Γράφει ο Στέφανος Παπανικολάου, Δευτεροετής στην Νομική Σχολή του ΑΠΘ
Άρθρο 16Σ
Θα αρχίσω το παρόν άρθρο με τα λόγια του κ. Ακρίτα Καϊδατζή, αναπληρωτή καθηγητή του τμήματος Νομικής ΑΠΘ, ο οποίος αναφέρει σε μια εισήγησή του χαρακτηριστικά: «βρίσκομαι σε μια δύσκολη θέση και δεν περίμενα ποτέ ότι θα βρεθώ σε τέτοια θέση, γιατί καλούμαι να επιχειρηματολογήσω ότι αυτό που όλοι μας διαβάζουμε στο Σύνταγμα και όλοι μας καταλαβαίνουμε, χωρίς να χρειάζεται να είμαστε ειδικοί, χωρίς να χρειάζεται να είμαστε νομικοί, σημαίνει αυτό που διαβάζουμε».
Εκκινώντας με αυτή την σκέψη θα αναλύσουμε το άρθρο 16 του Συντάγματος σχετικά με την κατάφωρη παραβίαση και παράκαμψή του και το ζήτημα των καταλήψεων που έλαβε χώρα έντονα αυτή την περίοδο.
Αρχικά το άρθρο 16 στην παράγραφο 8 αναφέρει ότι η σύσταση Ανώτατων Σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται.
Στην παράγραφο 5 αναφέρει ότι Ανώτατη Εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση και στην παράγραφο 6 ότι οι καθηγητές των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων είναι δημόσιοι λειτουργοί. Το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό τους επιτελεί επίσης δημόσιο λειτούργημα και καλύπτεται από την ακαδημαϊκή ελευθερία.
Με την γραμματική ερμηνεία των διατάξεων καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ακριβώς απαγορεύεται η σύσταση ιδιωτικών ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Κάποιοι συνταγματολόγοι όμως υποστηρίζουν ότι σε αντίθεση με την γραμματική διατύπωση του άρθρου, μία ερμηνεία σύμφωνη με το δίκαιο της ένωσης καθιστά συμβατές προς το εθνικό δίκαιο τις αντίστοιχες νομοθετικές ρυθμίσεις. Αυτή ήταν και η απάντηση από την πλευρά της κυβέρνησης η οποία στηρίχθηκε στο άρθρο 28 του Συντάγματος και έκανε λόγο για «επαυξημένο» Σύνταγμα που δεν αποτελεί μορφή υποχώρησης του Εθνικού Συντάγματος. Στο άρθρο 28 στην πρώτη παράγραφο γίνεται αναφορά στις διεθνείς συμβάσεις και στους γενικά παραδεγμένους κανόνες διεθνούς δικαίου που υπερισχύουν του ελληνικού δικαίου και που μετά την επικύρωσή τους αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εθνικού δικαίου δίνοντας με αυτόν τον τρόπο την «ευκαιρία» να αντιμετωπιστεί το ζήτημα της ακαδημαϊκής ελευθερίας και της ελεύθερης ίδρυσης των ιδρυμάτων αυτών: άρθρο 13, 14 και 16 του ΧΘΔΕΕ που αναφέρεται στην ακαδημαϊκή ελευθερία, την ελευθερία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και την επιχειρηματική ελευθερία.
Όμως για να εφαρμοστεί ακριβώς μια σύμφωνη με το δίκαιο της ένωσης ερμηνεία των διατάξεων του Συντάγματος, δεν θα πρέπει να σημαίνει την παραβίασή του που αυτόματα οδηγεί σε παράκαμψη και μη εφαρμογή κανόνα του, αλλά αντιθέτως να δηλώνει ότι ανάμεσα στις διάφορες ερμηνευτικές εκδοχές, επικρατεί αυτή που βρίσκεται στο μεγαλύτερο βαθμό σε αρμονία με το ενωσιακό και διεθνές δίκαιο.
Στην περίπτωση όμως του άρθρου 16 δεν είναι δυνατή οποιαδήποτε επίκληση του ενωσιακού προστάγματος, γιατί ακριβώς δεν είναι δυνατή αυτή η πολυπόθητη σύμφωνη ερμηνεία.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι, αν και το δίκαιο της ένωσης αναγνωρίζει την παροχή υπηρεσιών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η οποία στοιχειοθετείται και στην Ελλάδα με την λειτουργία αντίστοιχων ιδρυμάτων-κολλεγίων τα οποία παρέχουν επαγγελματική εκπαίδευση, δεν έχει η ένωση αρμοδιότητα για το ίδιο το επαγγελματικό σύστημα στο σύνολό του.
Χαρακτηριστικά, αναφέρει ο Ακρίτας Καϊδατζής ότι «αυτό που δεν μπορούν να παρέχουν τα κολλέγια είναι αυτό που το ελληνικό Σύνταγμα επιφυλάσσει μόνο για Ν.Π.Δ.Δ».
Στο Σύνταγμα επομένως γίνεται φανερό με την επιλογή των λέξεων «αποκλειστικά» και «απαγορεύεται» ότι δεν καθιστά απλώς μη επιτρεπτή τη σύσταση μη κρατικών πανεπιστημίων, αλλά απαγορεύει κάθε είδος πανεπιστημίου που δεν λειτουργεί ως πλήρως αυτοδιοικούμενο Ν.Π.Δ.Δ. υπό την εποπτεία του κράτους με διδακτικό προσωπικό που τελεί δημόσιο λειτούργημα.
Η παράκαμψη αυτή του άρθρου 16, κατά την δική μας γνώμη, τελεί υπό συνταγματική αμφισβήτηση, όπως και η νομιμότητα του όλου νόμου (ν. 5094/2024) που πρόσφατα ψηφίστηκε.
Κατάληψη
Απέναντι σε αυτή τη νέα τάξη πραγμάτων, η φοιτητική κυρίως κοινότητα εξέφρασε την αντίθεσή της, η οποία πήρε τη μορφή καταλήψεων περίπου σε όλες τις σχολές της χώρας προκαλώντας με τη σειρά της αντιδράσεις πολλών οι οποίοι αντιτάχθηκαν σε αυτή την πρακτική. Για κάποιους είναι μορφή άσκησης του δικαιώματος (δικαίωμα αντίστασης) του άρθρου 120 παράγραφος 4 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο η τήρησή του επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με την βία. Θεωρείται ωστόσο η ψήφιση ενός νομοσχεδίου πράξη με την οποία επιχειρείται με τη βία η κατάλυση του Συντάγματος, ώστε να δικαιολογείται η κατάληψη; Σε αυτό το άρθρο υπάγονται πράξεις όπως το πραξικόπημα και όχι η ψήφιση νόμου ακόμα και αν αυτός είναι αντισυνταγματικός.
Στο ελληνικό δικαιικό σύστημα υπάρχει νομοθετική ρύθμιση η οποία προβλέπει την απαγόρευση της «κατάληψης». Συγκεκριμένα στο 168 παράγραφος 2 του ποινικού κώδικα γίνεται αναφορά στην διακοπή ή σοβαρή διατάραξη της ομαλής λειτουργίας δημόσιας υπηρεσίας ή υπηρεσίας ΟΤΑ ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου η οποία τιμωρείται με ποινή φυλάκισης και χρηματική ποινή. Επίσης στην παράγραφο 4 και 5 του 168 (τροποποίηση με την προσθήκη της παραγράφου 4 και 5, άρθρο 33 του ν.5090/2024) που αφορά μόνο στη διατάραξη της λειτουργίας των χώρων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δεν αναφέρεται ο όρος κατάληψη και ενδεικτικά μόνο θεωρείται ότι στο πεδίο εφαρμογής της παρ.5 εμπίπτει και η παρεμπόδιση εισόδου του διδακτικού προσωπικού, των μαθητών και άλλων εργαζομένων.
Ταυτόχρονα ήδη από το 2022 προβλέπεται επιπλέον νομοθετική ρύθμιση με τον νόμο 4957/2022 που προβάλλει μέχρι και διαγραφή για τους φοιτητές- καταληψίες. Προβλέπεται ως πειθαρχικό παράπτωμα που αφορά την «παρεμπόδιση της εύρυθμης λειτουργίας του Α.Ε.Ι., συμπεριλαμβανομένης τόσο της εκπαιδευτικής, ερευνητικής ή διοικητικής λειτουργίας του όσο και της λειτουργίας των μονομελών και συλλογικών οργάνων και των υπηρεσιών του, καθώς και της χρήσης των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού του».
Το 334 του ποινικού κώδικα από την άλλη, αφορά τη διατάραξη οικιακής ειρήνης στην οποία όμως εμπίπτει και η διατάραξη επαγγελματικής ειρήνης. Δεν υπάγονται στην διάταξη αυτή η κατάληψη δημοσίου κτιρίου. Παραδείγματος χάρη αν σε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο γινόταν κατάληψη, για την ποινική δίωξη των καταληψιών θα εφαρμοζόταν το 334 το οποίο παραδόξως προβλέπει πιο ήπια ποινή από το 168!
Πιστεύω ότι σε κάθε ιστορικό πλαίσιο υπάρχει και η αντίστοιχη νομιμοποίηση από τον λαό μιας τέτοιας διαμαρτυρίας με το εκάστοτε ποσοστό αποδοχής της να «δικαιολογεί» μια τέτοιου είδους πράξη. Αναρωτιέμαι όμως αν τελικά η κατάληψη του δημόσιου πανεπιστημίου, προκαλεί πλήγμα στο ίδιο το δημόσιο πανεπιστήμιο. Μήπως λειτουργεί σαν επιχείρημα υπέρ των ιδιωτικών πανεπιστημίων; Τέλος θα θέσω το ερώτημα για το ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις της πολιτείας σε μια αντίστοιχη κατάληψη σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο και αν όντως θα υπήρχαν κυρώσεις από την πρώτη κιόλας στιγμή. Μήπως τελικά υπάρχει κάποιο συμφέρον που ευνοεί στο τέλος το νομοσχέδιο;
Έλα όμως που δεν είσαι καθηγητής νομικής.
Οι νόμοι πέρα από τη σκοπιμότητά τους, πρέπει να είναι και σύμφωνοι με τα χρηστά ήθη.
Αν (λέμε αν) ψηφιστεί αύριο νόμος που θα λέει "οι άνω των 75 αυτοκτονήστε γιατί δεν φτάνουν τα χρήματα για να σας πληρώνουμε τις συντάξεις" τρέχα να σεβαστείς το νόμο σαν καλός και νομοταγής πολίτης που ισχυρίζεσαι ότι είσαι.
Επομένως στο μάθημα παίρνεις 0 για αυτή την εξεταστική και για παραδειγματισμό θα κοπείς και στην επόμενη εξεταστική που θα γράψεις από 5 και πάνω στο ίδιο μάθημα.