Τα Συμβούλια των ΑΕΙ : ένας ψευδεπίγραφος θεσμός
Δημοσίευση: 02/09/2016
Τελευταία Ενημέρωση: 03/09/2016, 23:42
ΡΕΠΟΡΤΑΖ ESOS
Νικήτας Χιωτίνης
Διευθυντής/Καθηγητής Σχολής Καλλιτεχνικών Σπουδών
ΤΕΙ Αθήνας
Τον τελευταίο καιρό είμαστε μάρτυρες παραιτήσεων μελών Συμβουλίων διαφόρων ΑΕΙ της χώρας, με το αιτιολογικό ότι δεν τους δίδεται έδαφος δράσης, ενώ οι υποστηρικτές τους, επικαλούμενοι την αναγκαιότητά τους, οικτίρουν την κατά την άποψή τους υποβάθμιση των Ιδρυμάτων. Το Υπουργείο Παιδείας βεβαίως, ως είθισται με τις πολιτικές αρχές, δείχνει να περιμένει πως θα εξελιχθούν τα πράγματα, μη διακινδυνεύοντας να λάβει ξεκάθαρη θέση.
Ας προσπαθήσουμε όμως να δούμε καλλίτερα το ζήτημα αυτό. Ο περίφημος «νόμος Διαμαντοπούλου», καταδήλως προσανατολισμένος στην παραγωγική – με την στενή έννοια του όρου - αποστολή της Ανώτατης Εκπαίδευσης, με την εισαγωγή αυτών των Συμβουλίων, ως κατά κάποιον τρόπον επικεφαλής της Διοίκησης των ΑΕΙ, αντιστρατεύτηκε τις προθέσεις του. Επιπροσθέτως αντιστρατεύτηκε και τις διακηρύξεις του περί τις δήθεν, μέσω αυτών, κοινωνικής λογοδοσίας των Ιδρυμάτων. Εξηγούμεθα: τα μέλη των Συμβουλίων αυτών είναι κατά την πλειονότητά τους καθηγητές του Ιδρύματος, κατά το δε σύνολό τους εκλέγονται από τους καθηγητές του Ιδρύματος αυτού.
Άρα σε τι έγκειται η κοινωνική του λογοδοσία και ο κοινωνικός έλεγχος; Με τα Συμβούλια αυτά δεν επιτυγχάνεται παρά ο απόλυτος εγκλεισμός των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων στον εαυτό τους, μάλιστα δολίως, καθ’ όσον προφασίζονται δήθεν άνοιγμά τους προς την κοινωνία. Βεβαίως διαχωρίζονται και από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, εν πάση περιπτώσει δεν θεωρούν σκόπιμο να συνδιαλλαγούν μαζί της, θεωρώντας πως μόνο «εντός των τειχών» τους σχεδιάζεται ο τρόπος ανάπτυξης και εξέλιξής της.
Ο απόλυτος όμως διαχωρισμός των εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων από την υπόλοιπη κοινωνία, προς την οποίαν θα όφειλαν να απευθύνονται, αποτελεί παρωχημένη αντίληψη περί της Παιδείας και της Εκπαίδευσης -δεν ταυτίζονται οι έννοιες αυτές-, σωστή ενδεχομένως κατά τον μεσαίωνα και μέχρι τον 19ο αιώνα, ξεπερασμένη όμως από τον τρόπο ανάπτυξης και εξέλιξης των σύγχρονων κοινωνιών. Τα εκπαιδευτικά Ιδρύματα σήμερα οφείλουν να τελούν υπό διαρκή κοινωνική αλληλεξάρτηση, να λογοδοτούν και να ελέγχονται τόσο ως προς τις οικονομικές τους απαιτήσεις όσο και ως προς το γνωσιολογικό τους περιεχόμενο. Οι κοινωνίες δεν στηρίζονται πλέον σε αναγεννησιακές αυθεντίες, αυθεντίες τύπου Homo Universalis, δεν υπάρχουν πλέον τέτοιοι.
Η πολιτική διαχειριστική αρχή της χώρας λοιπόν, οφείλει να βρει τρόπο να φέρει σε στενή σχέση την κοινωνία με τα Εκπαιδευτικά της Ιδρύματα. Έτσι λοιπόν, κάποια εξωτερικά των ΑΕΙ «Συμβούλια», μπορούν να φανούν χρήσιμα, στο βαθμό που εξασφαλίζουν αυτή τη σχέση. Θα μπορούσαν, π.χ., να απαρτίζονται από εκπροσώπους κοινωνικών φορέων, δηλαδή παραγωγικών, επιστημονικών και επαγγελματικών Επιμελητηρίων και Ενώσεων, αναλόγως βεβαίως με το γνωσιολογικό περιεχόμενο του κάθε εκπαιδευτικού Ιδρύματος.
Το Υπουργείο Παιδείας προτίθεται να φέρει προς διαβούλευση νέο νόμο περί Παιδείας. Ευκαιρία να θέσει όλα αυτά τα ζητήματα «επί τάπητος», χωρίς ιδεολογικές αγκυλώσεις, για να συνδράμει στην εξέλιξη, με σύγχρονους όρους, των τρόπων λειτουργίας των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων της χώρας. Τα πολιτικά ιδεολογήματα των αρχών του 20ο αιώνα έχουν ήδη ξεπεραστεί από την Ιστορία. Τόσο οι κρατικιστικές όσο και οι δήθεν φιλελεύθερες εμμονές, νεοφώτιστων πολιτικών, που μάλιστα αγνοούν και στοιχειωδώς το περιεχόμενο των όρων αυτών, ιδιαιτέρως του «φιλελευθερισμού», παραχωρούν ήδη τη θέση τους σε νέα «κοινωνικά συμβόλαια», που θα διαμορφώσουν τις μελλοντικές κοινωνίες.
Προς αυτήν την κατεύθυνση οφείλουμε να κινηθούμε και εμείς, συμμετέχοντας έτσι ενεργά στο παγκόσμιο πολιτισμικό, πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι.