Μανόλης Κουσλόγλου, Σύμβουλος εκπαίδευσης Φυσικών Επιστημών
Εδώ και μήνες οι σχολικές αίθουσες εξοπλίζονται με το εν δυνάμει πιο επιδραστικό διδακτικό εργαλείο των τελευταίων δεκαετιών. Απλώς «εν δυνάμει», γιατί ο διαδραστικός πίνακας είναι απλώς ένα εργαλείο, δεν διδάσκει. Εμείς οι εκπαιδευτικοί είμαστε αυτοί που διδάσκουμε αξιοποιώντας τον. Το ερώτημα που τίθεται ωστόσο είναι με ποιον τρόπο θα μπορούσε ο διαδραστικός πίνακας να αξιοποιηθεί με τον προσφορότερο τρόπο, ώστε να γίνει πραγματικά επιδραστικός για την εκπαιδευτική διαδικασία.
Ο διαδραστικός πίνακας ονομάζεται έτσι γιατί υπάρχει αλληλεπίδραση ανάμεσα σε αυτόν και τον εκπαιδευτικό (ΚΑΙ με τους μαθητές). Ωστόσο, το μέλημα και καθήκον του εκπαιδευτικού είναι να αλληλεπιδρά με τους μαθητές του και όχι (μόνο) με τον πίνακα, αλλά και να πυροδοτεί την αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών. Πώς επιτυγχάνεται κάτι τέτοιο; Μήπως με διάλεξη εμπλουτισμένη με προβολές βίντεο και προσομοιώσεις; Μήπως με χρήση του πίνακα ως αντικαταστάτη του ασπροπίνακα μαρκαδόρου για επίλυση ασκήσεων με πιο φαντεζί τρόπο; Προφανώς όχι.
Ο διαδραστικός πίνακας «φωνάζει» ότι μπορεί να αξιοποιηθεί με τρόπο ώστε ο μαθητής να είναι ο πρωταγωνιστής της μάθησης και όχι ένας απλός παθητικός δέκτης γνώσης από τον εκπαιδευτικό - αυθεντία. Ο διαδραστικός πίνακας «φωνάζει» ότι πρέπει να αξιοποιηθεί για καλύτερη κατανόηση των εννοιών, για διαφοροποίηση και συμπερίληψη, για ομαδοσυνεργατική δουλειά και συνολικά για αλληλεπίδραση τόσο μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητών, όσο και μεταξύ μαθητών. Ο διαδραστικός πίνακας «φωνάζει» ότι μπορεί να αποτελέσει τον πυρήνα μιας «έξυπνης» τάξης με τη δικτύωσή του και τη συνδεσιμότητά του με tablets.
Αν και έχουν ξεκινήσει ήδη προσπάθειες εκμάθησης του διαδραστικού πίνακα, είτε ατομικά, είτε μέσω επιμορφώσεων ή κοινοτήτων πρακτικής, η εκμάθηση εντοπίζεται σχεδόν αποκλειστικά στις παροχές του και όχι στη διδακτική/παιδαγωγική αξιοποίησή του. Άλλωστε, για να αξιοποιηθεί σωστά ένα εργαλείο πρέπει πρώτα – πρώτα να γνωρίζει ο χρήστης τα χαρακτηριστικά του. Ή μήπως όχι; Μήπως θα έπρεπε η εκμάθηση του πίνακα να είναι ισοζυγισμένη μεταξύ των παροχών του και σύγχρονων διδακτικών μεθόδων αξιοποίησής του;
Η αλήθεια είναι ότι μια αξιοποίηση του διαδραστικού πίνακα που θα έχει πρωταγωνιστές τους μαθητές παρουσιάζει προκλήσεις. Είναι «εσωτερικές» οι προκλήσεις, όπως οι παγιωμένες αντιλήψεις πολλών συναδέλφων ως προς την αποδοτικότητα των παραδοσιακών δασκαλοκεντρικών μεθόδων («αφού ‘δουλεύουν’ γιατί να τις αλλάξουμε;»), η ανασφάλεια για τη χρήση ενός ακόμη ψηφιακού συστήματος που έρχεται να προστεθεί στο πλήθος λογισμικών του web 2.0 και στα πολλά νέα εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης, ο δικαιολογημένος φόβος από τη χρήση tablets και πρόσβαση στο διαδίκτυο από τους μαθητές. Είναι οι «εξωτερικές» προκλήσεις, όπως η πίεση για την ύλη, το εξετασιοκεντρικό εκπαιδευτικό σύστημα, το περιεχόμενο των θεμάτων των Πανελλαδικών που οδηγεί σε λάθος δρόμο μια δωδεκαετή προσπάθεια, οι χαμηλές ταχύτητες ιντερνετ σε πολλές σχολικές μονάδες, οι επιμορφώσεις που πρέπει να γίνονται εκτός εργασιακού ωραρίου, οι παγιωμένες αντιλήψεις των γονέων σχετικά με το περιεχόμενο της διδασκαλίας, η παραβατική συμπεριφορά των μαθητών κλπ.
Ωστόσο, ο διαδραστικός πίνακας είναι ένα εργαλείο που μπορεί να «αλλάξει το παιχνίδι», γι’ αυτό και του αξίζει λίγη παραπάνω προσοχή, λίγος επιπλέον χρόνος, λίγες περισσότερες θυσίες. Από πλευράς Υπουργείου που πολύ σωστά επένδυσε σε αυτόν και δεν θα ήθελε να δει να πάει στράφι αυτή η επένδυση, η λύση λέγεται επιμόρφωση εκπαιδευτικών πάνω στη διδακτική/παιδαγωγική αξιοποίησή του με επίκεντρο τον μαθητή, τη διαφοροποίηση και κυρίως την ομαδική δουλειά. Μια επιμόρφωση που δεν θα προσπαθεί να γκρεμίσει και να ξαναφτιάξει, αλλά να χτίσει πάνω στις υπάρχουσες δεξιότητες και ικανότητες των εκπαιδευτικών, πάνω στις μεθόδους διδασκαλίας που ήδη εφαρμόζουν. Δεν χρειάζεται αλλαγή, που σημαίνει σίγουρη αποτυχία, αλλά οικοδόμηση πάνω στα υπάρχοντα θεμέλια. Ταυτόχρονα ωστόσο, είναι απαραίτητο να βοηθήσει τους εκπαιδευτικούς να «ανασάνουν», κυρίως στο Λύκειο. Οι μαθητοκεντρικές μέθοδοι θέλουν τον χρόνο τους για να διδαχθούν με αυτές τα γνωστικά αντικείμενα και τέτοιος εποικοδομητικός χρόνος είναι δύσκολο να βρεθεί, ιδιαίτερα στο Λύκειο. Όσο το γνωστικό κομμάτι της εκπαίδευσης ατενίζει τις δεξιότητες 21ου αιώνα των μαθητών αφ’ υψηλού, οι μέθοδοι αυτοί δεν θα εφαρμόζονται ποτέ, παρά μόνο στη διάρκεια του δίωρου της αξιολόγησης.
Όσον αφορά τους εκπαιδευτικούς, ένα πράγμα έχουμε να κάνουμε. Να ενταχθούμε σε ομάδες πρακτικής, φυσικές ή διαδικτυακές. Να (υπο)στηρίζουμε ο ένας τον άλλον στους Συλλόγους Διδασκόντων, να ανταλλάσσουμε πληροφορίες, να ρωτάμε, να μαθαίνουμε. Να συζητάμε όχι μόνο πάνω στο περιεχόμενο αλλά κυρίως πάνω στη μέθοδο, όχι μόνο πάνω στο ΤΙ, αλλά και στο ΠΩΣ.
Οι διαδραστικοί πίνακες μπορούν και πρέπει να γίνουν επιδραστικοί, αρκεί να αξιοποιηθούν σωστά. Το κλειδί είναι η επιμόρφωση με κατανόηση στον εκπαιδευτικό, στο υπόβαθρό του, στις ανάγκες του. Στη Φυσική, αναφερόμαστε στο φαινόμενο του συντονισμού: Για να επιτευχθεί η μέγιστη μετάδοση ενέργειας του διεγέρτη σε ένα ταλαντούμενο σώμα, θα πρέπει αυτός να ταλαντώνεται με την ιδιοσυχνότητα του σώματος. Ούτε πολύ αργά, αλλά ούτε πολύ γρήγορα. Ωστόσο και το ταλαντούμενο σώμα μπορεί να αλλάξει την ιδιοσυχνότητά του, τροποποιώντας κάποια χαρακτηριστικά του… Το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και στις επιμορφώσεις, αλλά και στις προτεινόμενες εκπαιδευτικές αλλαγές: Να γίνεται προσπάθεια από όλες τις πλευρές να συντονίζονται στον μέγιστο δυνατό βαθμό, για το καλό μιας εκπαίδευσης που οφείλει να οδηγεί μια σύγχρονη κοινωνία και όχι απλώς να προσπαθεί να την ακολουθεί ασθμαίνοντας.
Η ιστορία διδάσκει ότι πολλές αντίστοιχες προσπάθειες έχουν πάει στράφι, ωστόσο, στην ιστορία πάντα συμβαίνουν ανατροπές. Μακάρι να ζήσουμε μια από αυτές.
Υ.Γ. Σε επιμορφώσεις των συναδέλφων που εμπλέκομαι παρατηρείται κάτι που προκαλεί χαρά και στεναχώρια μαζί: Το πιο μεγάλο ενδιαφέρον των συναδέλφων λοιπόν και μάλιστα με διαφορά, εστιάζεται στην εφαρμογή της «έξυπνης» τάξης, όπου ο διαδραστικός πίνακας συνδέεται με τα tablets και έτσι οι επιμορφούμενοι διαμοιράζουν τις οθόνες τους στον διαδραστικό ή το αντίστροφο, παίζουν παιχνίδια, αλληλεπιδρούν. Όλα αυτά ωστόσο, ενδεικτικά μάλιστα του τι θα κινητοποιούσε τους μαθητές να αλληλεπιδράσουν και να εμπλακούν ενεργά στο μάθημα, είναι ακριβώς οι διαδικασίες που είναι πιο δύσκολο να εφαρμοστούν στην πράξη, στην τάξη, για λόγους που όλοι οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουμε… Κάτι πρέπει να κάνουμε και γι’ αυτό, όχι μόνο εμείς οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι μαθητές και οι γονείς τους.
Μήπως θα ήταν καλύτερα το υπουργείο τώρα που σχεδιάζει μεγαλεπίβολα πολλαπλά βιβλία να απαιτήσει και την παραγωγή διαδραστικών εφαρμογών για τους πίνακες αυτούς;