στη δημιουργία κλίματος μάθησης μέσα στην τάξη, στην προώθηση πνεύματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού μεταξύ του ιδίου και των μαθητών, στην πρόληψη προβλημάτων πειθαρχίας, στην επίλυση διαφορών και στη διαχείριση συγκρούσεων, η επίδρασή του στη στάση των μαθητών απέναντι στη μάθηση, οι ευκαιρίες για εποικοδομητικό διάλογο, η ενεργητική συμμετοχή των μαθητών στη μαθησιακή διαδικασία, η αποδοχή της διαφορετικότητας, η σχέση των μαθητών με τον εκ- παιδευτικό, τους συμμαθητές τους και τα λοιπά μέλη της σχολικής κοινότητας.
ε) Αναστοχασμός της διδασκαλίας - Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού: Αξιολογείται η ικανότητα αναστοχασμού του εκπαιδευτικού ως προς τη διδασκαλία και το παιδαγωγικό έργο του, κριτικής επανεξέτασης των πρακτικών του, εντοπισμού των προβληματικών σημεί- ων της διδασκαλίας του και εξεύρεσης λύσεων για την αντιμετώπισή τους.
3. Όσον αφορά στο πεδίο Α2, το παιδαγωγικό κλίμα και η διαχείριση της τάξης αξιολογούνται τεκμηριωμένα από τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας, με βάση τα εξής κριτήρια:
α) Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση της τάξης: Αξιολογείται η συμβολή του εκπαιδευτικού στη δημιουργία κλίματος μάθησης μέσα στην τάξη, στην προώθηση πνεύματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης και αλληλοσεβασμού μεταξύ του ιδίου και των μαθητών στην εμπλοκή τους στη μαθησιακή διαδικασία, στην πρόληψη προβλημάτων πειθαρχίας, στην επίλυση διαφορών και στη διαχείριση συγκρούσεων και στην αποδοχή της διαφορετικότητας.
β) Αναστοχασμός - Αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού: Αξιολογείται η ικανότητα αναστοχασμού του εκ- παιδευτικού, ως προς τη διαχείριση του παιδαγωγικού κλίματος της τάξης, την κριτική επανεξέταση των πρακτικών του, τον εντοπισμό των προβληματικών σημείων στη διαχείριση του κλίματος και την υιοθέτηση σύγχρονων παιδαγωγικών προσεγγίσεων για την αντιμετώπισή τους.
4. Το έργο των Διευθυντών ή των Προϊσταμένων σχολικών μονάδων και Εργαστηριακών Κέντρων (Ε.Κ.), των υποδιευθυντών τους και των Υπευθύνων τομέων Ε.Κ. αξιολογείται τεκμηριωμένα σε τετράβαθμη περιγραφική κλίμακα, στην οποία το έργο τους διαβαθμίζεται από εξαιρετικό, σε πολύ καλό, σε ικανοποιητικό ή σε μη ικανοποιητικό, ως προς δύο (2) πεδία: Α1) γενική και ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου και Α2) παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης. Κατά τα λοιπά ισχύουν αναλόγως όσα ορίζονται στις παρ. 2 και 3.
5. Όσον αφορά στο πεδίο Β, η υπηρεσιακή συνέπεια και η επάρκεια του εκπαιδευτικού αξιολογούνται τεκμηριωμένα από τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, με βάση τα εξής κριτήρια:
α) Συνέπεια και ενδιαφέρον κατά την εκτέλεση των υπαλληλικών υποχρεώσεών του: Αξιολογούνται η συνέπεια του εκπαιδευτικού κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του και η ανταπόκρισή του στο θεσμοθετημένο πλαίσιο λειτουργίας της σχολικής μονάδας, όπως η τήρηση του ωραρίου, η έγκαιρη προσέλευση στο μάθημα, η ενεργός συμμετοχή στις συνεδριάσεις του συλλόγου διδασκόντων, η αποτελεσματική διεκπεραίωση εργασιών που του αναθέτει η διεύθυνση της σχολικής μονάδας, όπως οι εργασίες γραφείου, η ενεργός συμμετοχή στις εκδηλώσεις του σχολείου και η συμβολή του στην εύρυθμη λειτουργία του.
β) Ενεργός συμμετοχή στη λειτουργία της σχολικής μονάδας και στην αυτοαξιολόγησή της: Αξιολογούνται η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη βελτίωση της λειτουργίας της σχολικής μονάδας, το ενδιαφέρον για τα ζητήματα του σχολείου, η ενεργός συμμετοχή στην καθημερινότητα της σχολικής ζωής, η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων, η ενεργός συμμετοχή στην οργάνωση της σχολικής μονάδας και στις διαδικασίες συλλογικού προγραμματισμού και εσωτερικής αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και του προσφερόμενου εκπαιδευτικού έργου.
γ) Συνεργασία με τους συναδέλφους: Αξιολογείται η συνεργασία με τον Διευθυντή και τους συναδέλφους, για τον προγραμματισμό των δράσεων του σχολείου, για τον σχεδιασμό του διδακτικού έργου, καθώς και για τη λειτουργία της σχολικής μονάδας γενικότερα.
δ) Επικοινωνία και συνεργασία με γονείς και φορείς: Αξιολογούνται η συνεργασία του εκπαιδευτικού με τους γονείς ή κηδεμόνες και την κοινότητα προς όφελος των μαθητών, η έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση των γονέων ή κηδεμόνων για την πρόοδο των μαθητών.
6. Όσον αφορά στους εκπαιδευτικούς των μονοθέσιων νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων το πεδίο Α αξιολογείται από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας) και το πεδίο Β από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης.
Καταχώριση στοιχείων σε ηλεκτρονικό φάκελο
1. Κάθε εκπαιδευτικός ή μέλος του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) ή του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) δύναται να καταχωρίζει σε ηλεκτρονικό φάκελο, στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή , η οποία είναι προσβάσιμη μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr- ΕΨΠ), τεκμήρια σχετικά με την επιμορφωτική εμπειρία του ως επιμορφωτή και επιμορφούμενου, το σχετικό με την παιδαγωγική και τη διδακτική συγγραφικό έργο του, το διδακτικό έργο του, τη συμμετοχή του σε ευρωπαϊκά και ερευνητικά προγράμματα, καθώς και κάθε είδους δράσεις που συμβάλλουν στην ποιοτική αναβάθμιση του ρόλου του στην εκπαιδευτική και διδακτική διαδικασία.
2. Η επιστημονική συγκρότηση και η διαρκής επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών, όπως αποτυπώνεται στον ηλεκτρονικό φάκελό τους δεν αποτιμώνται αυτόνομα, αλλά συνεκτιμώνται η επίδρασή τους στον τρόπο με τον οποίο ο εκπαιδευτικός επιτελεί το έργο του και η προστιθέμενη αξία που προσδίδει σε αυτό.
3. Κάθε εκπαιδευτικός ή μέλος του Ε.Ε.Π. ή του Ε.Β.Π. καταχωρίζει στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή, το αργότερο μέχρι την οργανωμένη συνάντησή του με τον αξιολογητή για συζήτηση, σχετικά με τη διδασκαλία ή το υποστηρικτικό έργο ή πρόγραμμα, που κατέστη αντικείμενο παρακολούθησης, έκθεση αυτοαξιολόγησης, η οποία δύναται να παραπέμπει σε τεκμήρια που έχει καταχωρίσει στον ηλεκτρονικό φάκελό του ή να συνοδεύεται από νέα στοιχεία, που αφορούν στο παιδαγωγικό ή διδακτικό έργο του, προς τεκμηρίωση των απόψεων και ισχυρισμών του.
Διαδικασία αξιολόγησης του έργου των εκπαιδευτικών
1. Η αξιολογική κρίση βασίζεται στην τεκμηριωμένη αποτίμηση του έργου του αξιολογούμενου από τους αξιολογητές.
2. Η αποτίμηση των πεδίων Α1, Α2 και Β παραμένει διακριτή και δεν συμψηφίζεται. Το πεδίο Β αποτιμάται από τους δύο (2) αξιολογητές με έναν χαρακτηρισμό, που περιέχεται σε κοινή αξιολογική έκθεση.
3. Το πεδίο «Α. Διδακτικό - παιδαγωγικό έργο (Α1 Διδακτική γνωστικού αντικειμένου, και Α2 Παιδαγωγικό κλίμα και διαχείριση τάξης)» αξιολογείται με βάση: α) τις συζητήσεις προετοιμασίας της παρατήρησης διδασκαλιών του εκπαιδευτικού, β) την παρατήρηση δύο (2) διδασκαλιών από κάθε αξιολογητή, γ) την έκθεση αυτοαξιολόγησης και τα στοιχεία ή τεκμήρια, στα οποία ο αξιολογούμενος αναφέρεται ή παραπέμπει, δ) τις συζητήσεις και τον αναστοχασμό μετά την παρατήρηση και ε) τα τεκμήρια που έχει συγκεντρώσει ο αξιολογητής, συνεκτιμωμένων των τεκμηρίων που έχει συγκεντρώσει ο εκπαιδευτικός στον ηλεκτρονικό φάκελό του.
4. Κάθε παρατήρηση διδασκαλίας εκπαιδευτικού περιλαμβάνει τα εξής στάδια: α) Συνάντηση προετοιμασίας: Ο αξιολογητής, σε προγραμματισμένη συνάντηση διά ζώσης ή εξ αποστάσεως, συζητά με τον εκπαιδευτικό, προγραμματίζουν και προετοιμάζουν την παρακολούθηση της διδασκαλίας. Κατά τη συζήτηση αυτήν διευκρινίζονται πλήρως τα τυπικά θέματα, όπως η ώρα, μέρα, τάξη, μάθημα, καθώς και θέματα, όπως ιδιαίτερη εστίαση, συμπληρωματικά στοιχεία που μπορεί να ζητηθούν ως βοηθητικά τεκμήρια για τη διαμόρφωση πληρέστερης εικόνας. Ο εκπαιδευτικός έχει τη δυνατότητα να προτείνει μαθήματα και τάξεις. Τα κύρια σημεία και οι αποφάσεις της συζήτησης καταγράφονται και συνυπογράφονται από αξιολογούμενο και αξιολογητή. Το έγγραφο αυτό αποτελεί τεκμήριο για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και αντίγραφό του εντάσσεται στον ηλεκτρονικό φάκελο του εκπαιδευτικού. β) Παρατήρηση διδασκαλίας: Ο αξιολογητής παρακολουθεί διακριτικά τη διδασκαλία του εκπαιδευτικού, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά κριτήρια και εστιάζοντας στα σημεία που έχουν συμφωνηθεί κατά τη συνάντηση προετοιμασίας, αξιοποιώντας ειδικά διαμορφωμένο πλαίσιο παρατήρησης, διαφορετικό κατά περίπτωση, αναλόγως του αν παρατηρητής είναι ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας ή ο Σύμβουλος Εκπαίδευσης παιδαγωγικής ευθύνης και γ) Συζήτηση και αναστοχασμός: Ο αξιολογητής, αμέσως μετά τη διδασκαλία ή εντός δύο (2) ημερών από αυτή, σε οργανωμένη συνάντηση με τον εκπαιδευτικό συζητά επί του αναστοχασμού του εκπαιδευτικού σχετικά με τη διδασκαλία που παρακολούθησε, ζητά διευκρινίσεις και παρέχει ανατροφοδότηση ως προς τα θετικά σημεία που εντόπισε στη διδασκαλία του, τα σημεία που θεωρεί ότι χρήζουν προσοχής ή βελτίωσης, τις εναλλακτικές λύσεις σε ζητήματα που παρουσιάστηκαν και την πιθανή ανάγκη για περαιτέρω υποστήριξη ή επιμόρφωση.
5. Ο εκπαιδευτικός έχει τη δυνατότητα, κατά τη συζήτηση, να καταθέτει στοιχεία από τον ηλεκτρονικό φάκελό του παρέχοντας σχετική τεκμηρίωση, όπως έντυπο σχεδιασμού, φύλλα εργασίας, εισηγήσεις, πρωτότυπες εργασίες, θέματα διαγωνισμάτων και εξετάσεων.
6. Ο αξιολογητής συζητά με τον εκπαιδευτικό την αξιολογική κρίση του, τεκμηριώνοντας την αποτίμησή του. Ο εκπαιδευτικός δύναται να υποβάλει σε διάστημα πέντε (5) ημερών έκθεση με τις παρατηρήσεις του, σε περίπτωση που υπάρχει διαφωνία, ως προς την αξιολογική κρίση. Η έκθεση του εκπαιδευτικού καταχωρίζεται στον ηλεκτρονικό φάκελο αξιολόγησης του εκπαιδευτικού.
7. Το πεδίο «Β. Υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια του εκπαιδευτικού» αξιολογείται με βάση: α) τα τεκμήρια που έχουν συγκεντρώσει οι αξιολογητές από τη συνεργασία και την αλληλεπίδρασή τους στο πλαίσιο της καθημερινής πρακτικής του εκπαιδευτικού στη σχολική μονά- δα και β) την έκθεση αυτοαξιολόγησης και τα στοιχεία ή τεκμήρια στα οποία ο αξιολογούμενος αναφέρεται ή παραπέμπει, συνεκτιμωμένων των τεκμηρίων που έχει συγκεντρώσει ο εκπαιδευτικός στον ηλεκτρονικό φάκελό του.
8. Όσον αφορά στους Διευθυντές ή τους Προϊσταμένους σχολικών μονάδων και Εργαστηριακών Κέντρων (Ε.Κ.), τους υποδιευθυντές τους και τους Υπεύθυνους τομέων Ε.Κ., όταν αξιολογούνται ως εκπαιδευτικοί, εφαρμόζονται αναλόγως όσα ορίζονται στις παρ. 1, 3 έως και 6 και 9. Η αποτίμηση των πεδίων Α1 και Α2 παραμένει διακριτή και δεν συμψηφίζεται.
9. Η αξιολογική έκθεση όλων των αξιολογητών, επαρκώς τεκμηριωμένη, καταχωρίζεται στην ειδική ψηφιακή εφαρμογή του άρθρου 81 και γνωστοποιείται με απόδειξη στον αξιολογούμενο που αφορά. Η γνωστοποίηση αυτή γίνεται με κάθε πρόσφορο τρόπο.
Περιοδικότητα αξιολόγησης
1. α) Το έργο των μόνιμων εκπαιδευτικών αξιολογείται στη διάρκεια της τετραετίας από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας), ως προς τη γενική και την ειδική διδακτική του γνωστικού αντικειμένου (πεδίο Α1) και από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης (πεδίο Α2), καθώς και ανά δύο (2) έτη από τον Διευθυντή ή Προϊστάμενο της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Παιδαγωγικής Ευθύνης, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους (πεδίο Β).
β) Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν με απόσπαση στα Κέντρα Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία (Κ.Ε.ΠΕ.Α.) αξιολογούνται στη διάρκεια της τετραετίας από τον Περιφερειακό Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού, οργανωτικού και παιδαγωγικού έργου τους (πεδίο Α) και ανά δύο (2) έτη από τον Προϊστάμενο του Κ.Ε.ΠΕ.Α., ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους (πεδίο Β).
γ) Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν στις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ως Υπεύθυνοι Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, Αγωγής Υγείας, Πολιτιστικών Θεμάτων, Σχολικών Δραστηριοτήτων, Σχολικού Επαγγελματικού Προσανατολισμού (Σ.Ε.Π.), Εργαστηριακών Κέντρων Φυσικών Επιστημών (Ε.Κ.Φ.Ε.), Πληροφορικής και Νέων Τεχνολογιών και Φυσικής Αγωγής και Σχολικού Αθλητισμού αξιολογούνται στη διάρκεια της τετραετίας από τον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού, οργανωτικού και παιδαγωγικού έργου τους (πεδίο Α) και ανά δύο (2) έτη από τον Προϊστάμενο του Τμήματος Εκπαιδευτικών Θεμάτων της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ή τον Προϊστάμενο του Τμήματος Πληροφορικής και Νέων Τεχνολογιών της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ή τον Διευθυντή Εκπαίδευσης, κατά περίπτωση, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους (πεδίο Β).
δ) Τα μέλη του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) των σχολικών μονάδων ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και τα μέλη του Ε.Ε.Π. που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες της γενικής εκπαίδευσης, ανεξαρτήτως βαθμίδας, αξιολογούνται στη διάρκεια της τετραετίας από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας, ως προς το παιδαγωγικό κλίμα και τη διαχείριση της τάξης και τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας) του Ε.Ε.Π., ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού και παιδαγωγικού έργου τους (πεδίο Α) και ανά δύο (2) έτη από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας και τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης, που έχει την παιδαγωγική ευθύνη της, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους (πεδίο Β).
ε) Τα μέλη του Ε.Ε.Π. που υπηρετούν στα Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.) και στην Επιτροπή Διεπιστημονικής Υποστήριξης (Ε.Δ.Υ.) αξιολογούνται στη διάρκεια της τετραετίας από τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης (ειδικότητας) του Ε.Ε.Π., ως προς την ποιότητα του αξιολογικού, συμβουλευτικού, υποστηρικτικού - παιδαγωγικού έργου τους (πεδίο Α) και ανά δύο (2) έτη από τον Προϊστάμενο του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ., ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους (πεδίο Β).
στ) Οι εκπαιδευτικοί που υπηρετούν στα ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ. αξιολογούνται στη διάρκεια της τετραετίας από τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του αξιολογικού, συμβουλευτικού, υποστηρικτικού - παιδαγωγικού έργου τους (πεδίο Α) και ανά δύο (2) έτη από τον Προϊστάμενο του ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ., ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους (πεδίο Β).
ζ) Τα μέλη του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αξιολογούνται στη διάρκεια της τετραετίας από τον Σύμβουλο Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης, ως προς την ποιότητα του υποστηρικτικού έργου τους (πεδίο Α) και ανά δύο (2) έτη από τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας στην οποία υπηρετούν, ως προς την υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκειά τους (πεδίο Β).
2. Το έργο των μόνιμων εκπαιδευτικών, καθώς και των μελών του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. αξιολογείται κατά προτεραιότητα στις εξής κατηγορίες:
α) Εκπαιδευτικοί των Πρότυπων και Πειραματικών Σχολείων για την ανανέωση της θητείας τους, σύμφωνα με τον ν. 4692/2020 (Α’ 111).
β) Εκπαιδευτικοί και μέλη του Ε.Ε.Π. μετά από αίτησή τους, προκειμένου να συμμετάσχουν σε διαδικασίες επιλογής για την κατάληψη θέσης στελέχους της εκπαίδευσης.
γ) Εκπαιδευτικοί και μέλη του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. μετά από εισήγηση που συνυπογράφουν ο Διευθυντής της σχολικής μονάδας και ο Σύμβουλος Εκπαίδευσης που έχει την παιδαγωγική ή την επιστημονική ευθύνη της, στην οποία τεκμηριώνεται η ανάγκη της κατά προτεραιότητα αξιολόγησης. Η εισήγηση υποβάλλεται στον Επόπτη Ποιότητας της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ο οποίος ενεργοποιεί τη σχετική διαδικασία.
δ) Εκπαιδευτικοί και μέλη του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. με λιγότερα έτη υπηρεσίας προηγούνται αυτών με περισσότερα έτη υπηρεσίας.
3. Το έργο των Διευθυντών ή των Προϊσταμένων σχολικών μονάδων και Εργαστηριακών Κέντρων (Ε.Κ.), των υποδιευθυντών τους και των Υπευθύνων τομέων Ε.Κ., ως εκπαιδευτικών, αξιολογείται μία φορά εντός τριετίας.
4. Το έργο των δόκιμων εκπαιδευτικών και μελών του Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. αξιολογείται ανά έτος.
5. Την ευθύνη του προγραμματισμού των αξιολογήσεων έχουν ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης και ο Περιφερειακός Επόπτης Ποιότητας της Εκπαίδευσης. Ο Διευθυντής Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, σε συνεργασία με τον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, υποβάλλουν στην Περιφερειακή Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης ετήσιο προγραμματισμό των αξιολογήσεων στην περιοχή ευθύνης τους.
Αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης του έργου των εκπαιδευτικών, καθώς και των μελών του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού και
του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού
1. Στην περίπτωση που το έργο ενός εκπαιδευτικού, καθώς και μέλους του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) αξιολογηθεί οριστικά ως «μη ικανοποιητικό» κατά την αξιολόγησή του σε ένα από τα πεδία Α1, Α2 ή Β ή Α ή Β, κατά περίπτωση, ο συγκεκριμένος εκπαιδευτικός ή μέλος του Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. παρακολουθεί υποχρεωτικό επιμορφωτικό πρόγραμμα, το οποίο εκπονείται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.).
Ο προγραμματισμός, ο συντονισμός, η οργάνωση, η υλοποίηση και η εποπτεία του επιμορφωτικού προγράμματος βελτίωσης της απόδοσής του και της εξειδικευμένης υποστήριξής του αποτελούν αρμοδιότητα και ευθύνη του Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, ο οποίος συνεργάζεται με τον Σύμβουλο Εκπαίδευσης Επιστημονικής Ευθύνης/ Ειδικότητας και τους Συμβούλους Εκπαίδευσης της Διεύθυνσης Εκπαίδευσης. Η θεματολογία της επιμόρφωσης και η χρονική διάρκειά της καθορίζονται με απόφαση του Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, μετά από εισήγηση των Συμβούλων Εκπαίδευσης.
2. Στην περίπτωση που το έργο Διευθυντή ή Προϊσταμένου σχολικών μονάδων και Εργαστηριακών Κέντρων (Ε.Κ.), υποδιευθυντή τους ή Υπεύθυνου τομέα Ε.Κ., ως εκπαιδευτικού, αξιολογηθεί οριστικά ως «μη ικανοποιητικό» κατά την αξιολόγησή του σε ένα από τα πεδία Α1 ή Α2, ο συγκεκριμένος Διευθυντής ή Προϊστάμενος σχολικής μονάδας ή Ε.Κ., υποδιευθυντής τους ή Υπεύθυνος τομέα Ε.Κ. παρακολουθεί υποχρεωτικό επιμορφωτικό πρόγραμμα.
3. Στην περίπτωση που το έργο ενός δόκιμου εκπαιδευτικού, καθώς και μέλους του Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. αξιολογηθεί ως «μη ικανοποιητικό», κατά την αξιολόγηση που λαμβάνει χώρα στη λήξη της δοκιμαστικής περιόδου, έστω και σε ένα από τα πεδία Α1,Α2 ή Β ή Α’ήΒ’,κατάπερίπτωση, δεν μονιμοποιείται αλλά μπορεί να επαναλάβει τη διαδικασία τα αμέσως επόμενα δύο (2) έτη.
4. Το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού ή του μέλους του Ε.Ε.Π. λαμβάνεται υπόψη στις διαδικασίες επιλογής για θέσεις στελεχών της εκπαίδευσης. Το αποτέλεσμα της αξιολόγησης του εκπαιδευτικού ή του μέλους του Ε.Ε.Π. ή του Ε.Β.Π. δύναται να λαμβάνεται υπόψη σε διαδικασίες επιλογής για την ανάθεση επιμορφωτικού ή άλλου επιστημονικού-εκπαιδευτικού έργου.
Ενστάσεις
1. Ο αξιολογούμενος έχει δικαίωμα να ασκήσει ένσταση κατά των εκθέσεων αξιολόγησης ενώπιον τριμελούς Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης, η οποία συνιστάται στην έδρα κάθε μίας από τις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.
2. Οι Ειδικές Επιτροπές Αξιολόγησης συγκροτούνται με απόφαση του Περιφερειακού Διευθυντή Εκπαίδευσης και αποτελούνται από τα εξής μέλη:
α) τον Διευθυντή Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ο οποίος αναπληρώνεται από τον νόμιμο αναπληρωτή του, ως Πρόεδρο,
β) τον Επόπτη Ποιότητας της Εκπαίδευσης, ο οποίος αναπληρώνεται από τον νόμιμο αναπληρωτή του, ως αντιπρόεδρο και
γ) έναν (1) Σύμβουλο Εκπαίδευσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ο οποίος ορίζεται, με τον αναπληρωτή του, με κλήρωση από τους Συμβούλους Εκπαίδευσης της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Όταν η Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης καλείται να εξετάσει ένσταση εκπαιδευτικών που υπηρετούν σε σχολικές μονάδες ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης, Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και σε τμήματα ένταξης και παράλληλης στήριξης της γενικής εκπαίδευσης, στα Κέντρα Διεπιστημονικής Αξιολόγησης, Συμβουλευτικής και Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Α.Σ.Υ.) ή μελών Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (Ε.Ε.Π.) ή Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (Ε.Β.Π.) ως μέλος της περ. γ’ ορίζεται, με τον αναπληρωτή του, ένας (1) Σύμβουλος Εκπαίδευσης Ειδικής Αγωγής και Ενταξιακής Εκπαίδευσης που καταλαμβάνει θέση Συμβούλου στην οικεία Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκ- παίδευσης ή του οποίου η αρμοδιότητα εκτείνεται σε αυτήν. Όταν η Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης καλείται να εξετάσει ένσταση εκπαιδευτικών της μειονοτικής Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ως μέλος της περ. γ’ ορίζεται ο Προϊστάμενος του Γραφείου Μειονοτικής Εκπαίδευσης, που τον αναπληρώνει ο κατά νόμον αναπληρωτής του.
3. Αν η Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης κληθεί να εξετάσει ένσταση εκπαιδευτικού ή μέλους του Ε.Ε.Π. ή Ε.Β.Π. που έχει αξιολογηθεί από μέλος της επιτροπής, το συγκεκριμένο μέλος κωλύεται να συμμετάσχει στην εξέταση του εν λόγω θέματος από την επιτροπή και τη θέση του λαμβάνει ο αναπληρωτής του.
4. Με την απόφαση συγκρότησης κάθε Ειδικής Επιτροπής Αξιολόγησης ορίζεται υπάλληλος του Τμήματος Προσωπικού της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, με τον αναπληρωτή του, ως γραμματέας της επιτροπής.
5. Η θητεία των μελών των Ειδικών Επιτροπών Αξιολόγησης είναι τετραετής. Τα στελέχη της εκπαίδευσης διατηρούν την ιδιότητα του μέλους των επιτροπών για όσο χρόνο διατηρούν την ιδιότητα στελέχους εκπαίδευσης, με την οποία έχουν οριστεί ως μέλη αυτών.
6. Οι ενστάσεις των εκπαιδευτικών που υπηρετούν με απόσπαση στα Κέντρα Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία (Κ.Ε.ΠΕ.Α.) κρίνονται από την αρμόδια Περιφερειακή Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης.
7. Για τους εκπαιδευτικούς των Πρότυπων και Πειραματικών σχολείων ισχύει η παρ. 5 του άρθρου 20 του ν. 4692/2020 (Α’ 111).
8. Η ένσταση περιλαμβάνει αναλυτικά τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά και στοιχεία, στα οποία ο αξιολογούμενος θεμελιώνει τους ισχυρισμούς του και συνοδεύεται από τα στοιχεία τα οποία τους αποδεικνύουν.
9. Η ένσταση ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δώδεκα (12) ημερών από την επομένη της γνω-στοποίησης με απόδειξη της αξιολογικής έκθεσης στον αξιολογούμενο. Οι ενστάσεις ασκούνται μέσω ειδικής ψηφιακής εφαρμογής .
10. Η Ειδική Επιτροπή Αξιολόγησης εξετάζει το παραδεκτό και το βάσιμο της ένστασης και μπορεί είτε να οριστικοποιήσει είτε να διορθώσει την έκθεση αξιολόγησης με παράθεση πλήρους αιτιολογίας. Δύναται να ζητήσει οποιεσδήποτε πρόσθετες διευκρινίσεις κρίνει απαραίτητες από τους αξιολογητές ή τον αξιολογούμενο και γενικώς να ενεργήσει για τη διακρίβωση των προβαλλόμενων ισχυρισμών, αποφαίνεται δε για τις ενστάσεις μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την αποδεδειγμένη περιέλευση της ένστασης σε πλήρη γνώση της.
Δεν είναι ποσοτικό το θέμα. Μην το βλέπετε έτσι. Δηλ 18 ώρες σε τάξη ισοδυναμούν με 30 γραφείου. Έχει γίνει σχετικη έρευνα. Υπάρχει απίστευτη κούραση, ένταση, στρες κλπ όταν δουλεύεις σε σχολείο. Δεν είναι τυχαίο το burnout των εκπ/κών... σύμφωνα με έρευνες και όχι των διοικητικών. Επομένως, αναλογιστείτε...