Το νέο νομοσχέδιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση και η πολιτική για την ελληνική γλώσσα

Η εφαρμογή μιας πολιτικής στήριξης της ελληνικής γλώσσας δεν μπορεί παρά να αφορά και τα Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, αν και όταν ιδρυθούν

25/02/2024

Ενημερώθηκε: 25/02/2024, 14:16

Άκουσε το άρθρο

Του Δημήτρη Καραδήμα*

Κάθε νέος νόμος για την Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΕ) θα έπρεπε να στηρίζει με τις προβλέψεις του την ελληνική γλώσσα, η οποία δεν είναι μόνο αντικείμενο προς διδασκαλία, αλλά και γλώσσα της εκπαίδευσης και της διδασκαλίας στα δημόσια ΑΕΙ της χώρας. Αυτό δεν γίνεται πάντα, γιατί η ανάγκη για συνεπή πολιτική στον τομέα αυτόν δεν προβάλλεται σχεδόν καθόλου και δεν έχει συνειδητοποιηθεί. Ας δούμε το προς ψήφιση νομοσχέδιο. 

Το άρθρο 58 έρχεται να συμπληρώσει τον ν. 4957/22, προσθέτοντας σε αυτόν ένα νέο άρθρο με τον αριθμό 70A και τον τίτλο «Εγγραφή αλλοδαπών-αλλογενών στα ελληνόγλωσσα προγράμματα σπουδών των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της ημεδαπής». Με το εν λόγω άρθρο αλλάζει η διαδικασία εγγραφής στα ελληνικά ΑΕΙ των αλλοδαπών-αλλογενών φοιτητών, αλλά και η πολιτική της χώρας (και, αναγκαστικά, και η πολιτική των Πανεπιστημίων) απέναντί τους. Είναι θετικό ότι η επιλογή όσων θα εισαχθούν στις Σχολές ή τα Τμήματα ενός ΑΕΙ θα γίνεται πλέον με ευθύνη του Ιδρύματος (με απόφαση του Συμβουλίου Διοίκησης) και όχι κεντρικά από το Υπουργείο. Ωστόσο, αυτό συνοδεύεται από άλλες διατάξεις που δημιουργούν μια σειρά προβλημάτων. Πρώτα απ’ όλα, εισάγονται δίδακτρα για τους αλλοδαπούς-αλλογενείς παρόλο που αναφερόμαστε σε προπτυχιακές σπουδές. Τα δίδακτρα είναι υποχρεωτικά (δεν μπορεί το ΑΕΙ να ακολουθήσει άλλη πολιτική) και πρέπει να αντιστοιχούν στο συνολικό κόστος των σπουδών στο αντίστοιχο Τμήμα. Επίσης, περιγράφονται οι δυνατότητες που έχει το ΑΕΙ, αν θέλει να στηρίξει τους νέο-εγγραφόμενους αλλοδαπούς φοιτητές για ομαλή ένταξή τους στα Τμήματα. Δύναται, λοιπόν, να οργανώσει ειδικά προγράμματα εκμάθησης ελληνικής γλώσσας στο πρώτο έτος εγγραφής (α) και να οργανώσει μαθήματα που εντάσσονται στο πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος  σε γλώσσα άλλη, πλην της ελληνικής, που απευθύνονται στους αλλοδαπούς – αλλογενείς φοιτητές ή να κατευθύνει τους φοιτητές αυτούς στην παρακολούθηση μαθημάτων σε ξένη γλώσσα που τυχαίνει να προσφέρει το ίδρυμα (β). Αυτές είναι οι νέες ρυθμίσεις. 

Τι ισχύει μέχρι σήμερα; Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η επιλογή των αλλοδαπών που εισάγονται σε Σχολές ή Τμήματα των ΑΕΙ γίνεται με απόφαση του Υπουργείου Παιδείας. Οι εισαγόμενοι, όμως, για να προχωρήσουν στην εγγραφή τους στο ΑΕΙ  οφείλουν να έχουν βεβαίωση του Διδασκαλείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας του ΕΚΠΑ ή του Σχολείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας του ΑΠΘ ή πιστοποιητικό τουλάχιστον Β2 του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας, το οποίο πιστοποιεί  ότι γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα. Αν κάποιος δεν έχει την εν λόγω βεβαίωση, μπορεί να κάνει την εγγραφή του το επόμενο ακαδημαϊκό έτος και στο μεταξύ να παρακολουθήσει εντατικά μαθήματα ελληνικής, ώστε να αποκτήσει τη βεβαίωση. Με τη γνώση του των ελληνικών σε επίπεδο τουλάχιστον Β2, ο φοιτητής είναι σε θέση πλέον να παρακολουθήσει τα μαθήματα στο Τμήμα του. 

Με τα καινούργια δεδομένα, οι αλλοδαποί φοιτητές που δεν κατέχουν την ελληνική γλώσσα εγγράφονται στο πρώτο έτος του Τμήματός τους, πληρώνουν τα δίδακτρα που τους ζητούνται και το Ίδρυμα αναλαμβάνει την υποχρέωση να απαλύνει τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που θα έχουν στην παρακολούθηση μαθημάτων και στην πρόοδο των σπουδών τους, προσφέροντας παράλληλα μαθήματα ελληνικών ή μαθήματα σε άλλη γλώσσα. Φαίνεται ότι το ΆΕΙ έχει τη δυνατότητα να περιλάβει τη γνώση των ελληνικών στα κριτήρια εισαγωγής και, άρα, να μην δεχτεί όσους δεν γνωρίζουν την ελληνική. Όμως, είναι αυτό που θέλουμε; Να αποκλείουμε ικανούς ανθρώπους που επιθυμούν να σπουδάσουν στη γλώσσα μας;  Ας έχουμε, επίσης, υπόψη μας ότι το μεγαλύτερο μέρος των ενδιαφερομένων δεν θα μπει στη διαδικασία να μάθει τα ελληνικά, αν δεν έχει εξασφαλίσει πρώτα μια θέση στο Πανεπιστήμιο. Αν, λοιπόν, δεν τροποποιηθεί το υπό συζήτηση άρθρο,  θα εφαρμόζεται από τούδε και εις το εξής ένα σύστημα που θα πάσχει τόσο από εκπαιδευτική όσο και από πολιτική άποψη.

Από άποψη εκπαιδευτική, η απαίτηση να αρχίζει κάποιος μαθήματα γλώσσας, ως αρχάριος ή σχεδόν αρχάριος, μαζί με την έναρξη των πανεπιστημιακών του μαθημάτων (τα οποία παραδίδονται στη γλώσσα που αυτός μόλις άρχισε να μαθαίνει!), είναι απολύτως παράλογη. Για να μπορέσει αλλοδαπός φοιτητής να παρακολουθήσει πανεπιστημιακή διδασκαλία στα ελληνικά, χρειάζεται να έχει προηγηθεί δεκάμηνη τουλάχιστον παρακολούθηση εντατικών μαθημάτων ελληνικής γλώσσας. Επομένως, η πρώτη χρονιά αυτών των φοιτητών πρέπει να θεωρείται εξ ορισμού «χαμένη» για την ακαδημαϊκή τους πρόοδο! Ωστόσο, αυτό θα έχει πλέον και σημαντικό οικονομικό κόστος, καθώς ο φοιτητής θα πρέπει να πληρώσει το ποσό των διδάκτρων για τη συγκεκριμένη χρονιά!  Ακόμη, η προσφορά μαθημάτων του πρώτου έτους σε ξένη γλώσσα, την οποία οι αλλοδαποί ενδεχομένως κατέχουν, δεν αποτελεί δέλεαρ ούτε λύση για τους φοιτητές αυτούς, οι οποίοι επέλεξαν να σπουδάσουν σε ελληνόφωνα Τμήματα ελληνικών Πανεπιστημίων! Με τις εν λόγω προβλέψεις του νομοσχεδίου, κάθε άλλο παρά διευκολύνουμε τους αλλοδαπούς φοιτητές να μάθουν τη γλώσσα μας ικανοποιητικά, υποβαθμίζουμε στα μάτια τους (και όχι μόνο!) τη σημασία της κατάκτησης της ελληνικής και αγνοούμε τα ενδιαφέροντά τους.

Από μια γενικότερη οπτική, οι νέες ρυθμίσεις φαίνεται ότι δεν κάνουν τη διάκριση μεταξύ αλλοδαπών φοιτητών που θέλουν να σπουδάσουν στην ελληνική γλώσσα και φοιτητών που επιλέγουν να σπουδάσουν ένα αντικείμενο στην Ελλάδα σε άλλη (συνήθως στην αγγλική) γλώσσα. Η διάκριση είναι αναγκαία, αν θέλουμε να ακολουθήσουμε μια πολιτική στήριξης και διάδοσης της ελληνικής γλώσσας. Πρώτα απ’ όλα, οι αλλοδαποί που επιθυμούν να ενταχθούν στα κανονικά ελληνόφωνα προπτυχιακά μας προγράμματα δεν πρέπει να αποθαρρύνονται με την επιβολή διδάκτρων, αλλά αντίθετα πρέπει να ενθαρρύνονται, να τους δίνεται η δυνατότητα άνετης εκμάθησης της ελληνικής (την παρέχει το ισχύον σύστημα) και να ενισχύονται με κάθε εύλογο τρόπο. Ξέρουμε καλά ότι θα αποτελέσουν αύριο τους άτυπους πρεσβευτές της Ελλάδας στις χώρες τους. Ταυτόχρονα, όσοι απλά έρχονται για αγγλόφωνες προπτυχιακές σπουδές στην Ελλάδα θα πρέπει να καθοδηγούνται και να διευκολύνονται, ώστε να παρακολουθούν μαθήματα ελληνικής, τουλάχιστον κατά τα πρώτα έτη των σπουδών τους, και να αποκτούν βασική εξοικείωση με την ελληνική γλώσσα.  Είναι ο μόνος τρόπος να αποκτήσουν στενότερη επαφή με τη χώρα μας, τους ανθρώπους της και τον πολιτισμό της. Ευτυχώς, υπάρχει σχετική διάταξη στο άρθρο 101 του νόμου 4957/22. Απλώς, πρέπει να τονιστεί η σημασία αυτής της δυνατότητας και η ανάγκη αξιοποίησής της από τα ΑΕΙ και τα Τμήματά τους.

Τέλος, στο μέρος του νομοσχεδίου που αναφέρεται στα νέα Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης («μη κρατικά» πανεπιστήμια), δεν υπάρχει καμία αναφορά σε γλώσσα διδασκαλίας! Θα είναι υποχρεωμένα τα ιδρύματα αυτά να προσφέρουν προπτυχιακά μαθήματα στην ελληνική ή μπορούν να έχουν μόνο ξενόγλωσσα προγράμματα; Θα αποφασίζει κάθε ίδρυμα εξ αυτών τι πολιτική θα ακολουθήσει στο συγκεκριμένο θέμα; Το ελάχιστο που θα πρέπει να προβλεφθεί, κατά τη γνώμη μου, είναι η υποχρέωσή τους να ιδρύσουν οπωσδήποτε και ελληνόγλωσσα προγράμματα σπουδών, καθώς και να προσφέρουν μαθήματα ελληνικής γλώσσας για φοιτητές των ξενόγλωσσων προπτυχιακών προγραμμάτων τους – κάτι που προβλέπεται για αντίστοιχα προγράμματα των δημοσίων ΑΕΙ της χώρας.  

Συμπέρασμα: Το άρθρο 58 του νομοσχεδίου χρειάζεται ριζική τροποποίηση. Ορθώς ανατίθεται στα ΑΕΙ η επιλογή των φοιτητών. Η επιβολή διδάκτρων, όμως, σε φοιτητές που επιλέγουν να σπουδάσουν στην ελληνική γλώσσα συνοδεύεται από παρενέργειες (αναφέρθηκαν ορισμένες παραπάνω) που και τους αλλοδαπούς φοιτητές αποθαρρύνουν και την ελληνική γλώσσα υποβαθμίζουν. Τέλος, η εφαρμογή μιας πολιτικής στήριξης της ελληνικής γλώσσας δεν μπορεί παρά να αφορά και τα Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, αν και όταν ιδρυθούν.  

*  Ο Δημήτρης Καραδήμας είναι Πρόεδρος του ΔΣ του Διδασκαλείου Νέας Ελληνικής Γλώσσας του ΕΚΠΑ, τέως Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Φοιτητικής Μέριμνας του ΕΚΠΑ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ:

Σχόλια (3)

Κώστας Χ
|

Εφόσον το ύψος των διδάκτρων, όπως και η επιλογή των αλλοδαπών φοιτητών, ΄θα γίνεται από τα ίδια τα ιδρύματα, τι εμποδίζει να τα διαφοροποιήσουν, ανάλογα με την περίπτωση; Άλλα δίδκατρα για τους φοιτητές που παρακολουθούν μόνο μαθήματα ελληνικής γλώσσας στο πρώτο έτος και διαφορετικά για όσους παρακολουθούν και ορισμένα μαθήματα του προγράμματος που προσφέρει το ίδρυμα σε γλώσσα άλλη πλην της ελληνικής; Ή άλλα για τις περιπτώσεις των ιδρυμάτων που μπορούν στο πρώτο έτος να προσφέρουν πλήρες πρόγραμμα μαθημάτων στην ελληνική γλώσσα, παράλληλα με την εντατική εκμάθηση της ελληνικής;
Εγώ πάντως διαβάζοντας το άρθρο του νόμου κατάλαβε ότι δίνει μεγάλη ευελιξία για να μπορούν τα ιδρύματα να αξιοποιήσουν όλες τις πιθανές περιπτώσεις, αναλόγως των δικών τους δυνατοτήτων και των αναγκών των φοιτητών τους από άλλες χώρες.

ΔΕΠ ΕΚΠΑ
|

Εύστοχα και χρήσιμα τα όλα όσα λέτε όπως πάντα κ. Αντιπρύτανη !

διδασκαλία ελληνικής γλώσσας
|

το διδασκαλείο και το εκπα έπρεπε να έχουν θέση στο τραγικό έκτρωμα (ή και ανύπαρκτο) που λέγεται ελληνική γλώσσα σε όλες τις βαθμίδες : απίστευτη ανικανότητα και ανοργανωσιά . εδώ καλά καλά δεν μιλάνε ελληνικά όσοι έχουν υψηλες θέσεις ευθύνης... τι να συζητάμε ! διεύθυνση ελληνομάθειας στο υπαιθα ΧΤΕΣ με μέτρα για όλους

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

Συκοφαντικά και υβριστικά σχόλια δεν δημοσιεύονται και διαγράφονται. Επίσης δεν επιτρέπεται στα σχόλια να αναγράφονται links τα οποία διαγράφονται. Το esos δεν φέρει ευθύνη για τα επώνυμα ή ανώνυμα σχόλια που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ