Μέχρι στις 25 Σεπτεμβρίου έχει προθεσμία η Ελλάδα Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να συμμορφωθεί με την οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της Ευρώπης, να αποτρέψει, δηλαδή τς συνθήκες απασχόλησης που εισάγουν διακρίσεις στα δημόσια σχολεία.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ελλάδα [INFR(2024)4013], λόγω μη ορθής μεταφοράς στο εθνικό της δίκαιο της οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, και συγκεκριμένα στο χώρο των σχολείων, η οποία απαγορεύει την εισαγωγή διακρίσεων σε βάρος των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου.
Το ελληνικό δίκαιο προβλέπει λιγότερο ευνοϊκές συνθήκες απασχόλησης για τους εκπαιδευτικούς με συμβάσεις ορισμένου χρόνου που εργάζονται σε δημόσια σχολεία σε σύγκριση με τους μόνιμους εκπαιδευτικούς, για παράδειγμα όσον αφορά την άδεια μητρότητας και την αναρρωτική άδεια.
Για τον λόγο αυτόν, η Επιτροπή απέστειλε προειδοποιητική επιστολή στην Ελλάδα, η οποία έχει πλέον προθεσμία δύο μηνών για να ανταποκριθεί και να άρει τις ελλείψεις που επισημάνθηκαν από την Επιτροπή.
Η Επιτροπή, εάν δεν λάβει ικανοποιητική απάντηση, μπορεί να αποφασίσει να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη.
Τι προβλέπει η οδηγία 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου της Ευρώπης
Άρθρο 1
Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί στην υλοποίηση της συμφωνίας πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, που εμφαίνεται στο παράρτημα και η οποία συνήφθη στις 18 Μαρτίου 1999 μεταξύ διεπαγγελματικών οργανώσεων γενικού χαρακτήρα (CES, UNICE και CEEP).
Άρθρο 2
Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που είναι απαραίτητες για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο στις 10 Ιουλίου 2001 ή διασφαλίζουν, το αργότερο την ημερομηνία αυτή, ότι οι κοινωνικοί εταίροι λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα μέσω συμφωνίας, τα δε κράτη μέλη οφείλουν να λαμβάνουν κάθε απαραίτητο μέτρο που να τους επιτρέπει ανά πάσα στιγμή να είναι σε θέση να διασφαλίζουν τα αποτελέσματα που επιβάλλει η παρούσα οδηγία. Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.
Τα κράτη μέλη μπορούν, εάν είναι απαραίτητο και ύστερα από διαβούλευση με τους κονωνικούς εταίρους προκειμένου να ληφθούν υπόψη ιδιαίτερες δυσχέρειες ή η υλοποίηση με συλλογική σύμβαση, να διαθέτουν συμπληρωματικό χρονικό διάστημα ενός έτους κατ' ανώτατο όριο. Οφείλουν να πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή για τα ζητήματα αυτά.
Οι διατάξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις της αναφοράς αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη.
Άρθρο 3
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Συμφωνία πλαίσιο για την εργασία ορισμένου χρόνου
Προοίμιο
Η συμφωνία πλαίσιο αναδεικνύει το ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι κοινωνικοί εταίροι στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση που υιοθετήθηκε κατά την έκτακτη σύνοδο κορυφής στο Λουξεμβούργο το 1997 και, σε συνέχεια, της συμφωνίας πλαίσιο για την εργασία μερικής απασχόλησης, σηματοδοτεί μια ακόμα συμβολή προς την επίτευξη καλύτερης ισορροπίας μεταξύ "ευελιξίας στο χρόνο εργασίας και ασφάλειας για τους εργαζομένους".
Τα μέρη της παρούσας συμφωνίας αναγνωρίζουν ότι οι συμβάσεις αορίστου χρόνου είναι και θα συνεχίσουν να είναι, η γενική μορφή εργασιακών σχέσεων μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων. Αναγνωρίζουν επίσης ότι οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ανταποκρίνονται, σε ορισμένες περιστάσεις, στις ανάγκες τόσο των εργοδοτών όσο και των εργαζομένων.
Η παρούσα συμφωνία καθορίζει τις γενικές αρχές και τις ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με την εργασία ορισμένου χρόνου, αναγνωρίζοντας ότι για τις λεπτομέρειες της εφαρμογής πρέπει να ληφθούν υπόψη τα πραγματικά στοιχεία των συγκεκριμένων εθνικών, τομεακών και εποχιακών καταστάσεων.
Η συμφωνία αυτή αναδεικνύει τη βούληση των κοινωνικών εταίρων να θεσπίσουν ένα γενικό πλαίσιο για τη διασφάλιση της ίσης μεταχείρισης των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, προστατεύοντάς τους από τις διακρίσεις, καθώς και για τη χρησιμοποίηση συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε μια βάση αποδοχής από τους εργοδότες και τους εργαζομένους.
Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται στους εργαζομένους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, εξαιρουμένων εκείνων που έχουν τοποθετηθεί από ένα πρακτορείο παροχής προσωρινού προσωπικού στη διάθεση μιας επιχείρησης. Πρόθεση των μερών είναι να εξετάσουν την ανάγκη για μια παρόμοια συμφωνία που θα αφορά την προσωρινή εργασία μέσω πρακτορείου.
Η παρούσα συμφωνία αφορά τις εργασιακές συνθήκες των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, αναγνωρίζοντας ότι θέματα που αφορούν την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση υπάγονται στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Σχετικά με αυτό, οι κοινωνικοί εταίροι επισημαίνουν τη δήλωση για την απασχόληση τον Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δουβλίνου το 1996 η οποία τόνισε μεταξύ άλλων, την ανάγκη να καταστούν τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης πιο ευνοϊκά προς την απασχόληση με την ανάπτυξη συστημάτων κοινωνικής προστασίας που θα μπορούν να προσαρμοστούν σε νέα πρότυπα εργασίας και να παρέχουν την κατάλληλη προστασία στα άτομα που απασχολούνται με αυτές τις μορφές εργασίας. Τα μέρη της παρούσας συμφωνίας επανέλαβαν την άποψη που είχαν εκφράσει στη συμφωνία πλαίσιο του 1997 για την εργασία μερικής απασχόλησης, ότι δηλαδή τα κράτη μέλη θα πρέπει να εφαρμόσουν στην πράξη τη δήλωση αυτή χωρίς καθυστέρηση.
Επιπλέον αναγνωρίζεται επίσης ότι είναι απαραίτητες κάποιες καινοτομίες στα συμπληρωματικά συστήματα κοινωνικής προστασίας, προκειμένου να προσαρμοστούν αυτά στις τρέχουσες συνθήκες, και ειδικότερα να υπάρξει πρόβλεψη για τη δυνατότητα μεταφοράς των δικαιωμάτων.
Οι CES, UNICE και CEEP ζητούν από την Επιτροπή να υποβάλει την παρούσα συμφωνία πλαίσιο στο Συμβούλιο ώστε να ληφθεί απόφαση και να καταστούν δεσμευτικές οι απαιτήσεις αυτές στα κράτη μέλη που είναι μέρη της συμφωνίας για την κοινωνική πολιτική, η οποία έχει προσαρτηθεί στο πρωτόκολλο αριθ. 14 σχετικά την κοινωνική πολιτική, το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Τα μέρη της συμφωνίας καλούν την Επιτροπή, στην πρότασή της για την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας, να ζητήσει από τα κράτη μέλη να θεσπίσουν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με την απόφαση του Συμβουλίου, το αργότερο δύο έτη μετά την έκδοση της απόφασης ή να εξασφαλίσουν(1) ότι οι κοινωνικοί εταίροι λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε συμβατική βάση έως το τέλος της περιόδου αυτής. Τα κράτη μέλη μπορούν, εάν είναι αναγκαίο και ύστερα από διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους, προκειμένου να συνεκτιμηθούν ιδιαίτερες δυσκολίες ή η εφαρμογή μιας συλλογικής σύμβασης, να διαθέτουν ένα κατ' ανώτατο όριο συμπληρωματικό έτος για να συμμορφωθούν με την παρούσα διάταξη.
Τα μέρη της συμφωνίας ζητούν να λαμβάνεται η γνώμη των κοινωνικών εταίρων προτού τα κράτη μέλη θεσπίζουν νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωση με την παρούσα συμφωνία.
Με κάθε επιφύλαξη όσον αφορά το ρόλο των εθνικών δικαστηρίων και του Δικαστηρίου, τα μέρη της παρούσας συμφωνίας ζητούν όπως κάθε θέμα που αφορά την ερμηνεία της παρούσας συμφωνίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο τους κοινοποιείται από την Επιτροπή για γνωμοδότηση.
Γενικές παρατηρήσεις
1. Έχοντας υπόψη τη συμφωνία για την κοινωνική πολιτική που προσαρτάται στο πρωτόκολλο (αριθ. 14) σχετικά με την κοινωνική πολιτική, το οποίο είναι προσαρτημένο στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 4 και το άρθρο 4 παράγραφος 2 της συμφωνίας αυτής·
2. εκτιμώντας ότι το άρθρο 4 παράγραφος 2 της συμφωνίας για την κοινωνική πολιτική προβλέπει ότι οι συμφωνίες που συνάπτονται σε κοινοτικό επίπεδο υλοποιούνται όταν το ζητούν από κοινού τα υπογράφοντα μέρη, με απόφαση του Συμβουλίου μετά από πρόταση της Επιτροπής·
3. εκτιμώντας ότι, στο δεύτερο έγγραφο διαβούλευσης σχετικά με την ευελιξία του χρόνου εργασίας και την ασφάλεια των εργαζομένων, η Επιτροπή ανακοινώνει την πρόθεσή της να προτείνει ένα νομικά δεσμευτικό κοινοτικό μέτρο·
4. εκτιμώντας ότι, στη γνώμη του για την πρόταση οδηγίας για τη μερική απασχόληση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει αμέσως προτάσεις για οδηγίες σχετικά με άλλες μορφές ευέλικτης εργασίας, όπως η εργασία ορισμένου χρόνου και η προσωρινή εργασία μέσω πρακτορείου·
5. εκτιμώντας ότι, στα συμπεράσματα της έκτακτης συνόδου κορυφής για την απασχόληση που εγκρίθηκαν στο Λουξεμβούργο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε τους κοινωνικούς εταίρους να διαπραγματευτούν συμφωνίες που θα αποσκοπούν "στον εκσυγχρονισμό της οργάνωσης της εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των ευέλικτων εργασιακών προτύπων, προκειμένου να καταστούν οι επιχειρήσεις παραγωγικές και ανταγωνιστικές και να επιτευχθεί η αναγκαία ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας"·
6. εκτιμώντας ότι οι συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου αποτελούν τη γενική μορφή εργασιακών σχέσεων και συμβάλλουν στην ποιότητα ζωής των εργαζομένων και βελτιώνουν την απόδοση·
7. εκτιμώντας ότι η χρήση συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου βάσει αντικειμενικών λόγων είναι ένας τρόπος για να προληφθεί η κατάχρηση·
8. εκτιμώντας ότι οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου αποτελούν χαρακτηριστικό στοιχείο της απασχόλησης σε ορισμένους τομείς, επαγγέλματα και δραστηριότητες που μπορεί να εξυπηρετεί και τους εργοδότες και τους εργαζομένους·
9. εκτιμώντας ότι πάνω από το μισό των εργαζομένων με συμβάσεις ορισμένου χρόνου στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι γυναίκες και ότι η παρούσα συμφωνία μπορεί, συνεπώς, να συμβάλει στη βελτίωση της ισότητας των ευκαιριών μεταξύ ανδρών και γυναικών·
10. εκτιμώντας ότι η παρούσα συμφωνία παραπέμπει στα κράτη μέλη και τους κοινωνικούς εταίρους για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής των γενικών αρχών της, των ελάχιστων απαιτήσεων και διατάξεων, ώστε να ληφθεί υπόψη η κατάσταση σε κάθε κράτος μέλος, και οι ιδιαίτερες συνθήκες ορισμένων τομέων και επαγγελμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων εποχιακής φύσης·
11. εκτιμώντας ότι η παρούσα συμφωνία λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να βελτιωθούν οι απαιτήσεις της κοινωνικής πολιτικής, να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της κοινοτικής οικονομίας και να αποφευχθεί η επιβολή διοικητικών, οικονομικών και νομικών δεσμεύσεων που παρεμποδίζουν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων·
12. εκτιμώντας ότι οι κοινωνικοί εταίροι βρίσκονται στην καλύτερη θέση για την εξεύρεση λύσεων που να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και των εργοδοτών και των εργαζομένων, και ότι θα τους δοθεί συνεπώς ιδιαίτερος ρόλος κατά την υλοποίηση και την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας,
Σκοπός (ρήτρα 1)
Σκοπός της παρούσας συμφωνίας πλαισίου είναι:
α) η βελτίωση της ποιότητας της εργασίας ορισμένου χρόνου με τη διασφάλιση της εφαρμογής της αρχής της μη διάκρισης·
β) η καθιέρωση ενός πλαισίου για να αποτραπεί η κατάχρηση που προκαλείται από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή εργασιακών σχέσεων ορισμένου χρόνου.
Πεδίο εφαρμογής (ρήτρα 2)
1. Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται σε όλους τους εργαζομένους ορισμένου χρόνου που έχουν σύμβαση ή σχέση εργασίας όπως αυτές καθορίζονται από τη νομοθεσία, τις συλλογικές συμβάσεις ή την πρακτική σε κάθε κράτος μέλος.
2. Τα κράτη μέλη ύστερα από διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους ή/και οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να αποφασίσουν ότι η παρούσα συμφωνία δεν εφαρμόζεται:
α) στις σχέσεις βασικής επαγγελματικής κατάρτισης και τα συστήματα μαθητείας·
β) στις συμβάσεις ή τις σχέσεις εργασίας που έχουν συναφθεί στο πλαίσιο ενός ειδικού δημόσιου ή από το δημόσιο υποστηριζόμενου προγράμματος κατάρτισης, ένταξης και επαγγελματικής επανεκπαίδευσης.
Ορισμοί (ρήτρα 3)
1. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως "εργαζόμενος ορισμένου χρόνου" νοείται ένα πρόσωπο που έχει σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου συναφθείσα απευθείας μεταξύ του εργοδότη και του εργαζομένου, η λήξη της οποίας καθορίζεται από αντικειμενικούς όρους, όπως παρέλευση συγκεκριμένης ημερομηνίας, η ολοκλήρωση συγκεκριμένου έργου ή πραγματοποίηση συγκεκριμένου γεγονότος.
2. Για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως "αντίστοιχος εργαζόμενος αορίστου χρόνου" νοείται ο εργαζόμενος που έχει σύμβαση ή σχέση εργασίας αορίστου χρόνου στην ίδια επιχείρηση, και απασχολείται στην ίδια ή παρόμοια εργασία/απασχόληση, λαμβανομένων υπόψη των προσόντων ή των δεξιοτήτων.
Όπου δεν υπάρχει αντίστοιχος εργαζόμενος αορίστου χρόνου στην ίδια εκμετάλλευση, η σύγκριση πρέπει να γίνεται με αναφορά στην εκάστοτε εφαρμοζόμενη συλλογική σύμβαση, ή όταν δεν υπάρχει οικεία συλλογική σύμβαση, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, ή τις εθνικές συλλογικές συμβάσεις ή πρακτικές.
Αρχή της μη διάκρισης (ρήτρα 4)
1. Όσον αφορά τις συνθήκες απασχόλησης, οι εργαζόμενοι ορισμένου χρόνου δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται δυσμενώς σε σχέση με τους αντίστοιχους εργαζομένους αορίστου χρόνου μόνο επειδή έχουν σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου, εκτός αν αυτό δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους.
2. Όπου κρίνεται αναγκαίο, εφαρμόζεται η αρχή "pro rata temporis".
3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας ρήτρας καθορίζονται από τα κράτη μέλη ύστερα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους ή/και από τους κοινωνικούς εταίρους, λαμβάνοντας υπόψη την κοινοτική νομοθεσία και τη νομοθεσία, τις συλλογικές συμβάσεις και την πρακτική σε εθνικό επίπεδο.
4. Η απαιτούμενη περίοδος προϋπηρεσίας σε σχέση με ιδιαίτερες συνθήκες απασχόλησης θα είναι η ίδια για τους εργαζομένους ορισμένου χρόνου όπως και για τους εργαζομένους αορίστου χρόνου εκτός από την περίπτωση που δικαιολογείται από αντικειμενικούς λόγους διαφορετική διάρκεια της περιόδου προϋπηρεσίας.
Μέτρα για την αποφυγή κατάχρησης (ρήτρα 5)
1. Για να αποτραπεί η κατάχρηση που μπορεί να προκύψει από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, τα κράτη μέλη, ύστερα από διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, συλλογικές συμβάσεις ή πρακτική, ή/και οι κοινωνικοί εταίροι, όταν δεν υπάρχουν ισοδύναμα νομοθετικά μέτρα, για την πρόληψη των καταχρήσεων λαμβάνουν κατά τρόπο που να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες ειδικών τομέων ή/και κατηγοριών εργαζομένων, ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:
α) αντικειμενικούς λόγους που να δικαιολογούν την ανανέωση τέτοιων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας·
β) τη μέγιστη συνολική διάρκεια διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου·
γ) τον αριθμό των ανανεώσεων τέτοιων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας.
2. Τα κράτη μέλη ύστερα από διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους ή/και οι κοινωνικοί εταίροι καθορίζουν, όταν χρειάζεται, υπό ποιες συνθήκες οι συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας ορισμένου χρόνου:
α) θεωρούνται "διαδοχικές"·
β) χαρακτηρίζονται συμβάσεις ή σχέσεις αορίστου χρόνου.
Ενημέρωση και ευκαιρίες απασχόλησης (ρήτρα 6)
1. Οι εργοδότες ενημερώνουν τους εργαζομένους ορισμένου χρόνου για κενές θέσεις που είναι διαθέσιμες στην επιχείρηση ή την εκμετάλλευση ώστε να εξασφαλιστεί ότι έχουν τις ίδιες ευκαιρίες να διεκδικήσουν μόνιμες θέσεις όπως και άλλοι εργαζόμενοι. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω μιας γενικής ανακοίνωσης σε κατάλληλο μέρος μέσα στην επιχείρηση ή την εκμετάλλευση.
2. Στο μέτρο του δυνατού, οι εργοδότες πρέπει να διευκολύνουν την πρόσβαση των εργαζομένων ορισμένου χρόνου σε κατάλληλες ευκαιρίες κατάρτισης, ώστε να ενισχύονται οι δεξιότητές τους, η εξέλιξη της επαγγελματικής σταδιοδρομίας τους και η επαγγελματική κινητικότητά τους.
Ενημέρωση και διαβούλευση (ρήτρα 7)
1. Οι εργαζόμενοι ορισμένου χρόνου λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό του κατώτατου ορίου πάνω από το οποίο μπορούν τα αντιπροσωπευτικά όργανα των εργαζομένων που προβλέπονται από την εθνική και την κοινοτική νομοθεσία να συγκροτούνται μέσα στην επιχείρηση σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις.
2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της ρήτρας 7.1 καθορίζονται από τα κράτη μέλη ύστερα από διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, ή/και από τους κοινωνικούς εταίρους σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, συλλογικές συμβάσεις και πρακτικές και τηρουμένης της ρήτρας 4.1.
3. Στο μέτρο του δυνατού, οι εργοδότες θα μεριμνούν για την παροχή κατάλληλης ενημέρωσης στα υπάρχοντα αντιπροσωπευτικά όργανα των εργαζομένων σχετικά με την απασχόληση ορισμένου χρόνου στην επιχείρηση.
Διατάξεις εφαρμογής (ρήτρα 8)
1. Τα κράτη μέλη ή/και οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να διατηρήσουν ή να εισαγάγουν ευνοϊκότερες διατάξεις για τους εργαζομένους από τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας.
2. Η παρούσα συμφωνία δεν θίγει άλλες ειδικότερες κοινοτικές διατάξεις και ιδιαίτερα τις κοινοτικές διατάξεις που αφορούν την ίση μεταχείριση και τις ίσες ευκαιρίες ανδρών και γυναικών.
3. Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επαρκή αιτιολογία για την υποβάθμιση του γενικού επιπέδου προστασίας των εργαζομένων στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα συμφωνία.
4. Η παρούσα συμφωνία δεν θίγει το δικαίωμα των κοινωνικών εταίρων να συνάπτουν, στο κατάλληλο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένου του ευρωπαϊκού, συμβάσεις με τις οποίες προσαρμόζονται ή/και συμπληρώνονται οι διατάξεις της παρούσας συμφωνίας, κατά τρόπο που να συνεκτιμούνται οι ιδιαίτερες ανάγκες των εν λόγω κοινωνικών εταίρων.
5. Η πρόληψη και η αντιμετώπιση των διαφορών και καταγγελιών που προκύπτουν από την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας γίνονται σύμφωνα με την νομοθεσία, τις συλλογικές συμβάσεις και πρακτικές σε εθνικό επίπεδο.
6. Τα υπογράφοντα μέρη θα εξετάσουν την εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας πέντε έτη μετά την ημερομηνία της απόφασης τον Συμβουλίου, αν το ζητήσει ένα από τα μέρη της παρούσας συμφωνίας.
Τι είχε απαντήσει πρόσφατα στη Βουλή η υφυπουργός Παιδείας
Σχετικά με την άνιση μεταχείριση αναπληρωτριών εκπαιδευτικών ως προς τις αναρρωτικές άδειες, άδεια μητρότητας και άδεια ανατροφής τέκνων, η υφυπουργός Παιδείας Ζέττα Μακρή, στις 13-6-24 , είχε δώσει την ακόλουθη απάντηση στη Βουλή:
Οι μόνιμοι/ες δημόσιοι υπάλληλοι υπάγονται καταρχήν στις διατάξεις του Υ.Κ., ο οποίος κυρώθηκε με το ν. 3528/2007 (Α ́ 26). Οι αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικοί, που προσλαμβάνονται για να καλύψουν πρόσκαιρες ανάγκες, υπάγονται στο κεφάλαιο Δ ́ του ν. 993/1979 «Περί του επί συμβάσει εργασίας ιδιωτικού δικαίου προσωπικού του Δημοσίου κ.λπ.» (ΦΕΚ 281 Α ́, όπως κωδικοποιήθηκε με το Προεδρικό Διάταγμα 410/1988).
Συμπληρωματικά εφαρμόζονται οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στο Π.Δ. 410/1988 (άρθρο 89 του Π.Δ. 410/1988). Επισημαίνεται ότι έχουν επέλθει τροποποιήσεις στις διατάξεις του Π.Δ. 410/1988 με το άρθρο 47 του ν. 4674/2020 (ΦΕΚ 53 Α’) και συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην περ. α’ της παρ. 7 του άρθρου 47 του ν. 4674/2020, αντικαθίσταται το άρθρο 21 του Π.Δ. 410/1988 και ως εκ τούτου στους/στις εκπαιδευτικούς με σχέση εργασίας Ι.Δ.Ο.Χ. ισχύουν πλέον σε αναλογία με βάση τη διάρκεια της σύμβασης τα οριζόμενα στις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 50 του ν. 3528/2007 (ειδική άδεια 22 ημερών, ειδική άδεια 6 ημερών λόγω αναπηρίας, χορήγηση ειδικών αδειών σε δικαστικούς συμπαραστάτες). Επιπλέον, με προσθήκη εδαφίων στο αρ. 23 του Π.Δ. 410/1998, χορηγείται και στους/στις αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικούς η άδεια ασθένειας τέκνου και η άδεια για παρακολούθηση σχολικής επίδοσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 8 και 7 του άρθρου 53 του Υ.Κ., σε αναλογία με βάση τη διάρκεια της σύμβασης. Για τη χορήγηση της άδειας εξετάσεων ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 60 του Υ.Κ. σε αναλογία με βάση τη διάρκεια της σύμβασης και για τη χορήγηση της άδειας λόγω αιμοληψίας/λήψης αιμοπεταλίων ισχύουν τα οριζόμενα στην παρ. 5 του άρθρου 50 του Υ.Κ.
Ειδικότερα, στους αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικούς δύναται να χορηγηθεί κανονική άδεια έως επτά (7) εργάσιμων ημερών κατά τη διάρκεια της σύμβασης, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.8 του άρθρου 20 του Π.Δ. 410/88 (ΦΕΚ 191 Α’).
Σε κυοφορούσες αναπληρώτριες εκπαιδευτικούς που έχουν ανάγκη ειδικής θεραπείας, λόγω επαπειλούμενης κύησης, χορηγείται αναρρωτική άδεια, σύμφωνα με τα άρθρα 657 και 658 του Αστικού Κώδικα και το άρθρο 11 του Ν.2874/2000. Σχετικά με την εν λόγω «άδεια ασθενείας» σας παραπέμπουμε και στο Κεφ. Β παρ.2 υποπαρ.21 ΑΔΕΙΑ ΛΟΓΩ ΑΣΘΕΝΕΙΑΣ ΓΙΑ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ ΜΕ ΣΧΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΙΔΟΧ ΧΩΡΙΣ ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΘΕΣΗ της υπ ́ αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ.69/117/οικ.1102/28-5-2020 (ΑΔΑ: 6ΣΦ146ΜΤΛ6-48Π) Εγκύκλιο του ΥΠΕΣ. Οι αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικοί για όλο το χρονικό διάστημα της σύμβασής τους δικαιούνται δεκαπέντε (15) ημέρες αναρρωτική άδεια με αποδοχές, εφόσον έχουν συμπληρώσει δεκαήμερη παροχή εργασίας. Σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 70 του Ν.4485/2017 (Φ.Ε.Κ.114 τ. Α ́/4-8-2017), στους/στις αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικούς που πάσχουν από δυσίατα νοσήματα, χορηγείται αναρρωτική άδεια διάρκειας δεκαπέντε (15) ημερών επιπλέον της προβλεπόμενης από τις ισχύουσες διατάξεις, η οποία είναι αμειβόμενη και λαμβάνεται υπόψη ως χρόνος πραγματικής διδακτικής υπηρεσίας για όλα τα δικαιώματα.
Ως προς την άδεια μητρότητας, η συνολική της διάρκεια ορίζεται σε 119 ημερολογιακές ημέρες συνολικά, δηλαδή οκτώ (8) εβδομάδες πριν από την πιθανή ημέρα τοκετού και εννέα (9) εβδομάδες μετά. Στις περιπτώσεις που ο τοκετός πραγματοποιείται πριν από την ημερομηνία που αρχικά είχε πιθανολογηθεί, οι ημέρες μεταφέρονται, ώστε ο συνολικός χρόνος για τη μητρότητα να μην υπολείπεται των 119 ημερών [άρθρο 9 του Ν.2224/1994 (Φ.Ε.Κ. 112 τ ́Α/6-7-1994), όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 11 του Ν. 2874/2000 (Φ.Ε.Κ.286 τ. Α ́/29-12-2000)]. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με το άρθρο 34 του ν.4808/2021 (101 Α ́), όπως ισχύει, τόσο οι τεκμαιρόμενες μητέρες του άρθρου 1464 του Αστικού Κώδικα, που αποκτούν τέκνο με τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας όσο και οι εργαζόμενες που υιοθετούν τέκνο, από την ένταξη του παιδιού στην οικογένεια και έως την ηλικία των οκτώ (8) ετών, δικαιούνται το μεταγενέθλιο τμήμα της άδειας μητρότητας των 9 εβδομάδων, ως ορίζεται στο άρθρο 7 της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας 1993 και το άρθρο 7 της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας 2000, που κυρώθηκε με το άρθρο 11 του ν. 2874/2000 (Α’ 286), καθώς και τις πάσης φύσεως αποδοχές και επιδόματα που συνδέονται με αυτήν, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στις επιμέρους καταστατικές διατάξεις του φορέα ασφάλισής τους.
Σχετικά με την άδεια για την ανατροφή τέκνου των αναπληρωτριών εκπαιδευτικών, σας παραθέτουμε τα ακόλουθα:
Η μητέρα αναπληρώτρια εκπαιδευτικός (πλήρους και μειωμένου ωραρίου) που έχει παιδί ηλικίας έως δύο (2) ετών έχει δικαίωμα χρήσης μειωμένου διδακτικού ωραρίου κατά δύο (2) ώρες την εβδομάδα, από το διδακτικό ωράριο που αναφέρεται στη σύμβασή της, και απαλλαγή από τις πρόσθετες υπηρεσίες της παρ. 8 του αρθ. 13 του ν. 1566/1985, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 245 του ν. 4512/2018, ΦΕΚ 5 Α’ (ν. 3149/2003, άρθρο 13, παρ. 45 περίπτωση γ). Εναλλακτικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 4599/2019 (ΦΕΚ 40 Α ́), η φυσική, θετή ή ανάδοχη μητέρα αναπληρώτρια εκπαιδευτικός ή μέλος του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού ή του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού, εφόσον δεν κάνει χρήση του ανωτέρω μειωμένου ωραρίου, δικαιούται, για την ανατροφή του τέκνου της, άδεια με αποδοχές, διάρκειας έως τριών (3) μηνών και δεκαπέντε (15) ημερών. Την άδεια ανατροφής δικαιούνται και η ανάδοχη και η θετή μητέρα αναπληρώτρια εκπαιδευτικός ή μέλος του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού ή του Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού που υιοθετεί ή αναδέχεται τέκνο ηλικίας έως έξι (6) ετών, αμέσως μετά την περαίωση της διαδικασίας της υιοθεσίας.
Το χρονικό διάστημα της εν λόγω άδειας, λογίζεται ως χρόνος διδακτικής υπηρεσίας και ως χρόνος ασφάλισης στους οικείους κλάδους κύριας σύνταξης, καθώς και στους οικείους φορείς επικουρικής ασφάλισης. Σχετική με την άδεια ανατροφής με αποδοχές των αναπληρωτριών εκπαιδευτικών και μέλη Ε.Ε.Π.-Ε.Β.Π. είναι και η υπ’ αριθ. 38287/Ε3/12-03-2019 (ΑΔΑ: Ψ5ΘΡ4653ΠΣ-ΩΒ6) εγκύκλιος του Υ.ΠΑΙ.Θ. Παράλληλα, στους γονείς εκπαιδευτικούς παιδιού μέχρι δύο ετών (ήτοι, και στους πατέρες και στις μητέρες αναπληρώτριες) προβλέπεται απαλλαγή από τις πρόσθετες υπηρεσίες της παρ. 8 του άρθρου 13 του ν. 1566/1985 (Α ́ 167), όπως διαμορφώθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 101 του ν. 4823/2021 (Α ́ 136) και ισχύει, σε συνδυασμό με τις διατάξεις του , άρθρου 13, παρ. 45 περ. γ του ν. 3149/2003 (Α ́ 141).
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 4808/2021 (101 Α ́), με τις οποίες αντικαταστάθηκε το προγενέστερο πλαίσιο χορήγησης της άδειας ανατροφής τέκνου άνευ αποδοχών σύμφωνα με το καταργηθέν πλέον άρθρο 50 του ν. 4075/2012 (89 Α ́), στους/στις εργαζόμενους γονείς – μεταξύ των οποίων και οι αναπληρωτές/τριες εκπαιδευτικοί – χορηγείται γονική άδεια για την ανατροφή του παιδιού, διάρκειας τεσσάρων (4) μηνών, την οποία (ο/η εργαζόμενος/η) μπορεί να χρησιμοποιήσει συνεχόμενα ή τμηματικά, μέχρι το παιδί να συμπληρώσει την ηλικία των οκτώ (8) ετών (παρ. 1 του άρθρου 28 του ν. 4808/2021). Για τη χορήγηση της γονικής άδειας, ο εργαζόμενος γονέας πρέπει να έχει συμπληρώσει ένα (1) έτος συνεχόμενης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στον ίδιο εργοδότη [...] (παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4808/2021). Σχετική είναι και η υπ’ αριθ.101912/Ε3/15-9-2023 (ΑΔΑ: 995Σ46ΝΚΠΔ-3Κ0) Εγκύκλιος του ΥΠΑΙΘΑ. Για τους δύο (2) πρώτους μήνες της γονικής άδειας, ο Ο.Α.Ε.Δ. υποχρεούται να καταβάλλει επίδομα γονικής άδειας στον κάθε γονέα, μηνιαίως, ποσού ίσου με τον ελάχιστο νομοθετημένο μισθό, όπως κάθε φορά καθορίζεται [...] (παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4808/2021). Ο χρόνος απουσίας των εργαζομένων από την εργασία τους λόγω γονικής άδειας, λογίζεται ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας για τον υπολογισμό των αποδοχών τους, τη χορήγηση της ετήσιας κανονικής άδειας απουσίας και του επιδόματος αδείας, την επαγγελματική εξέλιξη, καθώς και για τον υπολογισμό της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσής τους. (παρ. 11 του άρθρου 28 του ν. 4808/2021).
Εν κατακλείδι, τα δικαιώματα (και οι υποχρεώσεις) των μονίμων και των αναπληρωτών/τριών εκπαιδευτικών καθορίζονται από το εν ισχύ κανονιστικό πλαίσιο.
Ε, εκεί στην κυβέρνηση, μην ανησυχείτε, γράψτε στα παλιά σας τα παπούτσια την ΕΕ κανονικά! Εγώ είμαι εδώ, τα πληρώνω όλα, μη λογαριάζετε πρόστιμα και τέτοια χαζά!