Ιωάννης Σεϊμένης, Καθηγητής Ε.Κ.Π.Α., πρόεδρος Π.Ο.Σ.Δ.Ε.Π.
Γιώργος Λιτσαρδάκης, Καθηγητής Α.Π.Θ., γραμματέας Π.Ο.Σ.Δ.Ε.Π.
Το κείμενο αυτό γράφτηκε προκειμένου να συμβάλουμε στο δημόσιο διάλογο για το ζήτημα των διαγραφών, και σε απάντηση άρθρου που δημοσιεύτηκε πρόσφατα σε καθημερινή εφημερίδα με τον εντυπωσιοθηρικό τίτλο «“Αντε και στα 200” για τους “αιωνίους”;». Παρόλο που ο συντάκτης εκείνου του άρθρου επέκρινε και έθετε ευθέως ερωτήματα προς την Ομοσπονδία Συλλόγων ΔΕΠ (ΠΟΣΔΕΠ), η εφημερίδα δεν δέχτηκε να δημοσιεύσει την απάντησή μας.
Είναι πλέον ευρύτατα αποδεκτό, κρίνοντας από τις αντιδράσεις των πανεπιστημίων, ακόμη και του ίδιου του Υπουργείου, ότι η ρύθμιση του ν.4957/2022 για τη διαγραφή λιμναζόντων φοιτητών με βάση ένα γενικό χρονικό όριο πάσχει σε δύο σημεία:
α) δεν διακρίνει τους ανενεργούς που έχουν εγκαταλείψει τις σπουδές από εκείνους που προσπαθούν να τις ολοκληρώσουν και
β) δεν προβλέπει τίποτε για την αξία των σπουδών που έχουν πραγματοποιηθεί και την τύχη των διαγραφομένων, κάποιοι από τους οποίους απέχουν λίγα ή ελάχιστα μαθήματα από τη λήψη του πτυχίου.
Η ομοσπονδία των πανεπιστημιακών καθηγητών (ΠΟΣΔΕΠ) ζήτησε με ανακοίνωσή της στις 7-2-2025 από την κυβέρνηση να προχωρήσει έγκαιρα στην τροποποίησή της. Να υπάρχει όριο από το νόμο, να διαγράφονται οι ανενεργοί φοιτητές, και να αποφασίζουν τα πανεπιστήμια, στο πλαίσιο του αυτοδιοίκητου, για τους όρους συνέχισης της φοίτησης πέραν της οριζόμενης διάρκειας.
Με αφορμή την απόφαση εκείνη της ΠΟΣΔΕΠ, η εφημερίδα διερωτάται «αν οι πανεπιστημιακοί οργανώνουν το αυτοδιοίκητο ΑΕΙ τους ή είναι έρμαια ‘πιέσεων’ για ‘διευθετήσεις’», και σε περίπτωση που δίνονται περισσότερες ευκαιρίες στους ενεργούς φοιτητές, αν «υπάρχει φόβος φοιτητές να τύχουν προνομιακής μεταχείρισης, κατόπιν ‘διευθέτησης’».
Η απάντηση είναι απλή: ισχύει το αντίστροφο. Με την τροποποίηση δεν θα υπάρχει πίεση στους διδάσκοντες για εκπτώσεις στην αξιολόγηση και δεν θα απειλούνται από την αντίδραση, ενδεχομένως ακραία, των αποτυχόντων και διαγραφομένων. Οι σχολές θα κρίνουν, εξετάζοντας την πορεία των σπουδών των φοιτητών, και θα καθορίζουν τους όρους φοίτησης με ρεαλιστικά εκπαιδευτικά δεδομένα και ακαδημαϊκά κριτήρια, αντί να καλούνται, υπό την απειλή πειθαρχικών και οικονομικών μέτρων που επίσης προβλέπει ο ν.4957, να διαγράψουν με βάση το οριζόντιο χρονικό όριο ακόμη και ενεργούς φοιτητές που απέχουν 5, 2 ή 1 μόνο μάθημα από το πτυχίο.
Αυτούς τους παράγοντες δεν τους υπολογίζει ο νόμος με το απόλυτο όριο φοίτησης. Είναι ο νόμος μακριά από την πραγματικότητα στα ΑΕΙ και όχι η ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ (ούτε και οι Σύγκλητοι που έχουν παρόμοιες θέσεις για τροποποίηση του νόμου).
Ένα άλλο ερώτημα που τέθηκε, «τι έκαναν οι πανεπιστημιακοί για το πρόβλημα των λιμναζόντων;» (δυσφημιστικά των «αιωνίων»), μπορεί να υπονοεί ότι δεν έκαναν τίποτε και δεν δικαιούνται να ομιλούν. Το αντίθετο όμως, έχουν καταρχήν δικαίωμα και υποχρέωση να πάρουν θέση για τις επερχόμενες διαγραφές ενεργών φοιτητών. Το ερώτημα αυτό είναι ενδιαφέρον επειδή, μιλώντας για πρόβλημα, μας καλεί να εξετάσουμε την ουσία του, δηλαδή τους λόγους της φοιτητικής αποτυχίας και διαρροής.
Οι λόγοι αυτοί δεν θίγονται για πρώτη φορά στην πρόσφατη ανακοίνωση της ΠΟΣΔΕΠ, καθώς ανάγονται στην εκπαιδευτική πολιτική που εφαρμόζεται, οπότε αυτονόητα αποτελούν αντικείμενο των θέσεων και της κριτικής μας. Για κάποιες πλευρές, που αφορούν το εκπαιδευτικό έργο, έχουν ρόλο και ευθύνη οι πανεπιστημιακοί, την οποία ζητούμε να αναλάβουμε, αντί να βολευτούμε πίσω από μια διοικητική αντιμετώπιση με οριζόντιες διαγραφές. Για τις άλλες πλευρές που αφορούν το θεσμικό πλαίσιο ή τους πόρους που διατίθενται, οι πανεπιστημιακοί δεν έχουν λόγο και δεν ερωτώνται, και αν ερωτώνται, η γνώμη τους δεν υπολογίζεται, με τυπικό παράδειγμα τον αριθμό των εισακτέων.
Στις διάφορες συζητήσεις δεν πρόσεξα ούτε μια φορά να γίνεται αναφορά σε αυτά τα ιδιαίτερα παιδιά με την καλλιτεχνική φύση, στα παιδιά που θέλουν να ασχοληθούν επαγγελματικα με τον χορό (εστιάζω εδω καθώς αυτό ζω), έχουν όριο ηλικίας για να διακριθούν αλλά έχουν τη θέληση να πάρουν και το πτυχίο από τη σχολή που φοιτούν, που πέτυχαν στις εξετάσεις τους με πολύ καλή βαθμολογία, διαβάζοντας στο μετρό για να προλάβουν, που μπορεί να έχουν καλύψει τα 2/3 της σχολής που απαιτεί παρουσίες (όχι θεωρητικη), ξανά με καλές βαθμολογιες, και έχουν τη δαμοκλεια σπάθη πάνω από το κεφάλι τους... Θα πρέπει να θυσιάσουν την μια επιλογή τους? Ποια? Η θυσία του κόπου τους από μικρή ηλικία? Των γονιών για να υποστηρίξουν οικονομικά και ψυχολογικά και τις 2 επιλογές ? Μπορούν να ζυγιστουν αυτά? Μετρώντας το αν θα δώσουν 1 ή 4 μαθήματα, ή την θέληση να πολεμάνε με 2 καρπούζια στη μασχάλη? Ευχαριστώ...