Η παρ. 9 του άρθρου 153 του ν. 4472/2017, που προβλέπει την υπό προϋποθέσεις περικοπή αποδοχών δεύτερης θέσης, δεν εφαρμόζεται σε περίπτωση εργαζόμενου, ο οποίος εμπίπτει στην κατηγορία του επιστημονικό προσωπικού του π.δ. 407/1980 και ο οποίος, κατ’ επίκληση του προαναφερθέντος π.δ., έχει συνάψει, με δύο διαφορετικά Α.Ε.Ι., διακριτές συμβάσεις εργασίας μερικής απασχόλησης και ορισμένου χρόνου.
Την παραπάνω Γνωμοδότηση εξέδωσε το Α΄τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ύστερα από το ακόλουθο ερώτημα του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους:
Εάν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 9 του άρθρου 153 του ν. 4472/2017 εμπίπτει και το επιστημονικό προσωπικό, που προσλαμβάνεται σύμφωνα με το π.δ. 407/1980 και κατέχει δύο έμμισθες θέσεις με μερική απασχόληση σε Πανεπιστημιακά Ιδρύματα ή εάν οι εν λόγω διατάξεις αφορούν μόνο λειτουργούς και υπαλλήλους που κατέχουν δύο έμμισθες θέσεις με πλήρη απασχόληση. Σε αποφατική περίπτωση, εάν η προαναφερομένη κατηγορία προσωπικού λαμβάνει το σύνολο των αποδοχών και από τις δυο κατεχόμενες θέσεις μερικής απασχόλησης.
Το ιστορικό
Αφορμή για την υποβολή του ερωτήματος, από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους,απετέλεσε έγγραφο του Πανεπιστημίου Πατρών.
Μεταξύ άλλων προβληματισμών, η οικονομική υπηρεσία του Πανεπιστημίου ήθελε την άποψη του ΓΛΚ ως προς τον τρόπο υπολογισμού των αποδοχών του επιστημονικού προσωπικού που υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του π.δ. 407/80 και το οποίο μπορεί να κατέχει δύο θέσεις μερικής απασχόλησης σε διαφορετικά πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Ο σχετικός προβληματισμός του Πανεπιστημίου προέκυψε μετά από σχετικά ερωτήματα υποψηφίων διδασκόντων, οι οποίοι ήθελαν να γνωρίζουν εάν η κατοχή δεύτερης θέσης μερικής απασχόλησης με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου στο Πανεπιστήμιο θεωρείται ως κατοχή δεύτερης θέσης στο Δημόσιο, που επιβάλλει την κατά 70% περικοπή των αντίστοιχων αποδοχών της.
Κατά την άποψη της ερωτώσας υπηρεσίας εφόσον στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 9 του άρθρου 153 του ν.4472/2017 εμπίπτει και επιστημονικό προσωπικό του π.δ. 407/1980, που κατέχει δύο έμμισθες θέσεις με μερική απασχόληση, ο αναφερόμενος σε αυτό διδάσκων του π.δ. 407/1980 πρέπει να λαμβάνει τις πλήρεις αποδοχές από την πρώτη χρονικά κατεχόμενη θέση (5/6 των αποδοχών που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 130 του ν.4472/2017) και το 30% των δικαιούμενων αποδοχών από τη δεύτερη χρονικά κατεχόμενη θέση, εφόσον αυτές υπερβαίνουν το ποσό των 780 €.
Σε περίπτωση που δεν προκύπτει υπέρβαση του εν λόγω ποσού, πρέπει να του καταβάλλονται πλήρεις αποδοχές και από τη δεύτερη χρονικά θέση (δηλαδή 5/6 των αποδοχών που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 12 του άρθρου 130 του ν.4472/2017).
Υπέρ της άποψης αυτής φαίνεται πως τάσσεται και το υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, αν και δεν έχει εκδώσει κάποια σχετική ερμηνευτική μισθολογική εγκύκλιο .
- Πατήστε εδώ για να ανοίξετε την Γνωμοδότηση
Ευτυχώς επικράτησε η κοινή λογική, διότι η άλλη ερμηνευτική επιλογή (την οποία ατυχώς ακολουθούσαν οι οικονομικές υπηρεσίες ορισμένων ΑΕΙ) ήταν απολύτως παράλογη.
Πάντως, το κρίσιμο είναι ότι δεν πρόκειται ποτέ για κανονικές συμβάσεις που διαρκούν όλο το εξάμηνο. Συνήθως πρόκειται τυπικά για συμβάσεις λίγων εβδομάδων (στην καλύτερη περίπτωση). Το υπόλοιπο χρονικό διάστημα οι διδάσκοντες απασχολούνται αμισθί.
Αν υπολογίσει δε κανείς την αμοιβή που αντιστοιχεί για κάθε μήνα πραγματικής απασχόλησης (διαιρώντας τη συνολική αμοιβή που καταβάλλεται για την τυπική διάρκεια της σύμβασης με τους μήνες πραγματικής διδασκαλίας και εξετάσεων), η πραγματική μηνιαία αμοιβή δεν ξεπερνά τα 300-400€ για ανθρώπους με διδακτορικό, προϋπηρεσία κλπ. κλπ.
Κατάντια.