Γραπτή πρόταση, μετά την τηλεφωνική επικοινωνία, απέστειλε σήμερα ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου καθηγητής Αθ. Κατσής στον πρόεδρο της ΑΣΠΑΙΤΕ Καθ. Γιάννη Σαριδάκη, πάνω στην οποία θα τεθούν τα “θεμέλια” για την έναρξη των συζητήσεων για τη συγχώνευση των δύο Ιδρυμάτων.
Ειδικότερα, η εισήγηση του Πρύτανη του Παν. Πελοποννήσου, την οποία παρουσιάζει κατ αποκλειστικότητα το esos, περιλαμβάνει τους εξής πέντε άξονες:
1. Οργανική και όχι χωροταξική ενοποίηση της ΑΣΠΑΙΤΕ. Η έδρα της Σχολής παραμένει η ίδια.
2. Η ΑΣΠΑΙΤΕ εντάσσεται ακαδημαϊκά ως νέα, αυτόνομη Σχολή με το ίδιο όνομα στο Οργανόγραμμα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
3. Η υλοποίηση της Παιδαγωγικής και Επιστημονικής Επάρκειας των φοιτητών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου γίνεται μέσω των Τμημάτων της ΑΣΠΑΙΤΕ.
4. Τα υπάρχοντα Τμήματα της Σχολής παραμένουν στη σημερινή τους μορφή και θα δοθεί η δυνατότητα εθελοντικής μετακίνησης μελών ΔΕΠ.
5. Εξετάζεται ο εμπλουτισμός των ακαδημαϊκών δραστηριοτήτων της ΑΣΠΑΙΤΕ όπως η δημιουργία νέων Τμημάτων, ερευνητικών κέντρων και εργαστηρίων σε συνέργεια και με άλλες ακαδημαϊκές μονάδες του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Οι παραπάνω προτάσεις, τονίζει ο Πρύτανης του Παν. Πελοποννήσου, αποτελούν ένα ουσιαστικό πλαίσιο ανοιχτού και γόνιμου διαλόγου για την εύρεση της καλύτερης δυνατής λύσης στην κατεύθυνση της συμπόρευσης των δύο Ιδρυμάτων.
Η περαιτέρω εξειδίκευση τους, σημειώνει ο κ. Κατσής, μπορεί και πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαλόγου μεταξύ εκπροσώπων των δύο Ιδρυμάτων.
“Με την παρούσα επιστολή επιθυμώ να εκφράσω τόσο το προσωπικό μου ενδιαφέρον όσο και του Πρυτανικού Συμβουλίου για την οργανική ενοποίηση της ΑΣΠΑΙΤΕ στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου” τονίζει στην εισαγωγή της πρότασής του ο Πρύτανης του Παν. Πελοποννήσου, και υπογραμμίζει τα εξής:
Α. Το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου καλύπτει πολλά γνωστικά αντικείμενα των οποίων η εκπαιδευτική διάσταση παρουσιάζει άμεση επιστημονική συσχέτιση με τις ακαδημαϊκές δράσεις της ΑΣΠΑΙΤΕ ενώ επίσης μέσω του Τμήματος Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής αναπτύσσεται δυναμικά στο σχεδιασμό και στην εφαρμογή δημόσιων πολιτικών στο χώρο της Εκπαίδευσης.
Β. Είναι σαφείς, λοιπόν, οι ουσιαστικοί επιστημονικοί δεσμοί μεταξύ των δύο Ιδρυμάτων αλλά και η μεγάλη αναπτυξιακή δυναμική που προδιαγράφεται μέσω της προτεινόμενης ενοποίησης.
Ο δείκτης ποιότητας των καθηγητών εξαρτάται αρκετά και από τους φοιτητές της σχολής που τον βοηθούν στην παραγωγή των ερευνών του. Άρα θα πρέπει να υπολογίσουμε τη μεγάλη διαφορά που είχαν τα ΤΕΙ και τα πανεπιστήμια σε αυτό το θέμα ώστε να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα .